ἀντιτάσσω
Μέμνησο πλουτῶν τοὺς πένητας ὠφελεῖν → Memento dives facere pauperibus bene → Vergiss nicht, dass als Reicher du den Armen hilfst
English (LSJ)
Att. ἀντιτάττω,
A set opposite to, range in battle against, τὸ ἄριστον ἀ. Πέρσῃσι Hdt.5.110; τίν' ἀντιτάξεις τῷδε; A.Th.395, cf. 408, etc.; ἀ. τὸν νόμον πρὸς τὴν ἀναίδειαν set the law in opposition to their impudence, Aeschin.3.16, cf. Isoc.9.61, etc.:—so in Med., πρὸς τὸ ἐμπειρότερον αὐτῶν τὸ τολμηρότερον ἀντιτάξασθε Th.2.87; τῶν Ἑλλήνων τινὰ ἀρετὴν τῇ Ξέρξου δυνάμει ἀντιτάξασθαι Id.3.56. II Med., set oneself against, meet face to face, ἀντιτάξομαι κτενῶν σε E.Ph.622, cf. Th.4.55, etc.; περί τῶν πρωτείων ἡμῖν ἀντιτάξασθαι D.3.27:—Pass., to be drawn out in array against, τινί Hdt.4.134, X.HG3.1.6; πρὸς τὸ διπλήσιον Hdt.7.103; πόλιν -ομένην πρὸς πόλιν X.Cyr.3.1.18, etc.; κατά τινας Id.HG4.2.18; τὸ ἀντιτετάχθαι ἀλλήλοις τῇ γνώμῃ Th.3.83: abs., dub. in E.Supp.1144. 2 generally, oppose, resist, Plb.31.25.8, Act.Ap.18.6, Ep.Rom.13.2, etc. 3 set against, compare, LXX Pr.3.15 (Pass.).
Greek (Liddell-Scott)
ἀντιτάσσω: Ἀττ. -τάττω: μέλλ. -τάξω, τάττω τι ἐναντίον τινός, ἀντιτάσσω στρατὸν ἐναντίον πολεμίων, μετὰ δοτ., τὸ ἄριστον ἀντ. Πέρσῃσι Ἡρόδ. 5. 110· τίν’ ἀντιτάξεις τῷδε; Αἰσχύλ. Θ. 395, κτλ.· ἐμπροθέτως, ἀντ. τὸν νόμον πρὸς τὴν ἀναίδειαν Αἰσχίν. 56. 8, πρβλ. Ἰσοκρ. 201Β, κτλ.: ― οὕτως ἐν τῷ μέσ. τύπῳ, πρός… τὸ ἐμπειρότερον αὐτῶν τὸ τολμηρότερον ἀντιτάξασθε Θουκ. 2. 87· τῶν Ἑλλήνων… ἀρετὴν τῇ Ξέρξου δυνάμει ἀντιτάξασθαι ὁ αὐτ. 3. 56. ΙΙ. ἐν τῷ μέσ. τύπῳ ὡσαύτως, τάττω ἐμαυτὸν ἐναντίον τινός, συναντῶ τινα κατὰ πρόσωπον ἐν τῇ μάχῃ, ἀντιτάξομαι κτενῶν σε Εὐρ. Φοίν. 622, πρβλ. Θουκ. 4. 55, κτλ.· περὶ τῶν πρωτείων ἡμῖν ἀντιτάξασθαι Δημ. 36. 6: ― οὕτως ἐν τῷ παθ., παρατάσσομαι ἐναντίον τινός, τινὶ Ἡρόδ. 4. 134, Ξεν. Ἑλλ. 3. 1, 6· πρός τινα Ἡρόδ. 7. 103, Ξεν. Κύρ. 3. 1, 18, κτλ.· κατά τινας ὁ αὐτ. Ἑλλ. 4. 2, 18· οὕτω, τὸ δὲ ἀντιτετάχθαι τῇ γνώμῃ ἀλλήλοις Θουκ. 3. 83. 2) ἐν γένει, ἐναντιοῦμαι, ἀνθίσταμαι, Πολύβ. 32. 11, 8, κτλ. Περὶ τῆς ἐν Εὐρ. Ἱκ. 1144 γραφῆς ἀντιτίσσομαι ἀντὶ τῆς ἀντιτάσσομαι ἴδε τὸ ῥῆμα ἀντιτίνω ἐν τέλ. - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 474, ἔνθα σημειοῦται: «ἀντεταξάμην καὶ ἀντετάχθην ἐμφαίνουσι τὴν αὐτὴν διάθεσιν».
