παραστάτις

From LSJ
Revision as of 20:40, 19 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([\p{Cyrillic}\s]+):" to "$1 $2:")

καὶ ἤδη γε ἄπειμι παρὰ τὸν ἑταῖρον Κλεινίαν, ὅτι πυνθάνομαι χρόνου ἤδη ἀκάθαρτον εἶναι αὐτῷ τὴν γυναῖκα καὶ ταύτην νοσεῖν, ὅτι μὴ ῥεῖ. ὥστε οὐκέτι οὐδ' ἀναβαίνει αὐτήν, ἀλλ' ἄβατος καὶ ἀνήροτός ἐστιν → and now I depart for my companion, Cleinias since I have learned that for some time now his wife is unclean and she is ill because she does not flow, therefore he no longer sleeps with her but she is unavailable and untilled

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παραστάτῐς Medium diacritics: παραστάτις Low diacritics: παραστάτις Capitals: ΠΑΡΑΣΤΑΤΙΣ
Transliteration A: parastátis Transliteration B: parastatis Transliteration C: parastatis Beta Code: parasta/tis

English (LSJ)

[στᾰ], ῐδος, fem. of παραστάτης, S.Tr.889; A helper, Id.OC559, X.Mem. 2.1.32, etc. II παραστατίς (sic)· ἀγγεῖον θερμαντικόν, Hsch.

German (Pape)

[Seite 500] ιδος, ἡ, fem. von παραστάτης, Beistand, Gehülfinn, Soph. O. C. 559 Trach. 891; τινί, Xen. Mem. 2, 1, 32 u. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

παραστάτῐς: -ῐδος, θηλ. τοῦ παραστάτης, Σοφ. Τρ. 889· βοηθός, ἐπίκουρος, ἀντιλήπτωρ, ὁ αὐτ. ἐν Ο. Κ. 559, Ξεν. Ἀπομν. 2. 1, 32, κτλ.

French (Bailly abrégé)

ιδος (ἡ) :
femme ou déesse qui prête secours ou assistance.
Étymologie: παραστάτης.

Greek Monolingual

-ίδος, ἡ, Α
(κατά τον Ησύχ.) αγγείο θερμαντικό.

Greek Monotonic

παραστάτῐς: -ῐδος, θηλ. του παραστάτης, βοηθός, επίκουρος, σε Σοφ., Ξεν.

Russian (Dvoretsky)

παραστάτις: ῐδος (τᾰ) ἡ
1) стоящая рядом: ἐπεῖδον, ὡς δὴ πλησία π. Soph. я видела, ибо стояла тут же рядом;
2) помощница, защитница Soph., Xen.

Middle Liddell

παραστάτις, ιδος, [fem. of παραστάτης
a helper, assistant, Soph., Xen.

Chinese

原文音譯:prost£tij 普羅-士他提士
詞類次數:名詞(1)
原文字根:前-站者
字義溯源:幫助者,幫助,女資助者,女保護者,監護人,勇士;源自(προΐστημι)=管理);由(πρό)*=前)與(ἵστημι)*=站)組成
出現次數:總共(1);羅(1)
譯字彙編
1) 幫助過(1) 羅16:2