δυνατέω

From LSJ

οἱ Κυρηναϊκοὶ δόξαις ἐχρῶντο τοιαύταις: δύο πάθη ὑφίσταντο, πόνον καὶ ἡδονήν, τὴν μὲν λείαν κίνησιν, τὴν ἡδονήν, τὸν δὲ πόνον τραχεῖαν κίνησιν → the Cyrenaics admitted two sensations, pain and pleasure, the one consisting in a smooth motion, pleasure, the other a rough motion, pain

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δῠνᾰτέω Medium diacritics: δυνατέω Low diacritics: δυνατέω Capitals: ΔΥΝΑΤΕΩ
Transliteration A: dynatéō Transliteration B: dynateō Transliteration C: dynateo Beta Code: dunate/w

English (LSJ)

A = δύναμαι, δυνατήσει τὸ συμβαῖνον ἴσχειν Phld.Sign. 11.
2 to be mighty, 2 Ep.Cor.13.3.

Spanish (DGE)

tener poder, ser fuerte o poderoso εἰς ὑμᾶς οὐκ ἀσθενεῖ ἀλλὰ δυνατεῖ ἐν ὑμῖν 2Ep.Cor.13.3, τῶν ἀν[θ] ρώπων τοὺς μέγα δυνατ[οῦ] ντας Orph.Comm.19.9
tener poder para c. inf. δυνατεῖ ... ὁ κύριος στῆσαι αὐτόν Ep.Rom.14.4, cf. 2Ep.Cor.9.8, en constr. impers. c. dat δυνατῖ ... τῷ κυρίῳ θεῷ ... ἡμῖν τὴν ὁλοκληρίαν παρασχῖν (sic) el Señor Dios tiene el poder de procurarnos la salud, POxy.3819.9 (IV d.C.).

German (Pape)

[Seite 673] viel vermögen, N. T, Gegensatz ἀσθενέω.

French (Bailly abrégé)

δυνατῶ :
être puissant;
NT: avoir la force pour ; être capable de.
Étymologie: δυνατός.

Russian (Dvoretsky)

δῠνατέω: быть сильным, могущественным (οὐκ ἀσθενεῖ, ἀλλὰ δυνατεῖ NT).

Greek (Liddell-Scott)

δῠνᾰτέω: εἶμαι δυνατός, ἰσχυρός, Β. Ἐπιστ. π. Κορινθ. ιγ’, 3.

English (Strong)

from δυνατός; to be efficient (figuratively): be mighty.

English (Thayer)

δυνάτω; (δυνατός); to be powerful or mighty; show oneself powerful: ἀσθενῶ); to be able, have power: followed by an infinitive, L T Tr WH L T Tr WH. Not found in secular writings nor in the Sept.

Greek Monotonic

δῠνᾰτέω: μέλ. -ήσω (δυνατός), είμαι ισχυρός, δυνατός, μεγαλοδύναμος, σε Καινή Διαθήκη

Middle Liddell

δῠνᾰτέω, fut. -ήσω δυνατός
to be powerful, mighty, NTest.

Chinese

原文音譯:dunatšw 低那帖哦
詞類次數:動詞(2)
原文字根:(成為)能
字義溯源:能勝任的,有大能;源自(δυνατός)=有力的);而 (δυνατός)出自(δύναμαι)*=能夠)
出現次數:總共(1);林後(1)
譯字彙編
1) 是有大能的(1) 林後13:3