καταρτισμός: Difference between revisions

From LSJ

Σωτηρίας σημεῖον ἥμερος τρόπος → Auf Rettung deutet kultivierte Lebensart → Ein Hinweis auf die Rettung ist die sanfte Art

Menander, Monostichoi, 478
(2b)
mNo edit summary
 
(10 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=katartismos
|Transliteration C=katartismos
|Beta Code=katartismo/s
|Beta Code=katartismo/s
|Definition=ὁ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">restoration, reconciliation</b>, Sm.<span class="title">Is.</span>38.12. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> <span class="title">Settling</span> of a limb, Heliod. ap. <span class="bibl">Orib.49.1.1</span> (pl.), <span class="bibl">Sor.1.73</span> (pl.). </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">III</span> <b class="b2">furnishing, preparation</b>, αὐλῆς <span class="bibl"><span class="title">PTeb.</span>33.12</span> (ii B.C.); ἱματίον <span class="bibl"><span class="title">PRyl.</span> 127.28</span> (i A.D.). </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">IV</span> <b class="b2">training, discipline</b>, τῶν ἁγίων <span class="bibl"><span class="title">Ep.Eph.</span>4.12</span>.</span>
|Definition=ὁ,<br><span class="bld">A</span> [[restoration]], [[reconciliation]], Sm.''Is.''38.12.<br><span class="bld">II</span> [[settling]] of a [[limb]], Heliod. ap. Orib.49.1.1 (pl.), Sor.1.73 (pl.).<br><span class="bld">III</span> [[furnishing]], [[preparation]], αὐλῆς ''PTeb.''33.12 (ii B.C.); ἱματίον ''PRyl.'' 127.28 (i A.D.).<br><span class="bld">IV</span> [[training]], [[discipline]], τῶν ἁγίων ''Ep.Eph.''4.12.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1376.png Seite 1376]] ὁ, = [[κατάρτισις]], Einrenkung der Glieder, Medic. – Aussöhnung, Clem. Al.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1376.png Seite 1376]] ὁ, = [[κατάρτισις]], [[Einrenkung]] der Glieder, Medic. – [[Aussöhnung]], Clem. Al.
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''καταρτισμός''': ὁ, [[ἐπανόρθωσις]] σχέσεων, [[ἀποκατάστασις]], [[διαλλαγή]], Κλήμ. Ἀλ. 638. ΙΙ. ἡ τοποθέτησις μέλους ἐξαρθρωθέντος, [[ἀρθρεμβόλησις]], ἡ μεταγωγὴ ὀστοῦ ἐκ τοῦ παρὰ φύσιν τόπου εἰς τὸν κατὰ φύσιν, διὰ τομῶν καὶ καταρτισμῶν, Γαλην., Ὀρειβάσ. 135 Mai.
|elnltext=καταρτισμός, ὁ [καταρτίζω] [[voorbereiding]]:. τῶν ἁγίων van de heiligen NT Eph. 4.12.
}}
{{ntsuppl
|ntstxt=οῦ () [[préparation]] ; [[équipement]] ; [[formation]]<br>[[καταρτίζω]]
}}
{{elru
|elrutext='''καταρτισμός:''' ὁ NT = [[κατάρτισις]] 1.
}}
}}
{{StrongGR
{{StrongGR
|strgr=from [[καταρτίζω]]; [[complete]] furnishing (objectively): perfecting.
|strgr=from [[καταρτίζω]]; [[complete]] furnishing (objectively): [[perfecting]].
}}
}}
{{Thayer
{{Thayer
|txtha=καταρτισμου, ὁ, equivalent to [[κατάρτισις]], [[which]] [[see]]: τίνος [[εἰς]] τί, Galen, others.))  
|txtha=καταρτισμου, ὁ, equivalent to [[κατάρτισις]], [[which]] [[see]]: τίνος [[εἰς]] τί, Galen, others.))
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ο (AM [[καταρτισμός]]) [[καταρτίζω]]<br />1.η [[συγκρότηση]] ενός πράγματος η [[προπαρασκευή]] («[[καταρτισμός]] λόχου»)<br /><b>2.</b> η [[απόκτηση]] γνώσεων, η [[αγωγή]], η [[μόρφωση]] («πρὸς τὸν καταρτισμὸν τῶν ἁγίων εἰς [[ἔργον]] διακονίας», ΚΔ)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[επανόρθωση]]<br /><b>2.</b> η [[επαναφορά]] εξαρθρωμένου μέλους<br /><b>3.</b> η [[εδραίωση]], η [[στερέωση]]<br /><b>4.</b> η [[διευθέτηση]], ο [[διακανονισμός]].
|mltxt=ο (AM [[καταρτισμός]]) [[καταρτίζω]]<br />1.η [[συγκρότηση]] ενός πράγματος η [[προπαρασκευή]] («[[καταρτισμός]] λόχου»)<br /><b>2.</b> η [[απόκτηση]] γνώσεων, η [[αγωγή]], η [[μόρφωση]] («πρὸς τὸν καταρτισμὸν τῶν ἁγίων εἰς [[ἔργον]] διακονίας», ΚΔ)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[επανόρθωση]]<br /><b>2.</b> η [[επαναφορά]] εξαρθρωμένου μέλους<br /><b>3.</b> η [[εδραίωση]], η [[στερέωση]]<br /><b>4.</b> η [[διευθέτηση]], ο [[διακανονισμός]].
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''καταρτισμός:''' ὁ NT = [[κατάρτισις]] 1.
|lstext='''καταρτισμός''': ὁ, [[ἐπανόρθωσις]] σχέσεων, [[ἀποκατάστασις]], [[διαλλαγή]], Κλήμ. Ἀλ. 638. ΙΙ. ἡ τοποθέτησις μέλους ἐξαρθρωθέντος, [[ἀρθρεμβόλησις]], ἡ μεταγωγὴ ὀστοῦ ἐκ τοῦ παρὰ φύσιν τόπου εἰς τὸν κατὰ φύσιν, διὰ τομῶν καὶ καταρτισμῶν, Γαλην., Ὀρειβάσ. 135 Mai.
}}
{{Chinese
|sngr='''原文音譯''':katartismÒj 卡特-阿而提士摩士<br />'''詞類次數''':名詞(1)<br />'''原文字根''':向下-裝備(著)<br />'''字義溯源''':完全的供應,成全,裝備,設備;源自([[καταρτίζω]])=徹底完成);由([[κατά]] / [[καθεῖς]] / [[καθημέραν]] / [[κατακύπτω]])*=下,按照)與([[ἄρτιος]])=完備的)組成;其中 ([[ἄρτιος]])出自([[ἄρτι]])=現在),而 ([[ἄρτι]])出自([[αἴρω]])*=懸掛)<br />'''同源字''':1) ([[ἄρτιος]])新到的,完備的 2) ([[καταρτίζω]])徹底完成 3) ([[καταρτισμός]])完全的供應<br />'''出現次數''':總共(1);弗(1)<br />'''譯字彙編''':<br />1) 成全(1) 弗4:12
}}
}}

