ἀπόφθεγμα: Difference between revisions
ὃς ἂν βούληται τῆν γῆν κινῆσαι κινησάτω τὸ πρῶτον ἑαυτόν → let him that would move the world first move himself
(CSV import) |
(CSV import) |
||
Line 36: | Line 36: | ||
{{mantoulidis | {{mantoulidis | ||
|mantxt=(=σοφή [[γνώμη]] σάν γνωμικό, εὔστοχη ἀπάντηση). Ἀπό τό [[ρῆμα]] [[ἀποφθέγγομαι]] (ἀπό + [[φθέγγομαι]]), ὅπου δές γιά περισσότερα παράγωγα. | |mantxt=(=σοφή [[γνώμη]] σάν γνωμικό, εὔστοχη ἀπάντηση). Ἀπό τό [[ρῆμα]] [[ἀποφθέγγομαι]] (ἀπό + [[φθέγγομαι]]), ὅπου δές γιά περισσότερα παράγωγα. | ||
}} | |||
{{elmes | |||
|esmgtx=τό [[sentencia]] como advoc. de la divinidad οὐκ εἶ δὲ ἔλαιον, ἀλλὰ ἱδρῶς τοῦ Ἀγαθοῦ Δαίμονος, ... τὸ ἀ. τοῦ Ἡλίου <b class="b3">no eres aceite, sino sudor del Demon Bueno, la sentencia de Helios</b> P LXI 8 | |||
}} | }} |
Revision as of 15:20, 15 October 2022
English (LSJ)
ατος, τό, terse pointed saying, apophthegm, of Theramenes, X.HG2.3.56; of Anaxagoras, Arist.Metaph.1009b26; of Pittacus, Id.Rh.1389a16; of the Spartans, ib.1394b34: in plural, title of work by Plu.
Spanish (DGE)
-ματος, τό
1 sentencia en gener. aguda y breve apotegma Πιττακοῦ Arist.Rh.1389a15, cf. Sch.Il.10.249, Ἀναξαγόρου Arist.Metaph.1009b26, σοφῶν Plu.2.145e, 2.408e, τῆς Πυθιάδος D.C.62.13.3, τὰ ἀποφθέγματα τοῦ σωτῆρος Eu.Mariae en POxy.3525.14
•en plu. τὰ Λακωνικὰ ἀποφθέγματα Arist.Rh.1394b35, como tít. de algunos tratados de Plutarco, Plu.2.172b, 208a, c. valor más genérico, X.HG 2.3.56.
2 doctrina προσδοκάσθω ὡς ὑετὸς τὸ ἀ. μου aguárdese como lluvia mi doctrina LXX De.32.2, μάταια ἀποφθέγματα LXX Ez.13.19.
German (Pape)
[Seite 334] τό, Ausspruch, bes. eine witzige, sentenzenartige Antwort, Gedenkspruch, Xen. Hell. 2, 3, 24; Cic. fam. 9, 16 u. öfter; Plut., der Sammlungen von dergleichen gemacht hat.
French (Bailly abrégé)
ατος (τό) :
apophtegme, sentence, précepte.
Étymologie: ἀποφθέγγομαι.
Russian (Dvoretsky)
ἀπόφθεγμα: ατος τό сжатое высказывание, изречение, меткое слово Xen., Arst., Plut.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπόφθεγμα: τὸ, βραχὺ καὶ περιληπτικὸν λόγιον, εὐφυὴς ῥῆσις εὔστοχος ἀπάντησις, ὡς ἡ τοῦ Θηραμένους πρὸς τὸν Σάτυρον, Ξεν. Ἑλλ. 2. 3, 56· Ἀναξαγόρου δὲ καὶ ἀπόφθεγμα μνημονεύεται πρὸς τῶν ἑταίρων τινὰς Ἀριστ. Μεταφ. 3. 5, 13· ὥσπερ τὸ τοῦ Πιττακοῦ ἔχει ἀπόφθεγμα εἰς Ἀμφιάραον Ρητ. 2.12. 6· τὰ Λακωνικὰ ἀποφθέγματα αὐτόθι 21. 8. Ὁ Πλούταρχος ἐποίησε συλλογὴν ἀποφθεγμάτων.
Greek Monolingual
το (AM ἀπόφθεγμα) αποφθέγγομαι
σύντομη κρίση, γνωμικό, ρητό.
Greek Monotonic
ἀπόφθεγμα: -ατος, τό (ἀποφθέγγομαι), σύντομο, βραχύ και περιεκτικό ρητό, απόφθεγμα, σε Ξεν.
Middle Liddell
ἀποφθέγγομαι
a terse pointed saying, an apophthegm, Xen.
Mantoulidis Etymological
(=σοφή γνώμη σάν γνωμικό, εὔστοχη ἀπάντηση). Ἀπό τό ρῆμα ἀποφθέγγομαι (ἀπό + φθέγγομαι), ὅπου δές γιά περισσότερα παράγωγα.
Léxico de magia
τό sentencia como advoc. de la divinidad οὐκ εἶ δὲ ἔλαιον, ἀλλὰ ἱδρῶς τοῦ Ἀγαθοῦ Δαίμονος, ... τὸ ἀ. τοῦ Ἡλίου no eres aceite, sino sudor del Demon Bueno, la sentencia de Helios P LXI 8