ἀντιτιμάω: Difference between revisions

From LSJ

Βίος κέκληται δ' ὡς βίᾳ πορίζεται → Vi quia paratur vita, vita dicitur → Weil's auf gewaltsamem Streben beruht, heißt's Lebensgut

Menander, Monostichoi, 66
(big3_5)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(?s)Medium diacritics=(\w+)(άω)(?s)(.*)btext=(-ῶ)" to "Medium diacritics=$1$2$3btext=$1ῶ")
 
(21 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=antitimao
|Transliteration C=antitimao
|Beta Code=a)ntitima/w
|Beta Code=a)ntitima/w
|Definition=<span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">honourin return</b>, τινά <span class="bibl">X.<span class="title">HG</span>3.1.13</span>; τινὰπᾶσι τοῖς καλοῖς <span class="bibl">Id.<span class="title">Cyr.</span>5.2.11</span>, etc.:—fut. Med. in pass.sense, <span class="bibl">Id.<span class="title">Oec.</span>9.11</span>. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> Med. as law-term, <b class="b2">make a counter-estimate of damages</b>, c. gen. pretii, <span class="bibl">Pl.<span class="title">Ap.</span>36b</span>, <span class="bibl">D.24.138</span>.</span>
|Definition=<span class="bld">A</span> [[honour]] in [[return]], τινά X.HG3.1.13; τινὰπᾶσι τοῖς καλοῖς Id.Cyr.5.2.11, etc.:—fut. Med. in pass.sense, Id.Oec.9.11.<br><span class="bld">II</span> Med. as law-term, [[make]] a [[counter]]-[[estimate]] of [[damage]]s, c. gen. pretii, Pl.Ap.36b, D.24.138.
}}
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">1</b> [[honrar a su vez]] αὐτήν X.<i>HG</i> 3.1.13, σε ... πᾶσι τοῖς καλοῖς X.<i>Cyr</i>.5.2.11, με D.C.67.12.3, cf. Ph.2.26, <i>MAMA</i> 8.398, en v. pas. ὑφ' ἡμῶν X.<i>Oec</i>.9.11.<br /><b class="num">2</b> en v. med. [[contraproponer para sí como castigo]] c. gen. de la pena, Pl.<i>Ap</i>.36b, D.24.138, <i>IG</i> 12(2).526a.17, b.21 (Ereso).
}}
{{bailly
|btext=[[ἀντιτιμῶ]] :<br />honorer en retour;<br /><i><b>Moy.</b></i> [[ἀντιτιμάομαι]], [[ἀντιτιμῶμαι]] faire une contre-estimation, <i>càd</i> fixer de son côté le chiffre d'une amende, <i>avec le gén. de la somme</i>.<br />'''Étymologie:''' [[ἀντί]], [[τιμάω]].
}}
{{pape
|ptext=[ῑμ], <i>[[dagegen]], [[ebenfalls]] [[ehren]]</i>, Xen. <i>Cyr</i>. 5.2.11; ἀντιτιμήσομαι, pass., <i>Oec</i>. 9.11. – Med., <i>eine [[Gegenschätzung]] [[machen]]</i>; der [[Beklagte]] konnte auf [[Verminderung]] der vom [[Kläger]] vorgeschlagenen [[Strafsumme]] antragen, τινός Plat. <i>Apol</i>. 36b; Dem. 24.138. Vgl. [[ὑποτιμάομαι]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἀντιτῑμάω:''' <b class="num">1)</b> оказывать в свою очередь уважение, почитать со своей стороны (τινα Xen.);<br /><b class="num">2)</b> med. (в противовес обвинителю) предлагать самому для себя (более справедливое) наказание Dem.: τίνος [[ὑμῖν]] ἀντιτιμήσομαι; Plat. какую же кару предложить мне вам для себя?
