κυκλάς: Difference between revisions

From LSJ

κατ' ἀρχῆς γὰρ φιλαίτιος λεώςpeople are always ready to blame the rulers, people are against authority, people were fond of anything by which they could call authority in question

Source
(6_4)
m (Text replacement - "E.''Ion'' " to "E.''Ion''")
 
(30 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=kyklas
|Transliteration C=kyklas
|Beta Code=kukla/s
|Beta Code=kukla/s
|Definition=άδος, ἡ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">encircling</b>, <b class="b3">αὶ Κυκλάδες νῆσοι</b> the <span class="title">Cyclades</span>, islands in the Aegaean Sea, which <b class="b2">encircle</b> Delos, <span class="bibl">Hdt.5.31</span>, <span class="bibl">Th.1.4</span>, <span class="bibl">Isoc.4.136</span>, <span class="bibl">12.43</span>, cf. <span class="bibl">Theoc.17.90</span>, <span class="bibl">Str.10.5.1</span>: without <b class="b3">νῆσοι</b>, <span class="bibl">Th.2.9</span>; so <b class="b3">Κυκλάδας νησαίας πόλεις</b> the cities of those islands, <span class="bibl">E.<span class="title">Ion</span>1583</span>. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">2</span> <b class="b2">recurrent</b>, of Time, <span class="bibl">Orph.<span class="title">H.</span>53.7</span>. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> Subst. <b class="b3">κυκλάς</b> (sc. <b class="b3">ἐσθής</b>), ἡ, <b class="b2">a woman's garment with a border all round it</b>, Pro<span class="bibl">p.4(5).7.40</span>. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">2</span> <b class="b2">part of an irrigation-machine</b>, <span class="bibl"><span class="title">PLond.</span>3.776.10</span> (vi A.D.).</span>
|Definition=κυκλάδος, ἡ,<br><span class="bld">A</span> [[encircling]], <b class="b3">αὶ Κυκλάδες νῆσοι</b> the ''Cyclades'', islands in the Aegaean Sea, which [[encircle]] Delos, [[Herodotus|Hdt.]]5.31, Th.1.4, Isoc.4.136, 12.43, cf. Theoc.17.90, Str.10.5.1: without [[νῆσοι]], Th.2.9; so <b class="b3">Κυκλάδας νησαίας πόλεις</b> the cities of those islands, [[Euripides|E.]]''[[Ion]]''1583.<br><span class="bld">2</span> [[recurrent]], of [[time]], Orph.''H.''53.7.<br><span class="bld">II</span> Subst. [[κυκλάς]] (''[[sc.]]'' [[ἐσθής]]), ἡ, [[a woman's garment with a border all round it]], Prop.4(5).7.40.<br><span class="bld">2</span> [[part of an irrigation-machine]], ''PLond.''3.776.10 (vi A.D.).
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1526.png Seite 1526]] άδος, ἡ, rund, kr e i <b class="b2">ssörmig</b>, Orph. u. Nonn. oft; auch mit masc. verbunden, [[κόσμος]] Paul. Sil. amb. 162; – sich im Kreise bewegend, <b class="b2">umkreisend</b>, ὧραι, Nonn., wie Eur. Alc. 448, die im Kreislaufe wiederkehrenden Jahreszeiten; [[τέχνη]], die Kunst, die Lanze im Kreise zu schwingen, D. 22, 208 u. öfter; – sc. [[ἐσθής]], ein Staatskleid der Frauen, mit rund herumlaufendem Saume. – Im <b class="b2">Kreise herumliegend</b>, νῆσοι, Eur. Ion 1583, bes. die kykladischen Inseln des ägäischen Meeres, vgl. nom. pr.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1526.png Seite 1526]] άδος, ἡ, rund, kr e i [[ssörmig]], Orph. u. Nonn. oft; auch mit masc. verbunden, [[κόσμος]] Paul. Sil. amb. 162; – sich im Kreise bewegend, [[umkreisend]], ὧραι, Nonn., wie Eur. Alc. 448, die im Kreislaufe wiederkehrenden Jahreszeiten; [[τέχνη]], die Kunst, die Lanze im Kreise zu schwingen, D. 22, 208 u. öfter; – ''[[sc.]]'' [[ἐσθής]], ein Staatskleid der Frauen, mit rund herumlaufendem Saume. – Im [[Kreise herumliegend]], νῆσοι, Eur. Ion 1583, bes. die kykladischen Inseln des ägäischen Meeres, vgl. nom. pr.
