ἀπαγγέλλω

From LSJ

Πολλοῖς ὁ Δαίμων, οὐ κατ' εὔνοιαν φέρων, / Μεγάλα δίδωσιν εὐτυχήματ' ... (Euripides) → God brings great good fortune to many, not out of good will,...

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπαγγέλλω Medium diacritics: ἀπαγγέλλω Low diacritics: απαγγέλλω Capitals: ΑΠΑΓΓΕΛΛΩ
Transliteration A: apangéllō Transliteration B: apangellō Transliteration C: apaggello Beta Code: a)pagge/llw

English (LSJ)

fut. ἀπαγγελῶ, Ion. ἀπαγγελέω
A Simon.5.18: aor. 1 ἀπήγγειλα: pf. ἀπήγγελκα Plu.Fab.16:—Pass., pf. ἀπήγγελμαι Pl.Chrm.153c: aor. ἀπηγγέλθην Hdt.2.121.e/, E.Hec.672, later ἀπηγγέλην Plu.Galb.25:
1 of a messenger, bring tidings, report, τινί τι Il.9.626, etc., Pi.P.6.18, Hdt.3.25, etc.; τι πρός τινα A.Ch.266, X.An.6.3.22, etc.; ἀ. εἰς τὴν Ἑλλάδα, εἰς τὸ στρατόπεδον, ib.2.4.4, 6.4.25; τὰ παρά τινος ib.2.3.4; ταῦτα περί σου οἴκαδε Pl.Men.71c, cf. Hp.de Arte11, Th.4.122; ἀ. ἡδονάς, φόνον, E.IT642, Andr.1241: followed by relat. clause, ἐκέλευε τὸν ἄγγελον ἀπαγγέλλειν ὅτι.. Hdt.1.127, cf. X.An.2.3.5; ἀ. ὡς.. Lys.9.6: abs., πάλιν ἀ. bring back tidings, report in answer, Od.9.95: —Pass., ἐξ ὧν.. ἀπηγγέλλετό μοι as he was reported to me, D.21.25: c. part., ἀπηγγέλθη.. ὁ νέκυς ἐκκεκλεμμένος was reported to have been stolen away, Hdt.2.121.έ.
2 of a speaker or writer, report, relate, ὄψις ἀπαγγέλλει Id.1.210, cf. Arist.Rh.1417b9, Po.1448a21, D.H.Comp.20; ὧν ὁ παθὼν ἔνια.. οὐδ' ἂν ἀπαγγεῖλαι δύναιθ' ἑτέρῳ D.21.72; describe, Hp.Prorrh.2.3 (Pass.), cf. Plu.Fab.16; [Ῥωμαίους] ἡττημένους ὑπὸ τοῦ συγγραφέως ἀπηγγέλθαι Plb.1.15.11.
3 recite, declaim, Chor.in Rev.Phil.1.220.
II explain, interpret, a dream or riddle, LXX Ge.41.8, Jd.14.12.

Spanish (DGE)

