ὑπερεκπερισσοῦ: Difference between revisions

From LSJ

κορυφαῖον τέλος τῶν πραγμάτων → crowning fulfilment of things

Source
(c1)
m (Text replacement - " N. T." to " N.T.")
 
(26 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=yperekperissoy
|Transliteration C=yperekperissoy
|Beta Code=u(perekperissou=
|Beta Code=u(perekperissou=
|Definition=Adv. <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">superabundantly</b>, Ep.Eph.3.20, <span class="bibl"><span class="title">1 Ep.Thess.</span>3.10</span> (v.l. ὑπερεκπερισσῶς).</span>
|Definition=Adv. [[superabundantly]], Ep.Eph.3.20, 1 Ep.Thess.3.10 ([[varia lectio|v.l.]] [[ὑπερεκπερισσῶς]]).
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1194.png Seite 1194]] adv., statt ὑπὲρ ἐκ περισσοῦ, mehr als überflüssig, N. T.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1194.png Seite 1194]] adv., statt ὑπὲρ ἐκ περισσοῦ, [[mehr als überflüssig]], [[NT|N.T.]]
}}
{{bailly
|btext=<i>adv.</i><br />[[surabondamment]];<br />[[NT]]: [[plus sérieusement]], [[dans le plus grand respect]].<br />'''Étymologie:''' [[ὑπέρ]], [[ἐκ]], [[περισσός]].
}}
{{elru
|elrutext='''ὑπερεκπερισσοῦ:''' adv. тж. [[раздельно гораздо больше]], [[чем вдоволь]], т. е. [[бесконечно много]] NT и [[бесконечно больше]] (τινος NT).
}}
{{ls
|lstext='''ὑπερεκπερισσοῦ''': Ἐπίρρ., [[κάλλιον]] φέρεται διῃρημένον, [[ὑπὲρ]] ἐκ περισσοῦ, μετὰ πλείστης ἀφθονίας, ἀφθονώτατα, Ἐπιστ. π. Ἐφεσ. γ΄, 20., πρὸς Θεσσ. α΄, κεφ. γ΄, 10 (μετὰ διαφ. γραφ. ὑπερεκπερισσῶς, ὡς ἐν Κλήμ. Ρώμ. 1. 20) [[ἐντεῦθεν]] Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, τ. 11, 653Α, σχηματίζει [[ῥῆμα]] ὑπερεκπερισσεύω, [[ὑπερπερισσεύω]].
}}
{{Thayer
|txtha=(ὑπερεκπερισσῶς) ([[ὑπερεκχύνω]]) (ὑπερεκύννω, L T Tr WH; [[see]] [[ἐκχέω]], at the [[beginning]]); to [[pour]] [[out]] [[beyond]] [[measure]]; [[passive]], to [[overflow]], [[run]] [[over]], (Vulg. supereffluo): Alex., etc.). (Not [[found]] [[elsewhere]].)
}}
{{grml
|mltxt=Μ. <b>επίρρ.</b> με [[πάρα]] πολύ, με τη μέγιστη δυνατή [[αφθονία]] («ὑπερκπερισσοῦ δεόμενοι εἰς τὸ ἰδεῖν ὑμῶν τὸ [[πρόσωπον]]», ΚΔ).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὑπερ</i>- <span style="color: red;">+</span> <i>ἐκ</i> <span style="color: red;">+</span> [[περισσός]] <span style="color: red;">+</span> επιρρμ. κατάλ. -<i>οῦ</i>].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ὑπερεκπερισσοῦ:''' επίρρ., = [[ὑπὲρ]] ἐκ περισσοῦ, αφθονώτατα, [[πληθωρικά]], [[πλουσίως]], σε Καινή Διαθήκη
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[super]]-[[abundantly]], NTest.
}}
{{Chinese
|sngr='''原文音譯''':ØperekcÚnw 虛胚而-誒克-虛挪<br />'''詞類次數''':動詞(1)<br />'''原文字根''':在上-出-流<br />'''字義溯源''':溢流,傾倒出來,上尖下流,流溢著;由([[ὑπέρ]] / [[ὑπερεγώ]])*=在上,過於)與([[ἐκχέω]] / [[ἐκχύννομαι]])=流出來)組成,其中 ([[ἐκχέω]] / [[ἐκχύννομαι]])又由(ἐκ / [[ἐκπερισσῶς]] / [[ἐκφωνέω]])*=出)與([[Χερούβ]])X*=灌注,流出)組成<br />'''出現次數''':總共(1);路(1)<br />'''譯字彙編''':<br />1) 流溢著(1) 路6:38
}}
}}

