διαφάνεια: Difference between revisions

From LSJ

ἅτε γὰρ ἐννάλιον πόνον ἐχοίσας βαθύν σκευᾶς ἑτέρας, ἀβάπτιστος εἶμι φελλὸς ὣς ὑπὲρ ἕρκος ἅλμας → for just as when the rest of the tackle labors in the depths of the sea, like a cork I shall go undipped over the surface of the brine | as when the other part of the tackle is laboring deep in the sea, I go unsoaked like a cork above the surface of the sea

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)( [ὁἡ]) ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2, $3 $4")
mNo edit summary
Line 1: Line 1:
{{LSJ1
{{LSJ1
|Full diacritics=διαφάνεια
|Full diacritics=διαφᾰ́νεια
|Medium diacritics=διαφάνεια
|Medium diacritics=διαφάνεια
|Low diacritics=διαφάνεια
|Low diacritics=διαφάνεια
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0609.png Seite 609]] ἡ, Durchscheinen, Durchsichtigkeit, von Steinen, Plat. Phaed. 110 d.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0609.png Seite 609]] ἡ, [[Durchscheinen]], [[Durchsichtigkeit]], von Steinen, Plat. Phaed. 110 d.
}}
}}
{{bailly
{{bailly
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{elnl
{{elnl
|elnltext=διαφάνεια -ας, ἡ [διαφαίνω] [[doorzichtigheid]].
|elnltext=διαφάνεια -ας, ἡ [διαφαίνω] [[doorzichtigheid]].
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''διαφάνεια:''' (φᾰ) ἡ [[яркость]], [[блеск или прозрачность]] ([[τελειότης]] καὶ δ. Plat.).
|elrutext='''διαφάνεια:''' (φᾰ) ἡ [[яркость]], [[блеск]] или [[прозрачность]] ([[τελειότης]] καὶ δ. Plat.).
}}
}}
{{grml
{{grml

Revision as of 08:13, 11 May 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διαφᾰ́νεια Medium diacritics: διαφάνεια Low diacritics: διαφάνεια Capitals: ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ
Transliteration A: diapháneia Transliteration B: diaphaneia Transliteration C: diafaneia Beta Code: diafa/neia

English (LSJ)

[φᾰ], ἡ, transparency, Pl.Phd.110d.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
transparencia τὰ ὄρη ... καὶ τοὺς λίθους ἔχειν ... τήν τε λειότητα καὶ τὴν διαφάνειαν καὶ τὰ χρώματα καλλίω Pl.Phd.110d, τὸν δ' ἄλλον οὐρανὸν ... μὴ ὁρᾶσθαι ... διαφανείᾳ οὐκ ἀντιτύπῳ que el resto del cielo no se ve a causa de una transparencia que no presenta resistencia Plot.2.1.7, cf. Alex.Aphr.de An.45.10, in Sens.49.5, τοῦ ὑέλου Gp.5.7.2, ἡ δ. τοῦ ... χιτῶνος Paul.Aeg.6.21.2, ἡ τοῦ αἰσθητηρίου δ. Alex.Aphr.in Mete.148.16, ἡ δ. τοῦ ἀέρος Mich.in PA 40.17, Sophon.in de An.27.1, cf. Anon.Hier.Luc.1.40.

German (Pape)

[Seite 609] ἡ, Durchscheinen, Durchsichtigkeit, von Steinen, Plat. Phaed. 110 d.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
transparence.
Étymologie: διαφανής.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

διαφάνεια -ας, ἡ [διαφαίνω] doorzichtigheid.

Russian (Dvoretsky)

διαφάνεια: (φᾰ) ἡ яркость, блеск или прозрачность (τελειότης καὶ δ. Plat.).

Greek Monolingual

η (ΑΝ)
η ιδιότητα του διαφανούς
νεοελλ.
η ιδιότητα κάποιων σωμάτων να επιτρέπουν τη δίοδο του φωτός, ώστε να φαίνονται τα αντικείμενα που υπάρχουν πίσω από αυτά
2. μτφ. διαφάνεια λόγων, πράξεων
λόγοι ή πράξεις που δεν έχουν μυστικό χαρακτήρα, αλλά λέγονται ή πράττονται φανερά, υπό το φως της δημοσιότητας
3. φυσ. στην Οπτική το πηλίκο ζ / ζο, όπου ζο είναι η ένταση της φωτεινής δέσμης και ζ η ένταση της φωτεινής δέσμης αφού πέρασε από τη διαφανή επιφάνεια
4. (οικον.) η καθαρότητα της αγοράς του ελεύθερου ανταγωνισμού, όπου κάθε πράξη είναι εμφανής και γίνεται άμεσα αντιληπτή στον καθένα.

Greek Monotonic

διαφάνεια: ἡ, = διάφασις, διαύγεια, καθαρότητα, σε Πλάτ.

Greek (Liddell-Scott)

διαφάνεια: ἡ, = διάφασις, ἡ ἰδιότης τοῦ διαφανοῦς, Πλάτ. Φαίδωνι 110D.

Middle Liddell

n = διάφασις [from διαφᾰνής]
transparency, Plat.