• Alolema(s): tb. jón. ἀπαγγελέω Simon.37.26
I de un mensajero o alguien que trae una noticia, tb. fig. de una carta, una tumba, etc. anunciar abs. Od.9.95
c. ac. νίκαν Κρισαίαις ἐνὶ πτυχαῖς Pi.P.6.18, cf. Plb.12.28a.9, κακά A.Pers.330, ταῦτα Hdt.3.25, ἡδονάς E.IT 642, φόνον E.Andr.1241, τὰ παρὰ τῶν Ἑλλήνων X.An.2.3.4, τῶν Κελτῶν βούλησιν Plb.3.34.6, cf. LXX 1Ma.5.14, Eu.Matt.8.33
c. ac. y dat. μῦθον Δαναοῖσι Il.9.626, κρίσιν τοῖς ἔθνεσιν Eu.Matt.12.18, en v. pas. ἐξ ὧν ... ἀπηγγέλλετό μοι D.21.25
c. ac. y prep. c. ac. τάδε πρὸς τοὺς κρατοῦντας A.Ch.266, ταῦτα ... πρὸς τὸν Ξενοφῶντα X.An.6.3.22, ταῦτα ... εἰς τὸ στρατόπεδον X.An.6.4.25, c. solo prep. y ac. εἰς τὴν πόλιν Eu.Marc.5.14
c. ac. y otro giro preposicional ταῦτα περὶ σοῦ καὶ οἴκαδε Pl.Men.71c
c. dos giros preposicionales, uno de ac. ἐς τὰς Ἀθήνας ... περὶ αὐτῶν Th.4.122
c. inf. μυρίους αὑτοὺς ... εἶναι Plb.14.7.7, cf. Act.Ap.26.20
c. interr. indir. σαφῶς ἀπήγγειλ' ὅστις ἐστὶν ἁγαθός E.Supp.852, c. rel. ἀπαγγείλατε Ἰωάννει ἃ ἀκούετε Eu.Matt.11.4
c. or. complet.: c. ὅτι Hdt.1.127, c. αὐτῷ y ὅτι X.An.2.3.5, cf. en v. pas., Arr.Epict.1.1.28, c. ὡς Lys.9.6, X.An.2.4.4, Plb.32.6.9, c. πῶς Eu.Luc.8.36, c. ἵνα Eu.Matt.28.10
en v. pas. c. part. ἀπηγγέλθη ... ὁ νέκυς ἐκκεκλεμμένος Hdt.2.121ε.1, gen. abs. λόγου ἀπαγγελθέντος Is.Fr.16.
II 1c. otros sujetos, gener. de un orador o escritor relatar ὄψις ἀπαγγέλλει Hdt.1.210, τὰ ... ῥηθέντα Pl.Criti.108d, τὰ δυσχερέστατα Isoc.Ep.2.14, de los poetas τῶν γεγενημένων τὰς καλλίστας (τὰς πατρικὰς βασιλείας) ἡμῖν ἀπαγγέλλουσιν Isoc.9.36, ὧν ὁ παθὼν ἔνι' οὐδ' ἂν ἀπαγγεῖλαι δύναιθ' ἑτέρῳ D.21.72, τὰς πράξεις Anaximen.Rh.1438a4, cf. Arist.Rh.1417b9, Po.1448a21, D.H.Comp.89.6
describir en v. pas. ὀρθῶς ἀπήγγελται Hp.Prorrh.2.3
contar con detalle ἱστορίας Plu.Fab.16, en v. pas. (Ῥωμαίους) ἡττημένους ... ὑπὸ τοῦ συγγραφέως ἀπηγγέλθαι Plb.1.15.11
revelar μηδ' ἀπαγγείλῃ (Penteo) θεοῦ χοροὺς κρυφαίους = que no pueda revelar las danzas secretas del dios E.Ba.1108
proclamar de un general εἰρήνην Aeschin.2.80, εὔνοιαν Aeschin.2.17, de los romanos αὐτοῖς πόλεμον Plb.3.10.1.
2 ret. recitar, declamar μοιχείας Chor.Or.8.36.
3 interpretar τὸ ἐνύπνιον ... τῷ Φαραω LXX Ge.41.8
resolver τὸ πρόβλημα LXX Id.14.12.

German (Pape)

[Seite 273] aor. II. ἀπήγγελον Her. 4, 153, ἀπηγγέλη Plut. frat. am. 18, άπήγγελκα Fab. Max. 16, melden, berichten, Botschaft bringen, τινί τι, Hom. öfter, z. B. μῦθον Δαναοῖσι Il. 9, 626; ἀπαγγεῖλαι πάλιν Botschaft zurückbringen Od. 9, 95; ἥ οἱ ἀπαγγέλλεσκε Διὸς νόημα, verkünden, Iliad. 17, 409; ἀπαγγέλλεσκε, er that öfter Botengänge, Od. 18, 7; Pind. νίκαν P. 4, 18; Tragg. u. Prosa; vom Gesandten, Xen. oft u. A.; vgl. Her. 1, 127; Pol. 1, 29; πόλεμον, Krieg ankündigen, 3, 10; antworten, Plat. Ep. VII, 346 d; τὶ πρός τινα Xen. An. 6, 3, 22, an Einen etwas berichten; ἐπὶ τὰ κοινά Thuc. 5, 37; εἰς τὴν Ἑλλάδα, εἰς τὴν πόλιν Xen. An. 2, 4, 4. 6, 4, 25; ἡττημένος ἀπήγγελταί τις ὑπό τινος, es wird gemeldet, daß er besiegt ist, Pol. 1, 15, 11.