}}
{{bailly
|btext=άδος<br /><i>adj. f.</i><br /><b>1</b> [[circulaire]] ; <i>subst.</i> ἡ [[κυκλάς]] rond, circonférence ; αἱ Κυκλάδες (νῆσοι) les Cyclades, <i>îles de la mer Égée, disposées circulairement autour de Délos</i>;<br /><b>2</b> <i>fig.</i> qui accomplit une révolution circulaire <i>en parl. du temps</i>.<br />'''Étymologie:''' [[κύκλος]].
}}
{{elnl
|elnltext=κυκλάς -άδος [κύκλος] plur. dat. Κυκλάδεσσι zich in een kring(loop) voortbewegend:. ὥρα κυκλάς het seizoen dat zich in een kring voortbeweegt Eur. Alc. 448. plur. subst. αἱ Κυκλάδες (''[[sc.]]'' νῆσοι) Cycladen.
}}
{{elru
|elrutext='''κυκλάς:''' άδος (ᾰδ) adj. f<br /><b class="num">1</b> [[кругообразно расположенная]] (νησαῖαι πόλεις Eur.);<br /><b class="num">2</b> [[совершающая круговое движение]] ([[ὥρα]] Eur. - [[varia lectio|v.l.]] [[κύκλος]]).
}}
{{grml
|mltxt=[[κυκλάς]], -[[άδος]], ἡ (Α) [[κύκλος]]<br /><b>1.</b> (για την ώρα) αυτή που επανέρχεται κυκλικά<br /><b>2.</b> αυτή που περικυκλώνει [[κάτι]]<br /><b>3.</b> αυτή που περιβάλλεται από [[κάτι]]<br /><b>4.</b> [[μέρος]] αρδευτικής μηχανής<br /><b>5.</b> <b>ως ουσ.</b> [[είδος]] γυναικείου ενδύματος με [[κράσπεδο]]<br /><b>6.</b> <b>φρ.</b> «[[κυκλάς]] νοῦσος» [[νόσος]] που διαρκεί για πολύ.
}}
{{lsm
|lsmtext='''κυκλάς:''' -[[άδος]], ἡ ([[κύκλος]]), [[κυκλικός]], [[στρογγυλός]], [[κυκλικός]]· λέγεται και για το χρόνο, επανερχόμενος, σε Ευρ.· <i>αἱ Κυκλάδες</i> (ενν. <i>νῆσοι</i>), οι Κυκλάδες, νησιά στο Αιγαίο [[πέλαγος]], οι οποίες κυκλώνουν τη Δήλο, σε Αττ.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''κυκλάς''': -άδος, ἡ, [[στρογγύλος]], [[κυκλοτερής]], [[κυκλικός]]· καὶ ἐπὶ χρόνου, ἐπανερχόμενος κυκλικῶς, ἐπανερχόμενος τακτικῶς, ὥρα Εὐρ. Ἄλκ. 449· αἱ Κυκλάδες (δηλ. νῆσοι), αἱ ἐν τῷ Αἰγαίῳ νῆσοι ὡς οὖσαι κύκλῳ τῆς Δήλου, Ἰσοκρ. 68D, 241C, πρβλ. Στράβ. 485· οὕτω κυκλάδας νησαίας πόλεις, τὰς ἐπὶ τῶν νήσων ἐκείνων πόλεις, Εὐρ. Ἴων 1583· ― κ. [[νοῦσος]], δηλ. ἡ [[περιτομή]], Νόνν. Εὐαγγ. κ. Ἰω. 7. 89· ― ὡς ἀρσεν., κυκλάδι κόσμῳ Παύλου Σιλ. Ἄμβων 162. 2) ὡς οὐσιαστ. κυκλὰς (ἐξυπακ. [[ἐσθής]]), ἡ, [[γυναικεῖον]] [[ἔνδυμα]] ἔχον περιθώριον ὁλόγυρα, Propert. 4. 7, 36· ― ἴδε ἐν λ. [[νῆσος]].
|lstext='''κυκλάς''': -άδος, ἡ, [[στρογγύλος]], [[κυκλοτερής]], [[κυκλικός]]· καὶ ἐπὶ χρόνου, ἐπανερχόμενος κυκλικῶς, ἐπανερχόμενος τακτικῶς, ὥρα Εὐρ. Ἄλκ. 449· αἱ Κυκλάδες (δηλ. νῆσοι), αἱ ἐν τῷ Αἰγαίῳ νῆσοι ὡς οὖσαι κύκλῳ τῆς Δήλου, Ἰσοκρ. 68D, 241C, πρβλ. Στράβ. 485· οὕτω κυκλάδας νησαίας πόλεις, τὰς ἐπὶ τῶν νήσων ἐκείνων πόλεις, Εὐρ. Ἴων 1583· ― κ. [[νοῦσος]], δηλ. ἡ [[περιτομή]], Νόνν. Εὐαγγ. κ. Ἰω. 7. 89· ― ὡς ἀρσεν., κυκλάδι κόσμῳ Παύλου Σιλ. Ἄμβων 162. 2) ὡς οὐσιαστ. κυκλὰς (ἐξυπακ. [[ἐσθής]]), ἡ, [[γυναικεῖον]] [[ἔνδυμα]] ἔχον περιθώριον ὁλόγυρα, Propert. 4. 7, 36· ― ἴδε ἐν λ. [[νῆσος]].
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[κυκλάς]], άδος, [[κύκλος]]<br />[[round]], [[circular]]; and of [[time]], revolving, Eur.; αἱ Κυκλάδες (''[[sc.]]'' νῆσοἰ, the [[Cyclades]], islands in the Aegaean sea, [[which]] [[encircle]] [[Delos]], Attic
}}
}}

