συντελής: Difference between revisions

From LSJ

ἅτε γὰρ ἐννάλιον πόνον ἐχοίσας βαθύν σκευᾶς ἑτέρας, ἀβάπτιστος εἶμι φελλὸς ὣς ὑπὲρ ἕρκος ἅλμας → for just as when the rest of the tackle labors in the depths of the sea, like a cork I shall go undipped over the surface of the brine | as when the other part of the tackle is laboring deep in the sea, I go unsoaked like a cork above the surface of the sea

Source
m (Text replacement - "d’" to "d'")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 9: Line 9:
|Beta Code=suntelh/s
|Beta Code=suntelh/s
|Definition=ὁ, ἡ, and συντελ-ής, ές, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[joining in the payment of taxes]], etc., [[contributor]], <span class="bibl">Antipho <span class="title">Fr.</span>56</span>; <b class="b3">ἕκτος καὶ δέκατος σ</b>. <span class="bibl">D.18.104</span>; <b class="b3">οὐδὲ τριηράρχους ἔτ' ὠνόμαζον ἑαυτούς, ἀλλὰ συντελεῖς</b> ibid.; <b class="b3">διακοσίους καὶ χιλίους πεποιήκατε σ</b>. <span class="bibl">Id.21.155</span>, cf. <span class="bibl">Poll.8.156</span>; <b class="b3">σ. τινός</b> [[with]] another, <span class="title">IG</span>22.1631.525, al.: c. dat., <b class="b3">αἵδε τῶν πόλεων Χερρονησίοις συντελεῖς οὖσαι ἀπέδοσαν</b> ib.12.214.24: metaph., <b class="b3">Πάρις... οὔτε σ. πόλις</b> neither Paris nor [[his associate]] city, <span class="bibl">A.<span class="title">Ag.</span>532</span>; <b class="b3">θεοὺς τοὺς συμβώμους καὶ σ</b>. <span class="bibl"><span class="title">Sammelb.</span>7470.7</span> (iii/ii B.C.). </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> generally, [[contributory]], ἡ κοιλία καὶ τὰ σ. μόρια <span class="bibl">Arist. <span class="title">PA</span>674a22</span>: cf. [[συντελέω]] <span class="bibl">11.2</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">III</span> [[united to a state]], Σηλυμβρίαν ὡς αὑτοὺς συντελῆ ποιεῖν <span class="bibl">D.15.26</span>; οἱ συντελεῖς Aristid.1.141 J. </span><span class="sense"><span class="bld">IV</span> <b class="b3">τὸ παρῳχημένον καὶ σ. τοῦ χρόνου</b> past and [[completed]] time, opp. [[παράτασις]], <span class="bibl">A.D.<span class="title">Synt.</span>252.9</span>.</span>
|Definition=ὁ, ἡ, and συντελ-ής, ές, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[joining in the payment of taxes]], etc., [[contributor]], <span class="bibl">Antipho <span class="title">Fr.</span>56</span>; <b class="b3">ἕκτος καὶ δέκατος σ</b>. <span class="bibl">D.18.104</span>; <b class="b3">οὐδὲ τριηράρχους ἔτ' ὠνόμαζον ἑαυτούς, ἀλλὰ συντελεῖς</b> ibid.; <b class="b3">διακοσίους καὶ χιλίους πεποιήκατε σ</b>. <span class="bibl">Id.21.155</span>, cf. <span class="bibl">Poll.8.156</span>; <b class="b3">σ. τινός</b> [[with]] another, <span class="title">IG</span>22.1631.525, al.: c. dat., <b class="b3">αἵδε τῶν πόλεων Χερρονησίοις συντελεῖς οὖσαι ἀπέδοσαν</b> ib.12.214.24: metaph., <b class="b3">Πάρις... οὔτε σ. πόλις</b> neither Paris nor [[his associate]] city, <span class="bibl">A.<span class="title">Ag.</span>532</span>; <b class="b3">θεοὺς τοὺς συμβώμους καὶ σ</b>. <span class="bibl"><span class="title">Sammelb.</span>7470.7</span> (iii/ii B.C.). </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> generally, [[contributory]], ἡ κοιλία καὶ τὰ σ. μόρια <span class="bibl">Arist. <span class="title">PA</span>674a22</span>: cf. [[συντελέω]] <span class="bibl">11.2</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">III</span> [[united to a state]], Σηλυμβρίαν ὡς αὑτοὺς συντελῆ ποιεῖν <span class="bibl">D.15.26</span>; οἱ συντελεῖς Aristid.1.141 J. </span><span class="sense"><span class="bld">IV</span> <b class="b3">τὸ παρῳχημένον καὶ σ. τοῦ χρόνου</b> past and [[completed]] time, opp. [[παράτασις]], <span class="bibl">A.D.<span class="title">Synt.</span>252.9</span>.</span>
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />membre d'une association de contribuables (v. [[συντέλεια]]) payant la taxe en commun ; <i>fig.</i> qui expie avec.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[τέλος]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''συντελής''': ὁ, ἡ, ὁ ἀπὸ κοινοῦ τελῶν, πληρώνων φόρους, συνεισφέρων εἰς πληρωμήν, Ἀντιφῶν παρ’ Ἀρποκρ.· [[ἕκτος]] καὶ [[δέκατος]] σ. Δημ. 261· 3· συντελεῖς [[αὐτόθι]] 5. 2) ὁ ἀνήκων εἰς τὴν αὐτὴν συντέλειαν (ΙΙ) ἢ σύλλογον, ὁ αὐτ. 564. 27, πρβλ. Πολυδ. Η΄, 156· σ. τινος, μετά τινος ἄλλου, Ἐπιγραφ. ἐν Böckh’s Urkund. σελ. 547, 550 κἑξ.· ― μεταφ., ([[οὔτε]]) Πάρις..., [[οὔτε]] σ. [[πόλις]], [[οὔτε]] ὁ Πάρις... [[οὔτε]] ἡ μετ’ [[αὐτοῦ]] συνδεδεμένη [[πόλις]], Αἰσχύλ. Ἀγ. 532. ΙΙ. [[καθόλου]], συνεργῶν μετά τινος, ἡ [[κοιλία]] καὶ τὰ σ. μόρια Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 3. 14, 3, πρβλ. [[συντελέω]] ΙΙ. ΙΙΙ. ὁ πληρώνων φόρον εἰς ἕτερον, [[ὑποτελής]], πόλιν εἰς αὐτοὺς συντελῆ ποιεῖν Δημ. 198. 15· οἱ συντελεῖς Ἀριστείδ. 1. 141, πρβλ. [[συντελέω]] ΙΙΙ 2.
|lstext='''συντελής''': ὁ, ἡ, ὁ ἀπὸ κοινοῦ τελῶν, πληρώνων φόρους, συνεισφέρων εἰς πληρωμήν, Ἀντιφῶν παρ’ Ἀρποκρ.· [[ἕκτος]] καὶ [[δέκατος]] σ. Δημ. 261· 3· συντελεῖς [[αὐτόθι]] 5. 2) ὁ ἀνήκων εἰς τὴν αὐτὴν συντέλειαν (ΙΙ) ἢ σύλλογον, ὁ αὐτ. 564. 27, πρβλ. Πολυδ. Η΄, 156· σ. τινος, μετά τινος ἄλλου, Ἐπιγραφ. ἐν Böckh’s Urkund. σελ. 547, 550 κἑξ.· ― μεταφ., ([[οὔτε]]) Πάρις..., [[οὔτε]] σ. [[πόλις]], [[οὔτε]] ὁ Πάρις... [[οὔτε]] ἡ μετ’ [[αὐτοῦ]] συνδεδεμένη [[πόλις]], Αἰσχύλ. Ἀγ. 532. ΙΙ. [[καθόλου]], συνεργῶν μετά τινος, ἡ [[κοιλία]] καὶ τὰ σ. μόρια Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 3. 14, 3, πρβλ. [[συντελέω]] ΙΙ. ΙΙΙ. ὁ πληρώνων φόρον εἰς ἕτερον, [[ὑποτελής]], πόλιν εἰς αὐτοὺς συντελῆ ποιεῖν Δημ. 198. 15· οἱ συντελεῖς Ἀριστείδ. 1. 141, πρβλ. [[συντελέω]] ΙΙΙ 2.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />membre d'une association de contribuables (v. [[συντέλεια]]) payant la taxe en commun ; <i>fig.</i> qui expie avec.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[τέλος]].
}}
}}
{{grml
{{grml