French (Bailly abrégé)
opposer : τινά τινι une personne à une autre ; τι πρός τι une chose à une autre ; ranger en bataille contre;
Moy. ἀντιτάσσομαι;
1 opposer : τί τινι une chose à une autre;
2 s’opposer à, résister à, τινι.
Étymologie: ἀντί, τάσσω.
Spanish (DGE)
I tr.
1 en cont. milit. oponer, enfrentar τὸ ἄριστον ... Πέρσῃσι Hdt.5.110, τίν' ἀντιτάξεις τῷδε; A.Th.395, cf. 408, Plb.2.66.5, Demad.7, en v. pas. ἀντετάσσοντο ὧδε ὑπὸ Μαρδονίου Hdt.9.31
•tb. en v. med. πρὸς μὲν οὖν τὸ ἐμπειρότερον αὐτῶν τὸ τολμηρότερον Th.2.87, τῶν Ἑλλήνων τινὰ ἀρετὴν τῇ Ξέρξου δυνάμει ἀντιτάξασθαι Th.3.56.
2 fig. oponer, enfrentar τὸν νόμον πρὸς τὴν τούτων ἀναίδειαν Aeschin.3.16, τὴν αὑτοῦ γνώμην πρὸς τὰς ... παρασκευάς Isoc.9.61, ἡμᾶς τῷ πατρί Clem.Al.Strom.3.4.34.
II v. med. intr.
1 oponerse, enfrentarse en cont. milit. c. dat. Πέρσῃσι Hdt.4.134, τῇ δυνάμει Th.4.55, τῷ Τισσαφέρνει X.HG 3.1.6
•c. πρός y ac. πρὸς τὸ διπλήσιον Hdt.7.103, πρὸς πόλιν X.Cyr.3.1.18, πρὸς Ῥωμαίους Plb.38.10.6
•c. κατά y ac. κατ' Ἀχαιούς X.HG 4.2.18
•abs. μεθ' ὅπλων ἀντιτετάχθαι Th.5.55, ἀντετάσσοντο ἐπὶ τῆς ὑπωρέης τοῦ Κιθαιρῶνος se dispusieron frente a ellos a los pies del Citerón Hdt.9.19.
2 fig. oponerse c. dat. ἀντιτετάχθαι ἀλλήλοις τῇ γνῶμῃ Th.3.83, περὶ τῶν πρωτείων ἡμῖν ἀντιτάξασθαι oponerse a nosotros por el asunto de la supremacía D.3.27, πάσαις ταῖς ἐπιθυμίαις Plb.31.25.8, τῇ ἐξουσίᾳ τῇ τοῦ Θεοῦ Ep.Rom.13.2, τῷ νόμῳ Herm.Sim.1.6, cf. LXX Pr.3.15, PMag.13.798, Ign.Eph.5.3
•c. πρός y ac. πρὸς τὰς ἀλγηδόνας ... νόμους ἀντιτεταγμένους Pl.Lg.634b, πρὸς αὐτούς Isoc.12.38, πρὸς τοῦτο I.BI 2.194
•abs. ἀντιτάξομαι κτενῶν σε me colocaré enfrente para matarte E.Ph.622, cf. Supp.1144, Th.5.111, Isoc.12.160, Act.Ap.18.6.
English (Thayer)
or ἀντιτάττω: (present middle ἀντιτάσσομαι); to range in battle against; middle to oppose oneself, resist: τίνι, Aeschylus down.)
Greek Monolingual
(Α ἀντιτάσσω κ. -ττω)
1. προβάλλω κάτι εναντίον άλλου για άμυνα
2. αντιπαρατάσσω τον στρατό εναντίον των εχθρών
3. (-ομαι) εναντιώνομαι, αντιτίθεμαι
αρχ.
(-ομαι) αντιπαραβάλλω, συγκρίνω.