προφήτης: Difference between revisions

From LSJ

Γυνὴ δὲ χρηστὴ πηδάλιόν ἐστ' οἰκίας → Honesta mulier est gubernaculum domus → Des Hauses Steuerruder ist die brave Frau

Menander, Monostichoi, 99
(13_6b)
(6_6)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0797.png Seite 797]] ὁ, der der Götter Willen über die Zukunft ausspricht, der Vorhersager, Prophet; Διὸς ὑψίστου προφάταν ἔξοχον Τειρεσίαν, Pind. N. 1, 60; [[ἀοίδιμος]], frg. 60; den Becher nennt er γλυκὺν κώμου προφάταν, der den [[κῶμος]] (s. d. W.) vorher ankündigt, N. 9, 50; Διὸς [[προφήτης]] δ' ἐστὶ [[Λοξίας]] πατρός, Aesch. Eum. 19, u. öfter; Βάκχου, Νηρέως, Eur. Rhes. 972 Or. 364; auch als fem. gebraucht, Bacch. 551; Ar. Ar. 972; Her. 8, 36. 37. 135. 9, 34; θέρεος, von der Tettir, Anacr. 32, 11, die Verkündigerinn des Sommers; Plat. Phaedr. 262 d die Dichter Μουσῶν προφῆται, u. sonst; u. Sp., [[προφήτης]] ἀληθείας καὶ παῤῥησίας, der die Wahrheit verkündigt, Luc. Vit. auct. 8; Gall. 18 u. öfter; S. Emp. adv. gramm. 53 nennt den Timon ὁ πρ. τῶν Πύῤῥωνος λόγων.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0797.png Seite 797]] ὁ, der der Götter Willen über die Zukunft ausspricht, der Vorhersager, Prophet; Διὸς ὑψίστου προφάταν ἔξοχον Τειρεσίαν, Pind. N. 1, 60; [[ἀοίδιμος]], frg. 60; den Becher nennt er γλυκὺν κώμου προφάταν, der den [[κῶμος]] (s. d. W.) vorher ankündigt, N. 9, 50; Διὸς [[προφήτης]] δ' ἐστὶ [[Λοξίας]] πατρός, Aesch. Eum. 19, u. öfter; Βάκχου, Νηρέως, Eur. Rhes. 972 Or. 364; auch als fem. gebraucht, Bacch. 551; Ar. Ar. 972; Her. 8, 36. 37. 135. 9, 34; θέρεος, von der Tettir, Anacr. 32, 11, die Verkündigerinn des Sommers; Plat. Phaedr. 262 d die Dichter Μουσῶν προφῆται, u. sonst; u. Sp., [[προφήτης]] ἀληθείας καὶ παῤῥησίας, der die Wahrheit verkündigt, Luc. Vit. auct. 8; Gall. 18 u. öfter; S. Emp. adv. gramm. 53 nennt den Timon ὁ πρ. τῶν Πύῤῥωνος λόγων.
}}
{{ls
|lstext='''προφήτης''': Δωρ. προφάτης [ᾱ], ὁ· ([[πρόφημι]]). Κυρίως ὁ λαλῶν ἀντὶ θεοῦ τινος καὶ ἑρμηνεύων τὴν θέλησιν [[αὐτοῦ]] εἰς τοὺς ἀνθρώπους· [[οὕτως]] ὁ Τειρεσίας καλεῖται, πρ. [[Διός]], ἑρμηνεὺς τοῦ Δ., Πινδ. Ν. 1. 91· ὁ Ὀρφεὺς [[εἶναι]] τοῦ Βάκχου πρ., Εὐρ. Ρῆσ. 972· αἱ Βάκχαι [[εἶναι]] Διονύσου πρ., ὁ αὐτ. ἐν Βάκχ. 552· ὁ Γλαῦκος [[εἶναι]] Νηρέως πρ., ὁ αὐτ. ἐν Ὀρ. 364· ἀλλ’ [[ὑπὲρ]] πάντας τὸ [[ὄνομα]] τοῦτο ἐλέγετο ἐπὶ τοῦ ἐν Δελφοῖς Ἀπόλλωνος, Διὸς [[προφήτης]] ἐστὶ [[Λοξίας]] πατρὸς (πρβλ. [[ἐξηγητής]] ΙΙ), Αἰσχύλ. Εὐμ. 19, πρβλ. τὸν αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 82, Πλάτ. Πολ. 366Β, Οὐεργ. Αἰν. 3. 