Latest revision as of 10:39, 23 November 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑπερεκπερισσοῦ Medium diacritics: ὑπερεκπερισσοῦ Low diacritics: υπερεκπερισσού Capitals: ΥΠΕΡΕΚΠΕΡΙΣΣΟΥ
Transliteration A: hyperekperissoû Transliteration B: hyperekperissou Transliteration C: yperekperissoy Beta Code: u(perekperissou=

English (LSJ)

Adv. superabundantly, Ep.Eph.3.20, 1 Ep.Thess.3.10 (v.l. ὑπερεκπερισσῶς).

German (Pape)

[Seite 1194] adv., statt ὑπὲρ ἐκ περισσοῦ, mehr als überflüssig, N.T.

French (Bailly abrégé)

adv.
surabondamment;
NT: plus sérieusement, dans le plus grand respect.
Étymologie: ὑπέρ, ἐκ, περισσός.

Russian (Dvoretsky)

ὑπερεκπερισσοῦ: adv. тж. раздельно гораздо больше, чем вдоволь, т. е. бесконечно много NT и бесконечно больше (τινος NT).

Greek (Liddell-Scott)

ὑπερεκπερισσοῦ: Ἐπίρρ., κάλλιον φέρεται διῃρημένον, ὑπὲρ ἐκ περισσοῦ, μετὰ πλείστης ἀφθονίας, ἀφθονώτατα, Ἐπιστ. π. Ἐφεσ. γ΄, 20., πρὸς Θεσσ. α΄, κεφ. γ΄, 10 (μετὰ διαφ. γραφ. ὑπερεκπερισσῶς, ὡς ἐν Κλήμ. Ρώμ. 1. 20) ἐντεῦθεν Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, τ. 11, 653Α, σχηματίζει ῥῆμα ὑπερεκπερισσεύω, ὑπερπερισσεύω.

English (Thayer)

(ὑπερεκπερισσῶς) (ὑπερεκχύνω) (ὑπερεκύννω, L T Tr WH; see ἐκχέω, at the beginning); to pour out beyond measure; passive, to overflow, run over, (Vulg. supereffluo): Alex., etc.). (Not found elsewhere.)

Greek Monolingual

Μ. επίρρ. με πάρα πολύ, με τη μέγιστη δυνατή αφθονία («ὑπερκπερισσοῦ δεόμενοι εἰς τὸ ἰδεῖν ὑμῶν τὸ πρόσωπον», ΚΔ).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ- + ἐκ + περισσός + επιρρμ. κατάλ. -οῦ].

Greek Monotonic

ὑπερεκπερισσοῦ: επίρρ., = ὑπὲρ ἐκ περισσοῦ, αφθονώτατα, πληθωρικά, πλουσίως, σε Καινή Διαθήκη

Middle Liddell

super-abundantly, NTest.

Chinese

原文音譯:ØperekcÚnw 虛胚而-誒克-虛挪
詞類次數:動詞(1)
原文字根:在上-出-流
字義溯源:溢流,傾倒出來,上尖下流,流溢著;由(ὑπέρ / ὑπερεγώ)*=在上,過於)與(ἐκχέω / ἐκχύννομαι)=流出來)組成,其中 (ἐκχέω / ἐκχύννομαι)又由(ἐκ / ἐκπερισσῶς / ἐκφωνέω)*=出)與(Χερούβ)X*=灌注,流出)組成
出現次數:總共(1);路(1)
譯字彙編
1) 流溢著(1) 路6:38