ἀήτη
οὐκ ἐπιλογιζόμενος ὅτι ἅμα μὲν ὀδύρῃ τὴν ἀναισθησίαν, ἅμα δὲ ἀλγεῖς ἐπὶ σήψεσι καὶ στερήσει τῶν ἡδέων, ὥσπερ εἰς ἕτερον ζῆν ἀποθανούμενος, ἀλλ᾿ οὐκ εἰς παντελῆ μεταβαλῶν ἀναισθησίαν καὶ τὴν αὐτὴν τῇ πρὸ τῆς γενέσεως → you do not consider that you are at one and the same time lamenting your want of sensation, and pained at the idea of your rotting away, and of being deprived of what is pleasant, as if you are to die and live in another state, and not to pass into insensibility complete, and the same as that before you were born
English (LSJ)
ἡ, = sq., Hes.Op.645,675.
German (Pape)
[Seite 44] ἡ, u. ἀήτης, ὁ (ἄημι) das Wehen, Iliad. 15, 626 ἀνέμοιο δεινὸς ἀήτη, 14, 254 ἀργαλέων ἀνέμων ἀήτας, Od. 4, 567 Ζεφύροιο λιγὺ πνείοντας ἀήτας, 9, 139 ἐπιπνεύσωσιν ἀῆται; Hes. O. 621 παντοίων ἀνέμων θὐουσιν ἀῆται, 645 ἄνεμοί γε κακὰς ἀπέχωσιν ἀήτας, 675 Νότοιό τε δεινὰς ἀήτας; als v. l. erscheint in den Scholl. Od. 4, 567 πνείοντος, Iliad. 15, 626 ἀήτης; Aristarch las ἀήτη, Schol. Aristonic. 15, 626 ὅτι ἀρσενικῶς δειν ὸς ἀ ήτ η, ἀλλ' οὐ δεινή, ὡς »κλυτὸς'Ιπποδάμεια (2, 742)«. ἔνιοι δὲ ἀγνοοῦντες'ποιοῦσι δει νὸς ἀήτης· ἀλλ' οὐ δεῖγράφειν οὕτως. Vgl. Apoll. Lex. H. 12, 3; Friedlaend. Ariston. 31; – allein für Wind Theocr. 2, 38. 22, 8 u. sp. D. Plat. Crat. 4105 bemerkt οἱ ποιηταὶ τὰ πνεύματα ἀήτας καλοῦσι.
Greek (Liddell-Scott)
ἀήτη: ἡ, = ἀήτης, Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 643, 673.
Spanish (DGE)
-ης, ἡ
• Alolema(s): dór. ἀήτα Simon.90.1, B.17.91; tb. ἀήτης, ὁ Il.15.626, Call.Dian.230, Del.318, AP 7.264 (Leon.), Orph.A.629, 1240, Nonn.D.13.383, Musae.329
• Prosodia: [ᾰ-]
• Morfología: [gen. ἀήτεω A.R.4.1537, ἀήτου X.Eph.3.2.13]
1 c. gen. ráfaga ἀνέμων Il.14.254, cf. 15.626, Hes.Op.621, 645, Ζεφύροιο Od.4.567, Νότοιο Hes.Op.675
•soplo Ἔρως ... χρυσοφαέννων πτερύγων ἀήταις παραπέτεται Amor aletea a mi alrededor con el soplo de sus alas Anacr.84.2, cf. dud. Lyr.Adesp.473.1.4S.
2 abs., gener. del mar viento εἰς ὅ κε ... ἐπιπνεύσωσιν ἀῆται Od.9.139, cf. Sapph.20.9, Alc.249.5, νῦν ἀήταις φερόμεθα ahora somos arrastrados por los vientos Tim.15.107, cf. Theoc.2.38, 22.9, Call.ll.cc., A.R.1.335, ἀ. μείλιχος A.R.1.423, οὖρος ἀ. Orph.A.1240, θερμὸς ἀ. Nonn.l.c., cf. 11.285, πικρὸς ἀ. Musae.l.c., ὀθόνας ἀκάτου πλήρωσεν ἀ. el viento hinchó las velas del barco Orph.A.629, cf. X.Eph.3.2.13
•viento huracanado op. πλόος οὔριος AP l.c.
•poét. οἱ ... ποιηταὶ ... τὰ πνεύματα «ἀ.» καλοῦσιν Pl.Cra.410b.