Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

εὐαπάτητος

From LSJ
Revision as of 14:10, 25 November 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="num">(\d+)\)" to "<b class="num">$1")

Ζῆν οὐκ ἄξιος, ὅτῳ μηδὲ εἷς ἐστι χρηστὸς φίλοςLife is not worth living if you do not have at least one friend.

Democritus, DK 68b22
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὐᾰπάτητος Medium diacritics: εὐαπάτητος Low diacritics: ευαπάτητος Capitals: ΕΥΑΠΑΤΗΤΟΣ
Transliteration A: euapátētos Transliteration B: euapatētos Transliteration C: evapatitos Beta Code: eu)apa/thtos

English (LSJ)

[πᾰ], ον, A easy to cheat, Pl.Phdr.263b (Comp.); οἱ ἀγαθοὶ εὐ. Biasap.Stob.3.37.36, cf. Arist.Insomn.460b9, al. II Act., cheating readily, τὸ θῆλυ -ότερον Id.HA608b12.

German (Pape)

[Seite 1057] 1) leicht zu betrügen, im comp. Plat. Phaedr. 263 b; Bias Stob. fl. 87, 36; ὦτα Plut. – 2) akt., leicht täuschend, Arist. H. A. 9, 1.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
1 facile à tromper;
2 qui trompe facilement.
Étymologie: εὖ, ἀπατάω.

Russian (Dvoretsky)

εὐᾰπάτητος:
1 без труда обманываемый, легко вводимый в заблуждение Plat., Arst., Plut.;
2 легко обманывающий, лживый Arst.

Greek (Liddell-Scott)

εὐαπάτητος: -ον, ὃν εὐκόλως δύναται νὰ ἀπατήσῃ τις, Πλάτ. Φαῖδρ. 263Β, Βίας παρὰ Στοβ. 221. 46, Ἀριστ. π. Ἐνυπν. 2. 16. κ. ἀλλ. ΙΙ. ἐνεργ., ἑτοίμως, εὐκόλως ἀπατῶν τινα, ὁ αὐτ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 1, 7.

Greek Monolingual

-η -ο (Α εὐαπάτητος, -ον)
αυτός που εξαπατάται εύκολα, αυτός τον οποίο μπορεί κάποιος να ξεγελάσει, να πλανέψει εύκολα, ο εύπιστος, ο ευκολοπίστευτος, ο μωροπίστευτος
αρχ.
αυτός που εξαπατά εύκολα («εὐαπατητότερον τὸ θῆλυ», Αριστοτ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + -απατητος (< απατώ), πρβλ. ανεξαπάτητος, δυσεξαπάτητος].

Greek Monotonic

εὐᾰπάτητος: -ον (ἀπατάω), αυτός που ξεγελιέται εύκολα, εύπιστος, ευκολόπιστος, σε Πλάτ.

Middle Liddell

εὐ-ᾰπάτητος, ον ἀπατάω
easy to cheat, Plat.

English (Woodhouse)

easily deceived, easy to deceive

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)