ἀπόφθεγμα

From LSJ
Revision as of 15:20, 15 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (CSV import)

καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπόφθεγμα Medium diacritics: ἀπόφθεγμα Low diacritics: απόφθεγμα Capitals: ΑΠΟΦΘΕΓΜΑ
Transliteration A: apóphthegma Transliteration B: apophthegma Transliteration C: apofthegma Beta Code: a)po/fqegma

English (LSJ)

ατος, τό, terse pointed saying, apophthegm, of Theramenes, X.HG2.3.56; of Anaxagoras, Arist.Metaph.1009b26; of Pittacus, Id.Rh.1389a16; of the Spartans, ib.1394b34: in plural, title of work by Plu.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
1 sentencia en gener. aguda y breve apotegma Πιττακοῦ Arist.Rh.1389a15, cf. Sch.Il.10.249, Ἀναξαγόρου Arist.Metaph.1009b26, σοφῶν Plu.2.145e, 2.408e, τῆς Πυθιάδος D.C.62.13.3, τὰ ἀποφθέγματα τοῦ σωτῆρος Eu.Mariae en POxy.3525.14
en plu. τὰ Λακωνικὰ ἀποφθέγματα Arist.Rh.1394b35, como tít. de algunos tratados de Plutarco, Plu.2.172b, 208a, c. valor más genérico, X.HG 2.3.56.
2 doctrina προσδοκάσθω ὡς ὑετὸς τὸ ἀ. μου aguárdese como lluvia mi doctrina LXX De.32.2, μάταια ἀποφθέγματα LXX Ez.13.19.

German (Pape)

[Seite 334] τό, Ausspruch, bes. eine witzige, sentenzenartige Antwort, Gedenkspruch, Xen. Hell. 2, 3, 24; Cic. fam. 9, 16 u. öfter; Plut., der Sammlungen von dergleichen gemacht hat.

French (Bailly abrégé)

ατος (τό) :
apophtegme, sentence, précepte.
Étymologie: ἀποφθέγγομαι.

Russian (Dvoretsky)

ἀπόφθεγμα: ατος τό сжатое высказывание, изречение, меткое слово Xen., Arst., Plut.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπόφθεγμα: τὸ, βραχὺ καὶ περιληπτικὸν λόγιον, εὐφυὴς ῥῆσις εὔστοχος ἀπάντησις, ὡς ἡ τοῦ Θηραμένους πρὸς τὸν Σάτυρον, Ξεν. Ἑλλ. 2. 3, 56· Ἀναξαγόρου δὲ καὶ ἀπόφθεγμα μνημονεύεται πρὸς τῶν ἑταίρων τινὰς Ἀριστ. Μεταφ. 3. 5, 13· ὥσπερ τὸ τοῦ Πιττακοῦ ἔχει ἀπόφθεγμα εἰς Ἀμφιάραον Ρητ. 2.12. 6· τὰ Λακωνικὰ ἀποφθέγματα αὐτόθι 21. 8. Ὁ Πλούταρχος ἐποίησε συλλογὴν ἀποφθεγμάτων.

Greek Monolingual

το (AM ἀπόφθεγμα) αποφθέγγομαι
σύντομη κρίση, γνωμικό, ρητό.

Greek Monotonic

ἀπόφθεγμα: -ατος, τό (ἀποφθέγγομαι), σύντομο, βραχύ και περιεκτικό ρητό, απόφθεγμα, σε Ξεν.

Middle Liddell

ἀποφθέγγομαι
a terse pointed saying, an apophthegm, Xen.

Mantoulidis Etymological

(=σοφή γνώμη σάν γνωμικό, εὔστοχη ἀπάντηση). Ἀπό τό ρῆμα ἀποφθέγγομαι (ἀπό + φθέγγομαι), ὅπου δές γιά περισσότερα παράγωγα.

Léxico de magia

τό sentencia como advoc. de la divinidad οὐκ εἶ δὲ ἔλαιον, ἀλλὰ ἱδρῶς τοῦ Ἀγαθοῦ Δαίμονος, ... τὸ ἀ. τοῦ Ἡλίου no eres aceite, sino sudor del Demon Bueno, la sentencia de Helios P LXI 8