Latest revision as of 18:57, 12 November 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καταρτισμός Medium diacritics: καταρτισμός Low diacritics: καταρτισμός Capitals: ΚΑΤΑΡΤΙΣΜΟΣ
Transliteration A: katartismós Transliteration B: katartismos Transliteration C: katartismos Beta Code: katartismo/s

English (LSJ)

ὁ,
A restoration, reconciliation, Sm.Is.38.12.
II settling of a limb, Heliod. ap. Orib.49.1.1 (pl.), Sor.1.73 (pl.).
III furnishing, preparation, αὐλῆς PTeb.33.12 (ii B.C.); ἱματίον PRyl. 127.28 (i A.D.).
IV training, discipline, τῶν ἁγίων Ep.Eph.4.12.

German (Pape)

[Seite 1376] ὁ, = κατάρτισις, Einrenkung der Glieder, Medic. – Aussöhnung, Clem. Al.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

καταρτισμός, ὁ [καταρτίζω] voorbereiding:. τῶν ἁγίων van de heiligen NT Eph. 4.12.

French (New Testament)

οῦ (ὁ) préparation ; équipement ; formation
καταρτίζω

Russian (Dvoretsky)

καταρτισμός: ὁ NT = κατάρτισις 1.

English (Strong)

from καταρτίζω; complete furnishing (objectively): perfecting.

English (Thayer)

καταρτισμου, ὁ, equivalent to κατάρτισις, which see: τίνος εἰς τί, Galen, others.))

Greek Monolingual

ο (AM καταρτισμός) καταρτίζω
1.η συγκρότηση ενός πράγματος η προπαρασκευήκαταρτισμός λόχου»)
2. η απόκτηση γνώσεων, η αγωγή, η μόρφωση («πρὸς τὸν καταρτισμὸν τῶν ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας», ΚΔ)
αρχ.
1. επανόρθωση
2. η επαναφορά εξαρθρωμένου μέλους
3. η εδραίωση, η στερέωση
4. η διευθέτηση, ο διακανονισμός.

Greek (Liddell-Scott)

καταρτισμός: ὁ, ἐπανόρθωσις σχέσεων, ἀποκατάστασις, διαλλαγή, Κλήμ. Ἀλ. 638. ΙΙ. ἡ τοποθέτησις μέλους ἐξαρθρωθέντος, ἀρθρεμβόλησις, ἡ μεταγωγὴ ὀστοῦ ἐκ τοῦ παρὰ φύσιν τόπου εἰς τὸν κατὰ φύσιν, διὰ τομῶν καὶ καταρτισμῶν, Γαλην., Ὀρειβάσ. 135 Mai.

Chinese

原文音譯:katartismÒj 卡特-阿而提士摩士
詞類次數:名詞(1)
原文字根:向下-裝備(著)
字義溯源:完全的供應,成全,裝備,設備;源自(καταρτίζω)=徹底完成);由(κατά / καθεῖς / καθημέραν / κατακύπτω)*=下,按照)與(ἄρτιος)=完備的)組成;其中 (ἄρτιος)出自(ἄρτι)=現在),而 (ἄρτι)出自(αἴρω)*=懸掛)
同源字:1) (ἄρτιος)新到的,完備的 2) (καταρτίζω)徹底完成 3) (καταρτισμός)完全的供應
出現次數:總共(1);弗(1)
譯字彙編
1) 成全(1) 弗4:12