French (Bailly abrégé)

f. ἀπαγγελῶ, ao. ἀπήγγειλα, pf. ἀπήγγελκα;
I. apporter une réponse : πάλιν ἀπ. OD revenir rapporter une réponse;
II. p. ext. revenir annoncer ; ὡς ἀπαγγέλλουσί μοι EUR comme on me le rapporte, comme je l'entends dire;
III. p. suite :
1 révéler;
2 décrire;
3 rapporter, traduire.
Étymologie: ἀπό, ἀγγέλλω.

Russian (Dvoretsky)

ἀπαγγέλλω:
1 приносить весть, сообщать, доносить, объявлять (τινί τι Hom. и πρός τινα Aesch., Xen., τι περί τινος Thuc., Xen., Plat.): ἡττημένοι ἀπηγγέλθησαν Polyb. было сообщено об их поражении; ἀ. τινὶ πόλεμον Polyb. объявлять кому-л. войну;
2 знаменовать, свидетельствовать (ἡ ὄψις ἀπαγγέλλει τι Her.);
3 рассказывать, описывать (τὰς προγεγενημένας πράξεις Arst.; τὰ τῶν γενομένων ἀκριβῶς Plut.);
4 пересказывать, излагать, переводить (ὁ ἑρμηνεὺς μακρῶς ἀπήγγειλε Plut.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀπαγγέλλω: μέλλ. -αγγελῶ, Ἰων. -έω, Σιμων. 12. 20: ἀόρ. α΄ -ήγγειλα: - Παθ. πρκμ. -ήγγελμαι Πλάτ. Χαρμ. 153C: ἀόρ. -ηγγέλθην Ἡροδ. 2. 121. 5, Εὐρ. Ἑκ. 672· μεταγεν. -ηγγέλην Πλουτ. Γάλβ. 25: 1) ἐπὶ ἀγγέλου, δηλ. ἀπεσταλμένου, ἀναγγέλλω, μηνύω, γνωστοποιῶ, τινί τι Ἰλ. Ι. 626 κτλ., Ἡροδ. 3. 25, καὶ συχν. παρ’ Ἀττ.· ὡσαύτως, τι πρός τινα Αἰσχύλ. Χο. 266, Ξεν. Ἀν. 6. 3, 22, κτλ.· ἀπ. εἰς τὴν Ἑλλάδα, εἰς τὸ στρατόπεδον, κτλ., ὁ αὐτ. 2. 4, 4., 6. 2, 25· τὰ παρά τινος αὐτόθι 2. 3, 4· ταῦτα περί σου οἴκαδε Πλάτ. Μένων 71C, πρβλ. Ἱππ. 6. 53, Θουκ. 4. 122· ἀπ. ἡδονάς, φόνον Εὐρ. Ι. Τ. 641, Ἀνδρ. 1241: ― ἑπομένης ἐξηρτημένης προτάσεως, ἐκέλευε τὸν ἂγγελον ἀπαγγέλειν ὅτι... Ἡρόδ. 1. 127. Ξεν. Ἀν. 2. 3, 5· ἀπ. ὡς... Λυσ. 114. 38: ― ἀπολ., πάλιν ἀπ., φέρω ὀπίσω εἰδήσεις, Ὀδ. Ι. 95: ― Παθ., ἐξ ὧν... ἀπηγγέλλετό μοι, ὡς εἶχόν μοι ἀναγγείλῃ περὶ αὐτοῦ, Δημ. 522. 25· μετὰ μετοχ., ἀπηγγέλθη... ὁ νέκυς ἐκκεκλεμμένος, ἀνηγγέλθη ὅτι εἶχε κλαπῇ τὸ νεκρὸν σῶμα, Ἡρόδ. 2. 121, 5, πρβλ. Πολύβ. 1. 15, 11. 2) ἐπὶ ἀγορητοῦ ἢ συγγραφέως, διηγοῦμαι, ἀφηγοῦμαι, λέγω, Ἡρόδ. 1. 210, Ἀριστ. Ρητ. 3. 16, 10, Ποιτητ. 3. 1· ὧν ὁ παθὼν… οὐδ’ ἂν ἀπαγγεῖλαι δύναιθ’ ἑτέρῳ Δημ. 537. 27· περιγράφω, Ἱππ. Προρρ. 84, Πλουτ. Φάβ. 16.