252· ἐν ᾧ [[πάλιν]] ἡ [[Πυθία]] ἢ ἄλλοι ἐγίνοντο προφῆται (ἢ προμάντεις) τοῦ Ἀπόλλωνος, Ἡρόδ. 8. 36, 37, 135, πρβλ. [[προφῆτις]]· [[ὡσαύτως]] ἐπὶ τῶν ἑρμηνευτῶν τοῦ ἐν Βραγχίδαις μαντείου, οἵτινες ἐξελέγοντο διὰ κλήρου, Συλλ. Ἐπιγρ. 2884, πρβλ. Bõekh. εἰς 2880· καὶ ἀλλαχοῦ, [[αὐτόθι]] 2190b, (προσθῆκαι), 2869, -79 -80, κἑξ., 3794, 4697. 6., 4840, κ. ἀλλ.· - ἀκολούθως [[πάλιν]] ὁ [[προφήτης]] ἦτο ἑρμηνευτὴς τῶν λόγων τοῦ θεοπνεύστου μάντεως (ἴδε [[μάντις]]), δόμων προφῆται Αἰσχύλ. Ἀγ. 1099, πρβλ. Θήβ. 610, Ἀριστοφ. Ὄρν. 972, Πλάτ. Τίμ. 72Α, Φαῖδρ. 244D· οὕτω καὶ οἱ ποιηταὶ καλοῦνται, τῶν Μουσῶν προφῆται, ἑρμηνευταὶ τῶν Μουσῶν, Πλάτ. Φαῖδρ. 262D· πρβλ. [[προφητεύω]], [[πρόμαντις]], [[ὑποφήτης]]. 2) [[καθόλου]] [[ἑρμηνευτής]], [[κῆρυξ]], ἐγὼ πρ. σοι λόγων γενήσομαι Εὐρ. Βάκχ. 211· πρ. ἀτόμων, ἐπὶ τῶν Ἐπικουρείων, Ἀθήν. 187Β· τῶν Πύρρωνος λόγων, ἐπὶ τοῦ Τίμωνος, Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 1. 53. - οὕτω δὲ καὶ ὁ προκηρύττων, [[προάγγελος]] ἢ [[πρόδρομος]], ὡς ὁ κρατὴρ τῆς σπονδῆς καλεῖται, κώμου προφάτης, Πινδ. Ν. 9. 120· δείπνου πρ. λιμὸς Ἀντιφ. ἐν «Φιλοθηβαίῳ» 1. 23· [[τέττιξ]]… θέρεος γλυκὺς πρ. Ἀνακρεόντ. 35. 11· - ΙΙ. [[ἐνίοτε]] ἡ [[λέξις]] κεῖται ἐπὶ ἀνθρώπων, οἵτινες ἐπίστευον ὅτι κατείχοντο ὑπὸ μαντικῆς δυνάμεως, [[οἷον]] ἐπὶ τοῦ Ἀμφιαράου, Αἰσχύλ. Θήβ. 610, Ἀγ. 409· ἐπὶ τοῦ Ἐπιμενίδου, Ἐπιστ. πρ. Τίτ. α΄, 12. ΙΙ. Παρὰ τοῖς Ἑβδ. ἡ [[λέξις]] κεῖται [[ἅπαξ]] ἐπὶ τῆς παρὰ τοῖς δοκίμοις σημασίας τοῦ ἑρμηνέως ἢ ἀντιπροσώπου, Ἔξοδ. Ζ΄, 1, πρβλ. Δ΄, 16· συνηθέστερον δὲ πρὸς ἑρμηνείαν τῆς Ἑβραϊκῆς λέξεως nâbi, ὁ ὑπὸ τοῦ θεοῦ κινούμενος νὰ ὁμιλῇ καὶ ὁ ἐξηγούμενος τὰ ἐντάλματα [[αὐτοῦ]] ἢ ἀποκαλύπτων τὰς βουλὰς [[αὐτοῦ]], κατ’ ἀντιδιαστολὴ ἀπὸ τοῦ Ἑβρ. roeh, ὁ βλέπων, Α΄ Βασιλ. Θ΄, 9· ἴδε Stanley Jewish Ch., Lect. 19. -[[ὅθεν]], 2) ἐν τῇ Καιν. Διαθ. ὁ κατέχων τὸ πνευματικὸν [[χάρισμα]] τῆς προφητείας, [[θεόπνευστος]] [[κῆρυξ]] καὶ [[διδάσκαλος]] [[ὄργανον]] ἰδιαιτέρων ἀκοκαλύψεων παρὰ τοῦ Θεοῦ, Α΄ Ἐπιστ. πρ. Κορινθ. ιβ΄, 10, ιδ΄, 24, 25, κτλ.· - καὶ ([[ὅπερ]] περιέχεται ἐν τούτῳ), 3) ὁ ἀποκαλύπτων καὶ ἐξηγούμενος τὰς βουλὰς τοῦ Θεοῦ περὶ τοῦ μέλλοντος, [[προφήτης]] (ἐν τῇ νεωτέρᾳ σημασίᾳ τῆς λέξεως), Ἑβδ., Καιν. Διαθ., ἴδε Πράξ. Ἀποστ. β΄, 30, γ΄, 18, 21, πρβλ. Β΄ Ἐπιστ. Πέτρ. α΄, 19. γ΄, 2.
}}
}}

