φιλοκτήμων: Difference between revisions

From LSJ

ἔστιν οὖν τραγῳδία μίμησις πράξεως σπουδαίας καὶ τελείας μέγεθος ἐχούσης, ἡδυσμένῳ λόγῳ χωρὶς ἑκάστου τῶν εἰδῶν ἐν τοῖς μορίοις, δρώντων καὶ οὐ δι' ἀπαγγελίας, δι' ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν → Tragedy is, then, a representation of an action that is heroic and complete and of a certain magnitude—by means of language enriched with all kinds of ornament, each used separately in the different parts of the play: it represents men in action and does not use narrative, and through pity and fear it effects relief to these and similar emotions.

Source
(12)
 
m (LSJ1 replacement)
 
(7 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=filoktimon
|Transliteration C=filoktimon
|Beta Code=filokth/mwn
|Beta Code=filokth/mwn
|Definition=ονος, ὁ, ἡ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> = [[φιλοκτέανος]], <span class="bibl">Sol.36.19</span>, <span class="bibl">Ptol.<span class="title">Tetr.</span>158</span>.</span>
|Definition=-ονος, ὁ, ἡ, = [[φιλοκτέανος]], Sol.36.19, Ptol.''Tetr.''158.
}}
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1281.png Seite 1281]] = [[φιλοκτέανος]], Solon. frg. 28 in VLL.
}}
{{ls
|lstext='''φῐλοκτήμων''': -ονος, ὁ, ἡ, ὁ ἀγαπῶν τὰ κτήματα, [[φιλοκερδής]], [[φιλοχρήματος]], Σόλων 35. 19· μὴ γίνου [[φιλάργυρος]], μὴ [[αἰσχροκερδής]], μὴ [[φιλοκτήμων]] Ἀθαν. τ. 2, σ. 361D, Γρηγ. Νύσσ. τ. 2, σ. 264, κλπ., Ἡσύχ., Φώτ., Σουΐδ. ἐν λ. [[φιλοκτέανος]].
}}
{{grml
|mltxt=-ον, ΝΜΑ<br />(<b>[[λόγιος]] τ.</b>) αυτός που επιθυμεί έντονα και επιδιώκει επίμονα την [[συσσώρευση]] κτημάτων, την [[πρόσκτηση]] υλικών κερδών, [[πλεονέκτης]], [[άπληστος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>φιλ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>κτήμων</i> (<span style="color: red;"><</span> [[κτήμα]]), [[πρβλ]]. [[πολυκτήμων]]].
}}
}}

Latest revision as of 12:01, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φῐλοκτήμων Medium diacritics: φιλοκτήμων Low diacritics: φιλοκτήμων Capitals: ΦΙΛΟΚΤΗΜΩΝ
Transliteration A: philoktḗmōn Transliteration B: philoktēmōn Transliteration C: filoktimon Beta Code: filokth/mwn

English (LSJ)

-ονος, ὁ, ἡ, = φιλοκτέανος, Sol.36.19, Ptol.Tetr.158.

German (Pape)

[Seite 1281] = φιλοκτέανος, Solon. frg. 28 in VLL.

Greek (Liddell-Scott)

φῐλοκτήμων: -ονος, ὁ, ἡ, ὁ ἀγαπῶν τὰ κτήματα, φιλοκερδής, φιλοχρήματος, Σόλων 35. 19· μὴ γίνου φιλάργυρος, μὴ αἰσχροκερδής, μὴ φιλοκτήμων Ἀθαν. τ. 2, σ. 361D, Γρηγ. Νύσσ. τ. 2, σ. 264, κλπ., Ἡσύχ., Φώτ., Σουΐδ. ἐν λ. φιλοκτέανος.

Greek Monolingual

-ον, ΝΜΑ
(λόγιος τ.) αυτός που επιθυμεί έντονα και επιδιώκει επίμονα την συσσώρευση κτημάτων, την πρόσκτηση υλικών κερδών, πλεονέκτης, άπληστος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο)- + -κτήμων (< κτήμα), πρβλ. πολυκτήμων].