Revision as of 09:45, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συντελής Medium diacritics: συντελής Low diacritics: συντελής Capitals: ΣΥΝΤΕΛΗΣ
Transliteration A: syntelḗs Transliteration B: syntelēs Transliteration C: syntelis Beta Code: suntelh/s

English (LSJ)

ὁ, ἡ, and συντελ-ής, ές, A joining in the payment of taxes, etc., contributor, Antipho Fr.56; ἕκτος καὶ δέκατος σ. D.18.104; οὐδὲ τριηράρχους ἔτ' ὠνόμαζον ἑαυτούς, ἀλλὰ συντελεῖς ibid.; διακοσίους καὶ χιλίους πεποιήκατε σ. Id.21.155, cf. Poll.8.156; σ. τινός with another, IG22.1631.525, al.: c. dat., αἵδε τῶν πόλεων Χερρονησίοις συντελεῖς οὖσαι ἀπέδοσαν ib.12.214.24: metaph., Πάρις... οὔτε σ. πόλις neither Paris nor his associate city, A.Ag.532; θεοὺς τοὺς συμβώμους καὶ σ. Sammelb.7470.7 (iii/ii B.C.). II generally, contributory, ἡ κοιλία καὶ τὰ σ. μόρια Arist. PA674a22: cf. συντελέω 11.2. III united to a state, Σηλυμβρίαν ὡς αὑτοὺς συντελῆ ποιεῖν D.15.26; οἱ συντελεῖς Aristid.1.141 J. IV τὸ παρῳχημένον καὶ σ. τοῦ χρόνου past and completed time, opp. παράτασις, A.D.Synt.252.9.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
membre d'une association de contribuables (v. συντέλεια) payant la taxe en commun ; fig. qui expie avec.
Étymologie: σύν, τέλος.