Latest revision as of 09:33, 25 October 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κυκλάς Medium diacritics: κυκλάς Low diacritics: κυκλάς Capitals: ΚΥΚΛΑΣ
Transliteration A: kyklás Transliteration B: kyklas Transliteration C: kyklas Beta Code: kukla/s

English (LSJ)

κυκλάδος, ἡ,
A encircling, αὶ Κυκλάδες νῆσοι the Cyclades, islands in the Aegaean Sea, which encircle Delos, Hdt.5.31, Th.1.4, Isoc.4.136, 12.43, cf. Theoc.17.90, Str.10.5.1: without νῆσοι, Th.2.9; so Κυκλάδας νησαίας πόλεις the cities of those islands, E.Ion1583.
2 recurrent, of time, Orph.H.53.7.
II Subst. κυκλάς (sc. ἐσθής), ἡ, a woman's garment with a border all round it, Prop.4(5).7.40.
2 part of an irrigation-machine, PLond.3.776.10 (vi A.D.).

German (Pape)

[Seite 1526] άδος, ἡ, rund, kr e i ssörmig, Orph. u. Nonn. oft; auch mit masc. verbunden, κόσμος Paul. Sil. amb. 162; – sich im Kreise bewegend, umkreisend, ὧραι, Nonn., wie Eur. Alc. 448, die im Kreislaufe wiederkehrenden Jahreszeiten; τέχνη, die Kunst, die Lanze im Kreise zu schwingen, D. 22, 208 u. öfter; – sc. ἐσθής, ein Staatskleid der Frauen, mit rund herumlaufendem Saume. – Im Kreise herumliegend, νῆσοι, Eur. Ion 1583, bes. die kykladischen Inseln des ägäischen Meeres, vgl. nom. pr.

French (Bailly abrégé)

άδος
adj. f.
1 circulaire ; subst.κυκλάς rond, circonférence ; αἱ Κυκλάδες (νῆσοι) les Cyclades, îles de la mer Égée, disposées circulairement autour de Délos;
2 fig. qui accomplit une révolution circulaire en parl. du temps.
Étymologie: κύκλος.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κυκλάς -άδος [κύκλος] plur. dat. Κυκλάδεσσι zich in een kring(loop) voortbewegend:. ὥρα κυκλάς het seizoen dat zich in een kring voortbeweegt Eur. Alc. 448. plur. subst. αἱ Κυκλάδες (sc. νῆσοι) Cycladen.

Russian (Dvoretsky)

κυκλάς: άδος (ᾰδ) adj. f
1 кругообразно расположенная (νησαῖαι πόλεις Eur.);
2 совершающая круговое движение (ὥρα Eur. - v.l. κύκλος).

Greek Monolingual

κυκλάς, -άδος, ἡ (Α) κύκλος
1. (για την ώρα) αυτή που επανέρχεται κυκλικά
2. αυτή που περικυκλώνει κάτι
3. αυτή που περιβάλλεται από κάτι
4. μέρος αρδευτικής μηχανής
5. ως ουσ. είδος γυναικείου ενδύματος με κράσπεδο
6. φρ. «κυκλάς νοῦσος» νόσος που διαρκεί για πολύ.

Greek Monotonic

κυκλάς: -άδος, ἡ (κύκλος), κυκλικός, στρογγυλός, κυκλικός· λέγεται και για το χρόνο, επανερχόμενος, σε Ευρ.· αἱ Κυκλάδες (ενν. νῆσοι), οι Κυκλάδες, νησιά στο Αιγαίο πέλαγος, οι οποίες κυκλώνουν τη Δήλο, σε Αττ.

Greek (Liddell-Scott)

κυκλάς: -άδος, ἡ, στρογγύλος, κυκλοτερής, κυκλικός· καὶ ἐπὶ χρόνου, ἐπανερχόμενος κυκλικῶς, ἐπανερχόμενος τακτικῶς, ὥρα Εὐρ. Ἄλκ. 449· αἱ Κυκλάδες (δηλ. νῆσοι), αἱ ἐν τῷ Αἰγαίῳ νῆσοι ὡς οὖσαι κύκλῳ τῆς Δήλου, Ἰσοκρ. 68D, 241C, πρβλ. Στράβ. 485· οὕτω κυκλάδας νησαίας πόλεις, τὰς ἐπὶ τῶν νήσων ἐκείνων πόλεις, Εὐρ. Ἴων 1583· ― κ. νοῦσος, δηλ. ἡ περιτομή, Νόνν. Εὐαγγ. κ. Ἰω. 7. 89· ― ὡς ἀρσεν., κυκλάδι κόσμῳ Παύλου Σιλ. Ἄμβων 162. 2) ὡς οὐσιαστ. κυκλὰς (ἐξυπακ. ἐσθής), ἡ, γυναικεῖον ἔνδυμα ἔχον περιθώριον ὁλόγυρα, Propert. 4. 7, 36· ― ἴδε ἐν λ. νῆσος.

Middle Liddell

κυκλάς, άδος, κύκλος
round, circular; and of time, revolving, Eur.; αἱ Κυκλάδες (sc. νῆσοἰ, the Cyclades, islands in the Aegaean sea, which encircle Delos, Attic