ἀλλοτριότης

From LSJ
Revision as of 17:20, 25 November 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="num">(\d+)\)" to "<b class="num">$1")

θάνατος οὐθὲν πρὸς ἡμᾶς, ἐπειδήπερ ὅταν μὲν ἡμεῖς ὦμεν, ὁ θάνατος οὐ πάρεστιν, ὅταν δὲ ὁ θάνατος παρῇ, τόθ' ἡμεῖς οὐκ ἐσμέν. → Death is nothing to us, since when we are, death has not come, and when death has come, we are not.

Epicurus, Letter to Menoeceus
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀλλοτριότης Medium diacritics: ἀλλοτριότης Low diacritics: αλλοτριότης Capitals: ΑΛΛΟΤΡΙΟΤΗΣ
Transliteration A: allotriótēs Transliteration B: allotriotēs Transliteration C: allotriotis Beta Code: a)llotrio/ths

English (LSJ)

ητος, ἡ, A derivativeness, opp. οἰκειότης, Plt.261a; estrangement, Arist.Pol.1311b15; τινὸς πρός τινα Pl.Ep.318d, cf. Decr. ap. D.18.165, Plb.38.12.3. 2 unattractiveness, of style, Phld. Po.994.6,37. II qualitative difference, Epicur.Nat.11.12.

Spanish (DGE)

-ητος, ἡ
I 1hostilidad, antagonismo, animosidad οὗτος (Ἔρως) δὲ ἡμᾶς ἀλλοτριότητος μὲν κενοῖ Pl.Smp.197c
c. πρός + ac. animosidad, animadversión πρὸς σέ Pl.Ep.318d, περὶ τῆς οἰκειότητος ... [καὶ] τῆς ἀλλοτριότητος Epicur.Fr.[28] 10, πρὸς Ῥωμαίους Plb.20.7.3, cf. 38.12.3
del gato hacia el pájaro, D.S.20.58
c. gen. συνέντα τὴν ἀλλοτριότητα τοῦ βασιλέως Hermipp.Hist.50, τῶν Ἀθηναίων ἀ. Plb.12.6b.4.
2 desvío, frialdad en las relaciones Arist.Pol.1311b15
desacuerdo Plb.2.44.1.
3 sedición, situación de rebeldía συνεστηκυίας τῆς ἀλλοτριότητος τοῖς ... ἀσεβέσιν OGI 90.23 (Roseta II a.C.).
II heterogeneidad διὰ τὰς τῶν συνημμένων ἀλλοτριότητας Epicur.Fr.[26] 44.16
en lit. crist. en la Trinidad según Eunomio, Gr.Nyss.Eun.1.228.
III delegación del poder del heraldo, op. al del rey, Pl.Plt.261a.
IV ret. desagrado Phld.Po.6.17, cf. 19.

German (Pape)

[Seite 106] ἡ, das Fremdsein, gew. Entfremdung, Abgeneigtheit, der οἰκειότης entgeggstzt, Plat. Conv. 197 c; neben δυσμένεια Pol. 2, 44; Plat. πρός τινα, Ep. III, 318 d; Dem. 18, 165; Pol. 30, 1.

French (Bailly abrégé)

ητος (ἡ) :
1 qualité de ce qui est étranger ou incompatible;
2 dispositions hostiles ; πρός τινα pour qqn;
3 séparation, aliénation LSJ.
Étymologie: ἀλλότριος.

Greek Monolingual

ἀλλοτριότης (-ητος), η (Α) ἀλλότριος
1. το να είναι κάτι αλλότριο, ξένο, η αποξένωση
2. εχθρότητα, απέχθεια, δυσμένεια
3. διάσταση, φιλονικία
4. (για ύφος) η έλλειψη γλαφυρότητας
5. Φιλοσ. η διαφορά κατά το ποιόν.

Greek Monotonic

ἀλλοτριότης: -ητος, ἡ, αποξένωση, αντίθ. προς το οἰκειότης, σε Πλάτ. κ.λπ.

Russian (Dvoretsky)

ἀλλοτριότης: ητος ἡ
1 отсутствие близких отношений, отчужденность Plat., Plut.;
2 недружелюбие, враждебность (πρός τινα Plat., Dem., Polyb.).

Middle Liddell


alienation, estrangement, opp. to οἰκειότης, Plat., etc.