Φερσέφασσα
καὶ ἤδη γε ἄπειμι παρὰ τὸν ἑταῖρον Κλεινίαν, ὅτι πυνθάνομαι χρόνου ἤδη ἀκάθαρτον εἶναι αὐτῷ τὴν γυναῖκα καὶ ταύτην νοσεῖν, ὅτι μὴ ῥεῖ. ὥστε οὐκέτι οὐδ' ἀναβαίνει αὐτήν, ἀλλ' ἄβατος καὶ ἀνήροτός ἐστιν → and now I depart for my companion, Cleinias since I have learned that for some time now his wife is unclean and she is ill because she does not flow, therefore he no longer sleeps with her but she is unavailable and untilled
English (LSJ)
ἡ, = Περσέφασσα, Περσεφόνη, S.Ant.894, E.Hel.175 (lyr.): Att. Φερρέφαττα, Ar.Th.287, Ra.671 (with vv.ll.), Pl.Cra. 404c, 404d, Hesperia 4.21 (Athens, iv B. C.); also Dor. τὰν Φερρέφατταν Epicr.9.3; Φερσεφάασσα Epigr. ap. Arist.Mir.843b27:—hence Φερσεφάσσια, τά, festival at Cyzicus, IGRom.4.949 (Chios). (Etym. uncertain: παρὰ τὸ φέρβειν τὴν φάτταν Porph.Abst.4.16.)
French (Bailly abrégé)
ης (ἡ) :
c. Περσέφασσα.
Russian (Dvoretsky)
Φερσέφασσα: Soph., Eur. и Φερσέφαττα Arph. ἡ = Περσέφασσα.
Greek (Liddell-Scott)
Φερσέφασσα: ἢ, = Περσέφασσα, Περσεφόνη, Σοφ. Ἀντιγ. 894, Εὐρ. Ἑλ. 174· Φερσέφαττα Ἀριστοφ. Βάτρ. 671, Θεσμ. 287· Φερρέφαττα Πλάτ. Κρατ. 404C, Ε· Φερσεφάασσα Ἐπικ. παρὰ τῷ Ἀριστ. περὶ Θαυμασ. 133. ― Περὶ τῶν διαφόρων σημασιῶν τῆς ξένης ταύτης πιθανῶς λέξεως ἴδε Heind. εἰς Πλάτ. ἔνθ’ ἀνωτέρω.
Greek Monolingual
και Φερσέφαττα και Φερσεφόνη και Φερσεφονείη και Φερσεφάασσα και αττ. τ. Φερρέφαττα, ἡ, Α
βλ. Περσεφόνη.
Greek Monotonic
Φερσέφασσα: ἡ, = Περσέφασσα, Περσεφόνη, σε Σοφ., Ευρ.· Φερρέφαττα, σε Αριστοφ.· και σε Πλάτ.
Middle Liddell
Φερσέφασσα, ἡ, poet. for Περσεφόνη