σκίαινα

From LSJ
Revision as of 22:10, 24 November 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "Arist.''HA''" to "Arist.''HA''")

Ἀναξαγόρας δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνονAnaxagoras used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Anaxagoras said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σκίαινα Medium diacritics: σκίαινα Low diacritics: σκίαινα Capitals: ΣΚΙΑΙΝΑ
Transliteration A: skíaina Transliteration B: skiaina Transliteration C: skiaina Beta Code: ski/aina

English (LSJ)

[ῐ], ἡ, a sea-fish, prob. either Corvina nigra or Umbrina cirrosa, Arist.HA601b30.

German (Pape)

[Seite 898] ἡ, ein Meerfisch, lat. umbra, Ath. VII, 322 f.

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
ombre, poisson de mer.
Étymologie: σκιά.

Russian (Dvoretsky)

σκίαινα:скиена (род морской рыбы) Arst.

Greek (Liddell-Scott)

σκίαινα: ἡ, θαλάσσιός τις ἰχθύς, Λατ. umbrina, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 8. 19, 5, πρβλ. Ἀθήν. 322F· ― ὡσαύτως σκιᾰθίς, -ίδος, ἡ, Ἐπίχ. 28 Ahr.· καὶ παρὰ Γαληνῷ σκινίς, -ίδος.

Greek Monolingual

η, ΝΑ, και σκιαινίς και δ. αν. σκινίς, -ίδος, Α
νεοελλ.
γένος περκόμορφων ιχθύων της οικογένειας σκιαινίδες και λόγια ονομασία ψαριών που είναι γνωστά με τις κοινές ονομασίες μυλοκόπι, κρανιός και καλιακούδα ή σικιός
αρχ.
είδος θαλάσσιου ψαριού («οἱ ἔχοντες λίθον ἐν τῇ κεφαλῇ, οἷον χρόμις, λάβραξ, σκίαινα, φαγρός», Αριστοτ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < σκιά + κατάλ. -αινα (πρβλ. σκόρπαινα), λόγω του σκοτεινού χρώματος του ψαριού].