Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

παραθαλασσίδιος

From LSJ

Ζῆν οὐκ ἄξιος, ὅτῳ μηδὲ εἷς ἐστι χρηστὸς φίλοςLife is not worth living if you do not have at least one friend.

Democritus, DK 68b22
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παραθᾰλασσίδιος Medium diacritics: παραθαλασσίδιος Low diacritics: παραθαλασσίδιος Capitals: ΠΑΡΑΘΑΛΑΣΣΙΔΙΟΣ
Transliteration A: parathalassídios Transliteration B: parathalassidios Transliteration C: parathalassidios Beta Code: paraqalassi/dios

English (LSJ)

παραθαλασσίδιον, = παραθαλάσσιος (beside the sea, lying on the seaside, maritime), Th. 6.62, DC. 54.9.

German (Pape)

[Seite 478] -ττίδιος, = παραθαλάσσιος, Thuc. 6, 62 u. Sp., wie D. Cass. 54, 9.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

παραθαλάττιος -α -ον, f. ook -ος, Ion. παραθαλάσσιος en παραθαλασσίδιος (παρά, θάλαττα) aan zee gelegen, kust‑: subst. ἡ παραθαλαττία = ἡ παραθαλάσσιος = τὰ παραθαλάσσια = de kuststreek: τὰ παραθαλάσσια τῆς Ἑλλάδος = de kust van Griekenland Hdt. 3.135.1.

French (Bailly abrégé)

α, ον :
qui est sur le bord de la mer, maritime.
Étymologie: παρά, θάλασσα.

Russian (Dvoretsky)

παραθᾰλασσίδιος: атт. παραθᾰλαττίδιος 2 (ῐδ) Thuc. = παραθαλάσσιος I.

Greek (Liddell-Scott)

παραθᾰλασσίδιος: -ον, = τῷ ἑπομ., Θουκ. 6. 62· ὡσαύτως παρὰ μεταγεν. πεζογράφοις, Δίων Κάσ. 54. 9.

Greek Monolingual

-ον, Α
παραθαλάσσιος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)- + θάλασσα + επίθημα -ίδιος].

Greek Monotonic

παραθᾰλασσίδιος: -ον, = το επόμ., σε Θουκ.