Revision as of 09:47, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προφήτης Medium diacritics: προφήτης Low diacritics: προφήτης Capitals: ΠΡΟΦΗΤΗΣ
Transliteration A: prophḗtēs Transliteration B: prophētēs Transliteration C: profitis Beta Code: profh/ths

English (LSJ)

ου, Dor. and Boeot. προφάτας [ᾱ], α, Pi. (v. infr.), Corinn.Supp.2.68: ὁ· (πρό, φημί):— prop.

   A one who speaks for a god and interprets his will to man, Διὸς π. interpreter, expounder of the will of Zeus, of Tiresias, Pi.N.1.60; Βάκχου π., perh. of Orpheus, E.Rh.972; [Διονύσου] π., of the Bacchae, Id.Ba.551 (lyr.); Νηρέως π., of Glaucus, Id.Or.364; esp. of the Delphic Apollo, Διὸς π. ἐστὶ Λοξίας πατρός A.Eu.19; of the minister and interpreter at Delphi, Hdt.8.36,37; at the Ptoön, ib. 135, IG7.4135.13 (ii B.C.); cf. προφῆτις.    2 title of official keepers of the oracle at Branchidae, CIG2884, al., Supp.Epigr.1.426 (Milet., i A.D.); elsewhere, IG14.961, 1032, 1084, 2433 (Massilia), 9(2).1109.22 (Coropa, ii/i B.C.), etc.    b in Egyptian temples, member of the highest order of the clergy, priest, π. θεῶν Εὐεργετῶν PTeb.6.3 (ii B.C.), cf. OGI56.59 (Canopus, iii B.C.), etc.    3 interpreter, expounder of the utterances of the μάντις (q.v.), Pl.Ti.72a: hence, of Poets, Πιερίδων π. Pi.Pae.6.6; Μουσᾶν π. B.8.3, cf. Pl.Phdr.262d.    4 possessor of oracular powers, of Amphiaraus, A.Th.611, cf. Ag.409 (lyr.); of Pseudo-Bacis, Ar.Av.972; of Epimenides, Ep.Tit.1.12.    5 generally, interpreter, declarer, ἐγὼ π. σοι λόγων γενήσομαι E.Ba.211; π. ἀτόμων, of the Epicureans, Ath.5.187b; τῶν Πύρρωνος λόγων, of Timon, S.E.M.1.53; spokesman, LXX Ex.7.1.    b metaph., proclaimer, harbinger, κώμου προφάτας, of the wine-bowl, Pi.N.9.50; δείπνου π. λιμός Antiph.217.23; φθόης π. Pl.Com.184.4; τέττιξ . . θέρεος γλυκὺς π. Anacreont.32.11.    II herald at the games, B.9.28(pl.).    III in LXX, revealer of God's will, prophet, 1 Ki.9.9,al.:— hence,    2 in NT, inspired preacher and teacher, organ of special revelations from God, 1 Ep.Cor.12.28, 14.32; and (as comprised in this),    b foreteller, prophet of future events, Act.Ap.2.30, 3.18, 21, 2 Ep.Pet.3.2.    3 herbalist, Ps.-Dsc.1.10, al.; quack doctor, Gal. 16.761.

