губительный: Difference between revisions

From LSJ

ψυχῆς ἀγῶνα τὸν προκείμενον πέρι δώσων → to stand the appointed trial for his life, to stand the appointed struggle for life and death

Source
(2)
 
mNo edit summary
 
(2 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{ruel
{{ruel
|rueltext=[[δύσφρων]], [[ἄκαρπος]], [[φθινάς]], [[δηλήμων]], [[βλαβερός]], [[πάμφθαρτος]], [[διαφθαρτικός]], [[δάϊος]], [[δήϊος]], [[οὖλος]], [[οὐλόμενος]], [[ὀλόμενος]], [[ἀλιτηριώδης]], [[λοίγιος]], [[ὀλόεις]], [[θυμοφθόρος]], [[οὔλιος]], [[φθισήνωρ]], [[ἀΐδηλος]], [[ἀΐδαλος]], [[ὀλοόφρων]], [[ἀταρτηρός]], [[λυγρός]], [[πευκεδανός]], [[φόνιος]], [[πολύπονος]], [[ἀνήκεστος]], [[ὀλέθριος]], [[ὀλοός]], [[ὀλοιός]], [[λοιγός]], [[φθερσιγενής]], [[θανατώδης]], [[νοσώδης]], [[ἀναρπάξανδρος]], [[ἀραῖος]], [[φθοροποιός]], [[θανάσιμος]], [[θανατηφόρος]], [[βριθύς]], [[φονεύς]], [[θυμοραϊστής]], [[ἀνδροφόνος]], [[φοίνιος]]
|rueltext=[[ἀΐδαλος]], [[ἀΐδηλος]], [[αἱματηρός]], [[ἄκαρπος]], [[ἀλιτηριώδης]], [[ἀναρπάξανδρος]], [[ἀνδροφόνος]], [[ἀνήκεστος]], [[ἀραῖος]], [[ἀταρτηρός]], [[βλαβερός]], [[βριθύς]], [[δάϊος]], [[δήϊος]], [[δηλήμων]], [[διαφθαρτικός]], [[δύσφρων]], [[θανάσιμος]], [[θανατηφόρος]], [[θανατώδης]], [[θυμοραϊστής]], [[θυμοφθόρος]], [[λοίγιος]], [[λοιγός]], [[λυγρός]], [[νοσώδης]], [[ὀλέθριος]], [[ὀλόεις]], [[ὀλοιός]], [[ὀλόμενος]], [[ὀλοός]], [[ὀλοόφρων]], [[οὔλιος]], [[οὐλόμενος]], [[οὖλος]], [[πάμφθαρτος]], [[πευκεδανός]], [[πολύπονος]], [[φθεισήνωρ]], [[φθεισίβροτος]], [[φθερσίβροτος]], [[φθερσιγενής]], [[φθινάς]], [[φθισήνωρ]], [[φθισίβροτος]], [[φθισίμβροτος]], [[φθοροποιός]], [[φοίνιος]], [[φονεύς]], [[φόνιος]]
}}
}}

Latest revision as of 09:20, 10 April 2022