English (Autenrieth)

ipf. iter. ἀπαγγέλλεσκε, and aor.: bring tidings, report; τινί τι, Il. 9.626.

English (Slater)

ἀπαγγέλλω proclaim φάει δὲ πρόσωπον ἐν καθαρῷ πατρὶ τεῷ, Θρασύβουλε, κοινάν τε γενεᾷ λόγοισι θνατῶν εὔδοξον ἅρματι νίκαν Κρισαίαις ἐνὶ πτυχαῖς ἀπαγγελεῖ the forefront, sc. of my treasury of song, will proclaim (P. 6.18)

English (Strong)

from ἀπό and the base of ἄγγελος; to announce: bring word (again), declare, report, show (again), tell.

English (Thayer)

imperfect ἀπήγγελλον; future ἀπαγγελῶ; 1st aorist ἀπήγγειλα; 2nd aorist passive ἀπηγγελην (Homer down);
1. ἀπό τίνος to bring tidings (from a person or thing), bring word, report: R G L Tr brackets); Rec.), Mark 16:(τίνι τί (Tdf. ἀναγγέλλω)); Mark ( L marginal reading R G ἀναγγέλλω)); L T Tr WH; τίνι followed by ὅτι, R G; followed by πῶς, τί πρός τινα, τίνι περί τίνος, τί περί τίνος, λέγων and direct discourse, εἰς with an accusative of place, to carry tidings to a place, Rec. ἀνήγγειλαν); Xenophon, an. 6,2 (4), 25; Josephus, Antiquities 5,11, 3; εἰς τούς ἀνθρώπους, Sept.).
2. to proclaim (ἀπό, because what one announces he openly lays, as it were, off from himself, cf. German abkündigen), to make known openly, declare: universally, περί τίνος, τίνι περί τοῦ, L T Tr WH); by teaching, τί, τίνι τί, τίνι, with infinitive, T WH Tr marginal reading); by avowing and praising, τίνι τί, Psalm 21(22):Sept. διηγήσομαι)); (ὅτι, 1 Corinthians 14:25.

Greek Monolingual

ἀπαγγέλλω κ. ιων. ἀπαγγελέω)
νεοελλ.
1. διαβάζω ή εκφωνώ με έντεχνο ύφος ποίημα
2. (κυρίως σε δικαστήριο) διαβάζω, εκφωνώ («απάγγειλε την κατηγορία»)
αρχ.
(για αγγελιαφόρο)
1. μεταφέρω ειδήσεις ή μηνύματα, αναγγέλλω, γνωστοποιώ
2. φρ. «πάλιν απαγγέλλω», φέρνω πίσω ειδήσεις ή απάντηση
3. (για ομιλητή ή συγγραφέα) αναφέρω, αφηγούμαι, διηγούμαι
4. περιγράφω
5. εξηγώ, ερμηνεύω.

