ἀπαγγελία
Ἡμερὶ πανθέλκτειρα, μεθυτρόφε, μῆτερ ὀπώρας ... → All-soothing vine, nurse of the wine, vintage's mother ... (Anthologia Palatina 7.24.1)
English (LSJ)
ἡ,
A report, e.g. of an ambassador, D.19.5,al., Arist.Rh.Al.1438b10; ἀπαγγελίαν ποιεῖσθαι Lycurg.14; in Psychology, reports of the senses, Plot.4.6.3.
2 narrative, recital, description, ὧν.. βραχεῖα ἡ ἀ. ἀρκεῖ Th. 3.67; lyric poetry is said to be δι' ἀπαγγελίας αὐτοῦ τοῦ ποιητοῦ Pl. R.394c, cf. Phld.Po.5.1425.2; dramatic poetry is expressed by action καὶ οὐ δι' ἀπαγγελίας Arist.Po.1449b26, cf. ib.ΙΙ, D.H.Comp. 20.
II diction, Id.Dem.25, Plu.Dem.2.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
I 1respuesta, informe, noticia traida por un embajador ὅτι ἐκ μὲν τῶν ἀπαγγελιῶν τὰ βουλεύσασθαι περὶ τῶν πραγμάτων ὑμῖν ἐστίν D.19.5, cf. 34.16, Anaximen.Rh.1438a9, Plb.10.43.4
•ἀπαγγελίαν ποιεῖσθαι = exponer un informe Lycurg.14, Plb.23.9.8.
2 información, mensaje LXX Ru.2.11, SB 3926.4 (I a.C.), de los sentidos, Plot.4.6.3.
II 1narración, relato de un historiador ὧν ... βραχεῖα ἡ ἀ. ἀρκεῖ Th.3.67.
2 narración o exposición lírica por oposición a la dramática δι' ἀπαγγελίας αὐτοῦ τοῦ ποιητοῦ Pl.R.394c, cf. Phld.Po.5.1425.2
•de la poesía dramática que se expresa por la acción οὐ δι' ἀπαγγελίας Arist.Po.1449b26, cf. 11.
3 ret. estilo, dicción, expresión σεμνὴ ἀπαγγελία Antipho Soph.B 44a, τὸ τῆς ἀπαγγελίας τάχος D.H.Comp.92.12, ὁ περιττὸς καλλωπισμὸς τῆς ἀπαγγελίας D.H.Dem.25, del estilo de Lisias, Plu.2.45a, cf. Hermog.Prog.1, Demetr.Eloc.114, Plu.Dem.2.
III crist. recitado Chor.Or.8.42, de la fórmula del bautismo τὴν ἀπαγγελίαν τῶν μυστικῶν ῥημάτων Chrys.M.61.348.
German (Pape)
[Seite 273] ἡ, Bericht, Erzählung, bes. von einer Gesandtschaft, Dem. 19, 5; ἀπαγγελίαν ποιεῖσθαι περί τινος, Bericht abstatten, Pol. 20, 14; die Erzählung des Geschichtsschreibers, Thuc. 3, 67; Plat. Rep. III, 394 c wird die lyrische Poesie bezeichnet ἡ ἀπαγγελία αὐτοῦ τοῦ ποιητοῦ. – Bei Rhett. Ausdruck, Styl. vgl. D. Hal. de C. V. p. 11. 181.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
1 réponse rapportée, rapport (d'un envoyé);
2 relation, récit;
3 diction, style.
Étymologie: ἀπαγγέλλω.
Russian (Dvoretsky)
ἀπαγγελία: ἡ
1 сообщение, донесение Arst., Dem., Polyb.;
2 повествование, рассказ Plut., Arst.;
3 красноречие, слог (κάλλος Ῥωμαϊκῆς ἀπαγγελίας Plut.).
Greek (Liddell-Scott)
ἀπαγγελία: ἡ, ἒκθεσις ἢ λογοδοσία πρεσβευτοῦ, ὃτι ἐκ... τῶν ἀπαγγελιῶν τὸ βουλεύσασθαι περὶ τῶν πραγμάτων ἡμίν ἐστιν Δημ. 242. 20, κ. ἀλλ., Ἀριστ. Ρητ. π. Ἀλ. 31, 2· ἀπ. ποιεῖσθαι Λυκοῦργ. 149. 29. 2) ἐξιστόρησις, ὧν... βραχεῖα ἡ απαγγελία ἀρκεῖ Θουκ. 3. 67· ἀπαγγελία ὡς καὶ νῦν οὓτως ἡ λυρικ. ποίησις λέγεται ὃτι εἶναι ἡ δι’ ἀπαγγελίας αὐτοῦ τοῦ ποιητοῦ Πλάτ. Πολ. 394C· ἡ δραματικὴ ποίησις ἐκφράζεται διὰ μιμήσεως πράξεως, καὶ οὐ δι’ ἀπαγγελίας Ἀριστ. Ποιητ. 6, 2, πρβλ. 5. 7. 2) ὑφος λόγου, λεκτικόν, Διον. Ἁλ. π. Συνθ. σ. 120.
Greek Monolingual
η (Α ἀπαγγελία)
έντεχνη, με ρυθμό και ύφος, εκφώνηση ή ανάγνωση ποιήματος
νεοελλ.
ανάγνωση, εκφώνηση (κυρίως σε δικαστήριο)
αρχ.
1. αναφορά, έκθεση πρεσβευτή
2. έκθεση σκέψεων, εννοιών
3. αφήγηση, διήγηση, εξιστόρηση, περιγραφή
4. το ύφος του λόγου, το «λεκτικόν» ενός ποιητή.
Greek Monotonic
ἀπαγγελία: ἡ,
1. αναφορά ή λογοδοσία, όπως αυτή ενός πρέσβη, σε Δημ.
2. αφήγηση, εξιστόρηση, από στήθους απαγγελία, σε Θουκ.
Middle Liddell
[from ἀπαγγέλλω
1. a report, as of an ambassador, Dem.
2. a narrative, recital, Thuc., Plat.
English (Woodhouse)
account, description, message, report