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀντιτῑμάω''': μέλλ. -ήσω, τιμῶ τὸν τιμῶντά με, ἀνταποδίδω τιμὰς εἴς τινα, [[ὥστε]] καὶ ἀντετίμα αὐτὴν (τὴν Μανίαν) μεγαλοπρεπῶς ὁ Φαρνάβαζος Ξεν. Ἑλλ. 3. 1, 13· τινά τινί ὁ αὐτ. Κύρ. 5. 2, 11, κτλ.: - μέσ. μέλλ. [[μετὰ]] παθ. σημ., [[ὅπως]] χαριζομένη τι ἡμῖν ὑφ’ ἡμῶν ἀντιτιμήσεται ὁ αὐτ. Οἰκ. 9. 11. ΙΙ. Μέσ., ὡς ὅρος [[νομικός]], ἐπὶ τοῦ κατηγορουμένου ἐν δικαστηρίῳ, [[ἀντιπροτείνω]] [[ἄλλην]] ποινήν, ἣν ἐγὼ θεωρῶ δικαιοτέραν τῆς προταθείσης ὑπὸ τοῦ κατηγόρου, [[μετὰ]] γενικ. τοῦ τιμήματος, τιμᾶται δ’ οὖν μοι ὁ ἀνὴρ θανάτου· [[εἶεν]]· ἐγὼ δὲ δὴ τίνος ὑμῖν ἀντιτιμήσομαι, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι ἢ δῆλον ὅτι τῆς ἀξίας; Πλάτ. Ἀπολ. 36Β, Δημ. 743. 21: πρβλ. [[τιμάω]] ΙΙΙ 2., [[ὑποτιμάω]].
|lstext='''ἀντιτῑμάω''': μέλλ. -ήσω, τιμῶ τὸν τιμῶντά με, ἀνταποδίδω τιμὰς εἴς τινα, [[ὥστε]] καὶ ἀντετίμα αὐτὴν (τὴν Μανίαν) μεγαλοπρεπῶς ὁ Φαρνάβαζος Ξεν. Ἑλλ. 3. 1, 13· τινά τινί ὁ αὐτ. Κύρ. 5. 2, 11, κτλ.: - μέσ. μέλλ. μετὰ παθ. σημ., [[ὅπως]] χαριζομένη τι ἡμῖν ὑφ’ ἡμῶν ἀντιτιμήσεται ὁ αὐτ. Οἰκ. 9. 11. ΙΙ. Μέσ., ὡς ὅρος [[νομικός]], ἐπὶ τοῦ κατηγορουμένου ἐν δικαστηρίῳ, [[ἀντιπροτείνω]] [[ἄλλην]] ποινήν, ἣν ἐγὼ θεωρῶ δικαιοτέραν τῆς προταθείσης ὑπὸ τοῦ κατηγόρου, μετὰ γενικ. τοῦ τιμήματος, τιμᾶται δ’ οὖν μοι ὁ ἀνὴρ θανάτου· [[εἶεν]]· ἐγὼ δὲ δὴ τίνος ὑμῖν ἀντιτιμήσομαι, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι ἢ δῆλον ὅτι τῆς ἀξίας; Πλάτ. Ἀπολ. 36Β, Δημ. 743. 21: πρβλ. [[τιμάω]] ΙΙΙ 2., [[ὑποτιμάω]].
}}
}}
{{bailly
{{lsm
|btext=-ῶ :<br />honorer en retour;<br /><i><b>Moy.</b></i> ἀντιτιμάομαι-ῶμαι faire une contre-estimation, <i>càd</i> fixer de son côté le chiffre d’une amende, <i>avec le gén. de la somme</i>.<br />'''Étymologie:''' [[ἀντί]], [[τιμάω]].
|lsmtext='''ἀντιτῑμάω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>,<br /><b class="num">I.</b> [[τιμώ]] ως [[ανταπόδοση]], <i>τινά</i>, σε Ξεν.· Μέσ. μέλ. με Παθ. [[σημασία]], στον ίδ.<br /><b class="num">II.</b> Μέσ. ως [[νομικός]] προς, [[αντιπροτείνω]] [[άλλη]] [[ποινή]], με γεν., σε Πλάτ.
}}
}}
{{DGE
{{mdlsj
|dgtxt=<b class="num">1</b> [[honrar a su vez]] αὐτήν X.<i>HG</i> 3.1.13, σε ... πᾶσι τοῖς καλοῖς X.<i>Cyr</i>.5.2.11, με D.C.67.12.3, cf. Ph.2.26, <i>MAMA</i> 8.398, en v. pas. ὑφ' ἡμῶν X.<i>Oec</i>.9.11.<br /><b class="num">2</b> en v. med. [[contraproponer para sí como castigo]] c. gen. de la pena, Pl.<i>Ap</i>.36b, D.24.138, <i>IG</i> 12(2).526a.17, b.21 (Ereso).
|mdlsjtxt=<b class="num">I.</b> to [[honour]] in [[return]], τινά, Xen.:—f. mid. in [[pass]]. [[sense]], Xen.<br /><b class="num">II.</b> Mid as law-[[term]], to fix a [[counter]]-[[estimate]] of damages, c. gen. pretii, Plat.
}}
}}