Greek Monotonic

ἀπαγγέλλω: μέλ. -αγγελῶ, Ιων. -έω· αόρ. αʹ -ήγγειλα — Παθ. παρακ. -ήγγελμαι, αόρ. αʹ -ηγγέλθην, μεταγεν. -ηγγέλην·
1. λέγεται για αγγελιαφόρο ή απεσταλμένο, φέρνω ειδήσεις, αναφέρω, ανακοινώνω, γνωστοποιώ, τί τινι, σε Ομήρ. Ιλ., Ηρόδ. κ.λπ.· τι πρός τινα, σε Αισχύλ. κ.λπ.· ἀπαγγέλλω τι οἴκαδε, φέρνω μήνυμα ή αναφορά στην πατρίδα μου, σε Πλάτ.· απόλ., πάλιν ἀπαγγέλλω, φέρνω πίσω ειδήσεις, αναφέρω απαντώντας σε, σε Ομήρ. Οδ. — Παθ., ἐξὧν ἀπηγγέλετο, εξ όσων ανέφερε ή ανήγγειλε, σε Δημ.· με μτχ., ἀπηγγέλθη ἐκκεκλεμμένος, αναφέρθηκε ότι είχε κλαπεί, σε Ηρόδ.
2. λέγεται για αγορητή ή συγγραφέα, διηγούμαι, αφηγούμαι, λέγω, εξιστορώ, στον ίδ., Αττ.

Middle Liddell

1. of a messenger, to bring tidings, report, announce, τί τινι Il., Hdt., etc.; τι πρός τινα Aesch., etc.; ἀπ. τι οἴκαδε to carry a report home, Plat.:—absol., πάλιν ἀπ. to bring back tidings, report in answer, Od.:—Pass., ἐξ ὧν ἀπηγγέλλετο as he was reported, Dem.; c. part., ἀπηγγέλθη ἐκκεκλεμμένος was reported to have been stolen away, Hdt.
2. of a speaker or writer, to relate, narrate, Hdt., Attic

Chinese

原文音譯:¢paggšlw 阿普-昂給羅
詞類次數:動詞(44)
原文字根:從-信息 相當於: (נָגַד‎)
字義溯源:宣告,報告,報給,報信,報導,稟報,傳給,宣講,宣佈,介紹,說出來,講述,述說,告訴;由(ἀπό / ἀπαρτί / ἀποπέμπω)*=從)與(ἄγγελος)=使者)組成;而 (ἄγγελος)出自(ἀγγελία)X*=帶來消息)。參讀 (ἀγγέλλω)同義字
出現次數:總共(41);太(8);可(3);路(11);徒(14);林前(1);帖前(1);來(1);約壹(2)
譯字彙編
1) 告訴(14) 太11:4; 太14:12; 可6:30; 可16:10; 可16:13; 路7:22; 路8:20; 路8:34; 路13:1; 徒12:17; 徒16:36; 徒22:26; 徒23:16; 徒23:19;
2) 告訴了(3) 路7:18; 路8:36; 路14:21;
3) 稟報(2) 徒5:22; 徒5:25;
4) 報給(2) 太28:8; 太28:10;
5) 傳給(2) 約壹1:2; 約壹1:3;
6) 報導(1) 帖前1:9;
7) 報告(1) 徒28:21;
8) 宣告(1) 林前14:25;
9) 她們⋯告訴(1) 路24:9;
10) 我要⋯傳於(1) 來2:12;
11) 那人⋯告訴(1) 徒11:13;
12) 宣講(1) 徒26:20;
13) 他要將⋯傳(1) 太12:18;
14) 報告說(1) 徒12:14;
15) 說出來(1) 路8:47;
16) 都報給(1) 太28:11;
17) 講述(1) 太8:33;
18) 告訴人(1) 路9:36;
19) 他們告訴(1) 路18:37;
20) 述說(1) 徒15:27;
21) 就報信(1) 太2:8;
22) 述說出來(1) 徒4:23;
23) 要告訴(1) 徒23:17

English (Woodhouse)

announce, declare, impart, report

⇢ Look up "ἀπαγγέλλω" on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)

Lexicon Thucydideum

renuntiare, to report back, 1.22.1, 1.29.4, 1.91.2, 2.73.2, 2.74.1. 3.4.1, 3.24.3, 4.38.3, sq. following ὅτι.4.122.4, 5.37.1, 5.37.4. 5.46.4. 6.33.1, 7.8.2, [vulgo commonly ἀπαγγείλωσιν]. 7.83.1, 8.6.4, 8.51.3, [vulgo commonly ἐξαγγείλας, Vat. Vatican manuscript ἐσαγγείλας]. 8.74.1. [vulgo commonly ἀγγ.] 8.86.3, [vulgo commonly ἀπήγγελον] Ibid. in the same place 8.89.1.