искусный
From LSJ
Russian > Greek
ἀκριβής, ἐπίκλοπος, ἴδρις, ἐπιστάμενος, κλυτόμητις, μηχανόεις, εὐπάλαμος, καλλιτέχνης, ποικιλότευκτος, δαιδάλεος, τεχνήεις, κατάτεχνος, εὐμήχανος, τεχνικός, ἔντεχνος, δαιδαλόχειρ, εὔτεχνος, σοφουργός, τεχνήμων, εὐεπήβολος, εὐχερής, αἵμων, χεριάρης, ἔνσοφος, δαΐφρων, γυμνάς, ἐνδέξιος, εὔχειρ, σοφός, ἐμπείραμος, ἐντρεχής, φιλότεχνος, μηχανικός, ἀριστοπόνος, ποικίλος, ἐπιδέξιος, δεξιός, χειροτεχνικός, μουσικός, ὀρθοδαής, τορευτός, κομψός, ἐσθλός, γλαφυρός, δυνατός