ἐπιρραπίζω: Difference between revisions
Βίων δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνον → Bion used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Bion said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (pape replacement) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἐπιρραπίζω]] (AM) [[ραπίζω]]<br />[[ραπίζω]], [[χτυπώ]] με [[ραβδί]]<br /><b>μσν.</b><br />[[στηλιτεύω]], [[χτυπώ]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> «[[ἐπιρραπίζω]] τὸ πῡρ» — [[σβήνω]] τη [[φωτιά]] με ραβδισμούς<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> [[επιπλήττω]], [[ονειδίζω]] («ἐπερράπισε Δημήτριον τὸν Φαληρέα σὺν τῇ πήρᾳ τῶν ἄρτων», <b>Αθήν.</b>)<br /><b>3.</b> [[χτυπώ]] με [[ειρωνεία]], [[ειρωνεύομαι]]<br /><b>4.</b> <b>παθ.</b> (για [[κίνηση]]) αναστέλλομαι. | |mltxt=[[ἐπιρραπίζω]] (AM) [[ραπίζω]]<br />[[ραπίζω]], [[χτυπώ]] με [[ραβδί]]<br /><b>μσν.</b><br />[[στηλιτεύω]], [[χτυπώ]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> «[[ἐπιρραπίζω]] τὸ πῡρ» — [[σβήνω]] τη [[φωτιά]] με ραβδισμούς<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> [[επιπλήττω]], [[ονειδίζω]] («ἐπερράπισε Δημήτριον τὸν Φαληρέα σὺν τῇ πήρᾳ τῶν ἄρτων», <b>Αθήν.</b>)<br /><b>3.</b> [[χτυπώ]] με [[ειρωνεία]], [[ειρωνεύομαι]]<br /><b>4.</b> <b>παθ.</b> (για [[κίνηση]]) αναστέλλομαι. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=<i>mit der Rute [[schlagen]], [[peitschen]]</i>, überhaupt <i>[[schlagen]]</i>, τινὰ κατὰ κόρρης Aristaen. 1.4; – übertragen, <i>mit Worten [[strafen]], [[schelten]], [[tadeln]]</i>, Ath. IV.168f und [[öfter]]. – Bei Dion.Hal. 1.54 ἀλώπεκα τὴν οὐρὰν διάβροχον ἐκ τοῦ ποταμοῦ φέρουσαν ἐπιρραπίζειν τὸ καιόμενον [[πῦρ]], <i>[[hineinschlagen]] und das [[Feuer]] [[dadurch]] [[ersticken]]</i>. | |||
}} | }} |
Revision as of 16:58, 24 November 2022
English (LSJ)
A smite, τινὰ κατὰ κόρρης Aristaenet.1.4; ἐ. τὸ πῦρ beat it out, D.H.1.59. 2. metaph., rebuke, Diog.Bab.Stoic.3.221 (Pass.), Sosicr. ap. Ath.10.422c, Herm.in Phdr.p.85A. 3. Pass., to be checked, of motion, Olymp.in Mete.24.20.
Greek (Liddell-Scott)
ἐπιρρᾰπίζω: ῥαπίζω, κτυπῶ, τινὰ κατὰ κόρρης Ἀρισταίν. 1. 4· ἐπ. τὸ πῦρ (ἴσως ἐπιρραντίζειν) Διον. Ἁλ. 1. 59. 2) μεταφ., ἐπιπλήττω, Ἀθήν. 168F, 422C.
Greek Monolingual
ἐπιρραπίζω (AM) ραπίζω
ραπίζω, χτυπώ με ραβδί
μσν.
στηλιτεύω, χτυπώ
αρχ.
1. «ἐπιρραπίζω τὸ πῡρ» — σβήνω τη φωτιά με ραβδισμούς
2. μτφ. επιπλήττω, ονειδίζω («ἐπερράπισε Δημήτριον τὸν Φαληρέα σὺν τῇ πήρᾳ τῶν ἄρτων», Αθήν.)
3. χτυπώ με ειρωνεία, ειρωνεύομαι
4. παθ. (για κίνηση) αναστέλλομαι.
German (Pape)
mit der Rute schlagen, peitschen, überhaupt schlagen, τινὰ κατὰ κόρρης Aristaen. 1.4; – übertragen, mit Worten strafen, schelten, tadeln, Ath. IV.168f und öfter. – Bei Dion.Hal. 1.54 ἀλώπεκα τὴν οὐρὰν διάβροχον ἐκ τοῦ ποταμοῦ φέρουσαν ἐπιρραπίζειν τὸ καιόμενον πῦρ, hineinschlagen und das Feuer dadurch ersticken.