ἀρία

From LSJ

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀρία Medium diacritics: ἀρία Low diacritics: αρία Capitals: ΑΡΙΑ
Transliteration A: aría Transliteration B: aria Transliteration C: aria Beta Code: a)ri/a

English (LSJ)

ἡ, Dor. for φελλόδρυς, holm oak, evergreen oak, holly oak, Quercus ilex Thphr. HP 3.16.3, al. (Prob. for ἀρέα, cf. ἀρέϊνος.)

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
dór. encina, Quercus ilex L., variedad agrifolia Eup.491, Thphr.HP 3.16.3, cf. Hsch.α 7210.

German (Pape)

[Seite 350] ἡ, eine Eichenart, auch φελλόδρυς genannt, Theophr.; auch ein Strauch, pyrusaria, nach Sprengel.

Greek (Liddell-Scott)

ἀρία: ἡ, εἶδος δρυός, = φελλόδρυς, κοινῶς «ἀριά», Θεοφρ. Ἱστ. Φ. 3. 16. 3.

Greek Monolingual

και ανάρια επίρρ.
1. αραιά
2. σπάνια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πληθ. ουδ. του επιθ. αριός < αραιός].

Greek Monolingual

η
τραγούδι για μία φωνή, σόλο, με οργανική συνοδεία (κυρίως στην όπερα αλλά και σε καντάτες και ορατόρια).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. aria, αρχ. σημασία «ατμοσφαιρικός αέρας» < λατ. aera, αιτ. του aer «αέρας» (< ελλην. αέρα, αιτ. του αήρ)
κατ' άλλους ιταλ. aria < λατ. aerea, θηλ. του aereus «αέριος» (< aer < αήρ). Κατόπιν μεταγενέστερης επιδράσεως του (αρχ. γαλλ.) aire, ο τ. aria προσέλαβε αργότερα και τη σημασία «τρόπος», απ' όπου αναπτύχθηκε και η σημασία «της μελωδίας, του σκοπού» (πρβλ. και γερμ. Weise «τρόπος, μελωδία, σκοπός»)].

Frisk Etymological English

Grammatical information: f.
Meaning: Dorian for φελλόδρυς holm-oak (Thphr.)
Derivatives: On Delos we have ἀρείνος of oak (IG XI 2, 161 A, 70.
Origin: XX [etym. unknown]
Etymology: Unknown.