Greek (Liddell-Scott)

συντελής: ὁ, ἡ, ὁ ἀπὸ κοινοῦ τελῶν, πληρώνων φόρους, συνεισφέρων εἰς πληρωμήν, Ἀντιφῶν παρ’ Ἀρποκρ.· ἕκτος καὶ δέκατος σ. Δημ. 261· 3· συντελεῖς αὐτόθι 5. 2) ὁ ἀνήκων εἰς τὴν αὐτὴν συντέλειαν (ΙΙ) ἢ σύλλογον, ὁ αὐτ. 564. 27, πρβλ. Πολυδ. Η΄, 156· σ. τινος, μετά τινος ἄλλου, Ἐπιγραφ. ἐν Böckh’s Urkund. σελ. 547, 550 κἑξ.· ― μεταφ., (οὔτε) Πάρις..., οὔτε σ. πόλις, οὔτε ὁ Πάρις... οὔτε ἡ μετ’ αὐτοῦ συνδεδεμένη πόλις, Αἰσχύλ. Ἀγ. 532. ΙΙ. καθόλου, συνεργῶν μετά τινος, ἡ κοιλία καὶ τὰ σ. μόρια Ἀριστ. π. Ζ. Μορ. 3. 14, 3, πρβλ. συντελέω ΙΙ. ΙΙΙ. ὁ πληρώνων φόρον εἰς ἕτερον, ὑποτελής, πόλιν εἰς αὐτοὺς συντελῆ ποιεῖν Δημ. 198. 15· οἱ συντελεῖς Ἀριστείδ. 1. 141, πρβλ. συντελέω ΙΙΙ 2.

Greek Monolingual

-ές, Α
1. αυτός που πληρώνει από κοινού με άλλον φόρους («αἵδε τῶν πόλεων Χερρονησίοις συντελεῑς οὖσαι ἀπέδοσαν», επιγρ.)
2. αυτός που πληρώνει φόρο σε κάποιον, που είναι φόρου υποτελής σε κάποιον
3. αυτός που συνεργεί σε κάτι
4. μτφ. συνδεδεμένος με κάποιον ή με κάτι («Πάρις γὰρ οὔτε συντελὴς πόλις ἐξεύχεται τὸ δρᾱμα τοῦ πάθους πλέον», Αισχύλ.)
5. φρ. «τὸ παρῳχημένον και συντελὲς τοῦ χρόνου» — το διάστημα εκείνο του χρόνου που έχει παρέλθει (Απολλ. Δύσκ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + -τελής (< τέλος), πρβλ. δια-τελής, ὑπο-τελής].

Greek Monotonic

συντελής: ὁ, ἡ (τέλος),·
I. 1. αυτός που πληρώνει φόρους από κοινού με άλλους, που συνεισφέρει στη δημόσια φορολογία, από κοινού φορολογούμενος, σε Δημ.
2. αυτός που ανήκει στην ίδια συντέλεια (II), δηλ. την ίδια κοινωνικο-οικονομική τάξη ή στον ίδιο σύλλογο με κάποιον άλλον, στον ίδ.· μεταφ., (οὔτε) Πάρις, οὔτε συντελὴς πόλις, ούτε ο Πάρις ούτε η πόλη που συνδέεται μ' αυτόν, σε Αισχύλ.
II. αυτός που καταβάλλει φόρο σε κάποιον άλλον, ο φόρου υποτελής, σε Δημ.

Russian (Dvoretsky)

συντελής:
1) платящий вместе дань (πόλις Dem.);
2) сюда относящийся, сопринадлежный, придаточный (τὰ μόρια Arst.): (οὔτε) Πάρις, οὔτε σ. πόλις Aesch. ни Парис, ни город, с которым он связан.
οῦς ὁ и ἡ
1) соплательщик, член синтелии (см. συντέλεια
3) Dem.;
2) данник Dem.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

συντελής -ές [συντελέω 2] belastingplichtig; overdr.. συντελὴς πόλις de stad die mede moest boeten Aeschl. Ag. 532.

Middle Liddell

συν-τελής, οῦ, ὁ, τέλος
I. joining in payment, a contributor, Dem.
2. belonging to the same συντέλεια (II) or company, Dem.:—metaph., οὔτε Πάρις, οὔτε ς. πόλις neither Paris nor his associate city, Aesch.
II. tributary, Dem.

English (Woodhouse)

paying taxes

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)