τεσσαρακονταετής

From LSJ

Εἰ θνητὸς εἶ, βέλτιστε, θνητὰ καὶ φρόνει → Mortalis quum sis, intra mortalem sape → Bist sterblich du, mein Bester, denk auch Sterbliches

Menander, Monostichoi, 173
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τεσσᾰρᾰκοντᾰετής Medium diacritics: τεσσαρακονταετής Low diacritics: τεσσαρακονταετής Capitals: ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΝΤΑΕΤΗΣ
Transliteration A: tessarakontaetḗs Transliteration B: tessarakontaetēs Transliteration C: tessarakontaetis Beta Code: tessarakontaeth/s

English (LSJ)

τεσσαρακονταετές, forty years old, Hes.Op. 441; τ. χρόνος Act.Ap.7.23, 13.18; ἡλικία Sor.1.34:—Att. fem. τεττᾰρᾰκοντᾰέτις, ιδος, Pl.R. 460e: masc.also τεσσᾰρᾰκοντούτης, Gal. 15.504, M.Ant.11.1, (τεττ-) Luc.Herm.13.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
de quarante ans.
Étymologie: τεσσαράκοντα, ἔτος.

German (Pape)

ές, vierzigjährig, Hes. O. 443.

Russian (Dvoretsky)

τεσσᾰρᾰκοντᾰετής: сорокалетний Hes., NT.

Greek (Liddell-Scott)

τεσσᾰρακοντᾰετής: -ες, (καὶ τεσσαρακονταέτης, ες), ἔχων ἡλικίαν τεσσαράκοντα ἐτῶν, Ἡσιόδ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 439. ― Ἀττ. θηλ. τετταρακονταέτις, ιδος, Πλάτ. Πολ. 460Ε. 2) τ. χρόνος, περίοδος τεσσαράκοντα ἐτῶν, Κύριλλ. Ἀλ.

English (Strong)

from τεσσαράκοντα and ἔτος; of forty years of age: (+ full, of) forty years (old).

English (Thayer)

(τεσσαρακοντατεσσαρες) τεσσαρακοντατεσσαρων, forty-four: bez elz.]

Greek Monolingual

-ές και ως ουσ. τεσσαρακονταέτης και τεσσαραρακοντούτης, ο, ΝΜΑ, και τ. θηλ. τεσσαρακοντούτις Ν, και αττ. τ. αρσ. τετταρακοντούτης και τ. θηλ. τεσσαρακονταέτις, και τεσσαρακοντοῦτις, -ούτιδος, ΜΑ
1. αυτός που έχει ηλικία σαράντα χρόνων, σαραντάρης
2. αυτός που έχει διάρκεια σαράντα ετών («τεσσαρακονταετής συνθήκη ειρήνης»)
μσν.
το θηλ. ἡ τεσσαρακοντοῦτις
εκκλ. νηστεία σαράντα ημερών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τεσσαράκοντα + -ετης /ετής (< ἔτος), πρβλ. πεντηκοντα-ετής. Ο τ. τεσσαρακοντούτης < τεσσαρακονταετής, με συναίρεση και αναβιβασμό του τόνου (πρβλ. τριακοντούτης, πεντηκοντούτης)].

Greek Monotonic

τεσσᾰρακοντᾰετής: -ές (ἔτος), αυτός που έχει ηλικία σαράντα ετών, σε Ησίοδ.· Αττ. θηλ. τετταρακονταετίς, -ίδος, σε Πλάτ.

Middle Liddell

τεσσᾰρακοντᾰ-ετής, ές ἔτος
forty years old, Hes.:— Attic fem. τετταρακονταετίς, ίδος, Plat.

Chinese

原文音譯:tessarakontaet»j 特沙拉寬他-誒帖士
詞類次數:形容詞(2)
原文字根:四十-年
字義溯源:四十年,四十歲;由(τεσσαράκοντα / τεσσεράκοντα)=四十)與(ἔτος)*=年)組成,而 (τεσσαράκοντα / τεσσεράκοντα)出自(τέσσαρες)*=四)
出現次數:總共(2);徒(2)
譯字彙編
1) 四十年(1) 徒13:18;
2) 四十歲(1) 徒7:23