German (Pape)

[Seite 797] ὁ, der der Götter Willen über die Zukunft ausspricht, der Vorhersager, Prophet; Διὸς ὑψίστου προφάταν ἔξοχον Τειρεσίαν, Pind. N. 1, 60; ἀοίδιμος, frg. 60; den Becher nennt er γλυκὺν κώμου προφάταν, der den κῶμος (s. d. W.) vorher ankündigt, N. 9, 50; Διὸς προφήτης δ' ἐστὶ Λοξίας πατρός, Aesch. Eum. 19, u. öfter; Βάκχου, Νηρέως, Eur. Rhes. 972 Or. 364; auch als fem. gebraucht, Bacch. 551; Ar. Ar. 972; Her. 8, 36. 37. 135. 9, 34; θέρεος, von der Tettir, Anacr. 32, 11, die Verkündigerinn des Sommers; Plat. Phaedr. 262 d die Dichter Μουσῶν προφῆται, u. sonst; u. Sp., προφήτης ἀληθείας καὶ παῤῥησίας, der die Wahrheit verkündigt, Luc. Vit. auct. 8; Gall. 18 u. öfter; S. Emp. adv. gramm. 53 nennt den Timon ὁ πρ. τῶν Πύῤῥωνος λόγων.

Greek (Liddell-Scott)