Latest revision as of 07:30, 29 May 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντιτῑμάω Medium diacritics: ἀντιτιμάω Low diacritics: αντιτιμάω Capitals: ΑΝΤΙΤΙΜΑΩ
Transliteration A: antitimáō Transliteration B: antitimaō Transliteration C: antitimao Beta Code: a)ntitima/w

English (LSJ)

A honour in return, τινά X.HG3.1.13; τινὰπᾶσι τοῖς καλοῖς Id.Cyr.5.2.11, etc.:—fut. Med. in pass.sense, Id.Oec.9.11.
II Med. as law-term, make a counter-estimate of damages, c. gen. pretii, Pl.Ap.36b, D.24.138.

Spanish (DGE)

1 honrar a su vez αὐτήν X.HG 3.1.13, σε ... πᾶσι τοῖς καλοῖς X.Cyr.5.2.11, με D.C.67.12.3, cf. Ph.2.26, MAMA 8.398, en v. pas. ὑφ' ἡμῶν X.Oec.9.11.
2 en v. med. contraproponer para sí como castigo c. gen. de la pena, Pl.Ap.36b, D.24.138, IG 12(2).526a.17, b.21 (Ereso).

French (Bailly abrégé)

ἀντιτιμῶ :
honorer en retour;
Moy. ἀντιτιμάομαι, ἀντιτιμῶμαι faire une contre-estimation, càd fixer de son côté le chiffre d'une amende, avec le gén. de la somme.
Étymologie: ἀντί, τιμάω.

German (Pape)

[ῑμ], dagegen, ebenfalls ehren, Xen. Cyr. 5.2.11; ἀντιτιμήσομαι, pass., Oec. 9.11. – Med., eine Gegenschätzung machen; der Beklagte konnte auf Verminderung der vom Kläger vorgeschlagenen Strafsumme antragen, τινός Plat. Apol. 36b; Dem. 24.138. Vgl. ὑποτιμάομαι.

Russian (Dvoretsky)

ἀντιτῑμάω: 1) оказывать в свою очередь уважение, почитать со своей стороны (τινα Xen.);
2) med. (в противовес обвинителю) предлагать самому для себя (более справедливое) наказание Dem.: τίνος ὑμῖν ἀντιτιμήσομαι; Plat. какую же кару предложить мне вам для себя?

Greek (Liddell-Scott)

ἀντιτῑμάω: μέλλ. -ήσω, τιμῶ τὸν τιμῶντά με, ἀνταποδίδω τιμὰς εἴς τινα, ὥστε καὶ ἀντετίμα αὐτὴν (τὴν Μανίαν) μεγαλοπρεπῶς ὁ Φαρνάβαζος Ξεν. Ἑλλ. 3. 1, 13· τινά τινί ὁ αὐτ. Κύρ. 5. 2, 11, κτλ.: - μέσ. μέλλ. μετὰ παθ. σημ., ὅπως χαριζομένη τι ἡμῖν ὑφ’ ἡμῶν ἀντιτιμήσεται ὁ αὐτ. Οἰκ. 9. 11. ΙΙ. Μέσ., ὡς ὅρος νομικός, ἐπὶ τοῦ κατηγορουμένου ἐν δικαστηρίῳ, ἀντιπροτείνω ἄλλην ποινήν, ἣν ἐγὼ θεωρῶ δικαιοτέραν τῆς προταθείσης ὑπὸ τοῦ κατηγόρου, μετὰ γενικ. τοῦ τιμήματος, τιμᾶται δ’ οὖν μοι ὁ ἀνὴρ θανάτου· εἶεν· ἐγὼ δὲ δὴ τίνος ὑμῖν ἀντιτιμήσομαι, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι ἢ δῆλον ὅτι τῆς ἀξίας; Πλάτ. Ἀπολ. 36Β, Δημ. 743. 21: πρβλ. τιμάω ΙΙΙ 2., ὑποτιμάω.

Greek Monotonic

ἀντιτῑμάω: μέλ. -ήσω,
I. τιμώ ως ανταπόδοση, τινά, σε Ξεν.· Μέσ. μέλ. με Παθ. σημασία, στον ίδ.
II. Μέσ. ως νομικός προς, αντιπροτείνω άλλη ποινή, με γεν., σε Πλάτ.

Middle Liddell

I. to honour in return, τινά, Xen.:—f. mid. in pass. sense, Xen.
II. Mid as law-term, to fix a counter-estimate of damages, c. gen. pretii, Plat.