προφήτης: Δωρ. προφάτης [ᾱ], ὁ· (πρόφημι). Κυρίως ὁ λαλῶν ἀντὶ θεοῦ τινος καὶ ἑρμηνεύων τὴν θέλησιν αὐτοῦ εἰς τοὺς ἀνθρώπους· οὕτως ὁ Τειρεσίας καλεῖται, πρ. Διός, ἑρμηνεὺς τοῦ Δ., Πινδ. Ν. 1. 91· ὁ Ὀρφεὺς εἶναι τοῦ Βάκχου πρ., Εὐρ. Ρῆσ. 972· αἱ Βάκχαι εἶναι Διονύσου πρ., ὁ αὐτ. ἐν Βάκχ. 552· ὁ Γλαῦκος εἶναι Νηρέως πρ., ὁ αὐτ. ἐν Ὀρ. 364· ἀλλ’ ὑπὲρ πάντας τὸ ὄνομα τοῦτο ἐλέγετο ἐπὶ τοῦ ἐν Δελφοῖς Ἀπόλλωνος, Διὸς προφήτης ἐστὶ Λοξίας πατρὸς (πρβλ. ἐξηγητής ΙΙ), Αἰσχύλ. Εὐμ. 19, πρβλ. τὸν αὐτ. ἐν Ἀποσπ. 82, Πλάτ. Πολ. 366Β, Οὐεργ. Αἰν. 3. 252· ἐν ᾧ πάλινΠυθία ἢ ἄλλοι ἐγίνοντο προφῆται (ἢ προμάντεις) τοῦ Ἀπόλλωνος, Ἡρόδ. 8. 36, 37, 135, πρβλ. προφῆτις· ὡσαύτως ἐπὶ τῶν ἑρμηνευτῶν τοῦ ἐν Βραγχίδαις μαντείου, οἵτινες ἐξελέγοντο διὰ κλήρου, Συλλ. Ἐπιγρ. 2884, πρβλ. Bõekh. εἰς 2880· καὶ ἀλλαχοῦ, αὐτόθι 2190b, (προσθῆκαι), 2869, -79 -80, κἑξ., 3794, 4697. 6., 4840, κ. ἀλλ.· - ἀκολούθως πάλινπροφήτης ἦτο ἑρμηνευτὴς τῶν λόγων τοῦ θεοπνεύστου μάντεως (ἴδε μάντις), δόμων προφῆται Αἰσχύλ. Ἀγ. 1099, πρβλ. Θήβ. 610, Ἀριστοφ. Ὄρν. 972, Πλάτ. Τίμ. 72Α, Φαῖδρ. 244D· οὕτω καὶ οἱ ποιηταὶ καλοῦνται, τῶν Μουσῶν προφῆται, ἑρμηνευταὶ τῶν Μουσῶν, Πλάτ. Φαῖδρ. 262D· πρβλ. προφητεύω, πρόμαντις, ὑποφήτης. 2) καθόλου ἑρμηνευτής, κῆρυξ, ἐγὼ πρ. σοι λόγων γενήσομαι Εὐρ. Βάκχ. 211· πρ. ἀτόμων, ἐπὶ τῶν Ἐπικουρείων, Ἀθήν. 187Β· τῶν Πύρρωνος λόγων, ἐπὶ τοῦ Τίμωνος, Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 1. 53. - οὕτω δὲ καὶ ὁ προκηρύττων, προάγγελοςπρόδρομος, ὡς ὁ κρατὴρ τῆς σπονδῆς καλεῖται, κώμου προφάτης, Πινδ. Ν. 9. 120· δείπνου πρ. λιμὸς Ἀντιφ. ἐν «Φιλοθηβαίῳ» 1. 23· τέττιξ… θέρεος γλυκὺς πρ. Ἀνακρεόντ. 35. 11· - ΙΙ. ἐνίοτελέξις κεῖται ἐπὶ ἀνθρώπων, οἵτινες ἐπίστευον ὅτι κατείχοντο ὑπὸ μαντικῆς δυνάμεως, οἷον ἐπὶ τοῦ Ἀμφιαράου, Αἰσχύλ. Θήβ. 610, Ἀγ. 409· ἐπὶ τοῦ Ἐπιμενίδου, Ἐπιστ. πρ. Τίτ. α΄, 12. ΙΙ. Παρὰ τοῖς Ἑβδ. ἡ λέξις κεῖται ἅπαξ ἐπὶ τῆς παρὰ τοῖς δοκίμοις σημασίας τοῦ ἑρμηνέως ἢ ἀντιπροσώπου, Ἔξοδ. Ζ΄, 1, πρβλ. Δ΄, 16· συνηθέστερον δὲ πρὸς ἑρμηνείαν τῆς Ἑβραϊκῆς λέξεως nâbi, ὁ ὑπὸ τοῦ θεοῦ κινούμενος νὰ ὁμιλῇ καὶ ὁ ἐξηγούμενος τὰ ἐντάλματα αὐτοῦ ἢ ἀποκαλύπτων τὰς βουλὰς αὐτοῦ, κατ’ ἀντιδιαστολὴ ἀπὸ τοῦ Ἑβρ. roeh, ὁ βλέπων, Α΄ Βασιλ. Θ΄, 9· ἴδε Stanley Jewish Ch., Lect. 19. -ὅθεν, 2) ἐν τῇ Καιν. Διαθ. ὁ κατέχων τὸ πνευματικὸν χάρισμα τῆς προφητείας, θεόπνευστος κῆρυξ καὶ διδάσκαλος ὄργανον ἰδιαιτέρων ἀκοκαλύψεων παρὰ τοῦ Θεοῦ, Α΄ Ἐπιστ. πρ. Κορινθ. ιβ΄, 10, ιδ΄, 24, 25, κτλ.· - καὶ (ὅπερ περιέχεται ἐν τούτῳ), 3) ὁ ἀποκαλύπτων καὶ ἐξηγούμενος τὰς βουλὰς τοῦ Θεοῦ περὶ τοῦ μέλλοντος, προφήτης (ἐν τῇ νεωτέρᾳ σημασίᾳ τῆς λέξεως), Ἑβδ., Καιν. Διαθ., ἴδε Πράξ. Ἀποστ. β΄, 30, γ΄, 18, 21, πρβλ. Β΄ Ἐπιστ. Πέτρ. α΄, 19. γ΄, 2.