δοκιμασία: Difference between revisions
οὐκ ἐπιλογιζόμενος ὅτι ἅμα μὲν ὀδύρῃ τὴν ἀναισθησίαν, ἅμα δὲ ἀλγεῖς ἐπὶ σήψεσι καὶ στερήσει τῶν ἡδέων, ὥσπερ εἰς ἕτερον ζῆν ἀποθανούμενος, ἀλλ᾿ οὐκ εἰς παντελῆ μεταβαλῶν ἀναισθησίαν καὶ τὴν αὐτὴν τῇ πρὸ τῆς γενέσεως → you do not consider that you are at one and the same time lamenting your want of sensation, and pained at the idea of your rotting away, and of being deprived of what is pleasant, as if you are to die and live in another state, and not to pass into insensibility complete, and the same as that before you were born
(Bailly1_2) |
(big3_12) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ας (ἡ) :<br />épreuve, essai ; <i>à Athènes</i> docimasie, vérification de l’aptitude <i>ou</i> de l’éligibilité, <i>ou particul.</i> procédure au cours de laquelle les magistrats sortant de charge devaient rendre compte de leur gestion, notamment financière.<br />'''Étymologie:''' [[δοκιμάζω]]. | |btext=ας (ἡ) :<br />épreuve, essai ; <i>à Athènes</i> docimasie, vérification de l’aptitude <i>ou</i> de l’éligibilité, <i>ou particul.</i> procédure au cours de laquelle les magistrats sortant de charge devaient rendre compte de leur gestion, notamment financière.<br />'''Étymologie:''' [[δοκιμάζω]]. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ας, ἡ<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> jón. -ίη Hp.<i>Epid</i>.6.3.12<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[prueba]], [[examen]] δοκιμασίαν ἱκανὴν λαβών Is.7.34, δ. τῶν συνόντων Isoc.2.27, ἡ κατὰ τὸν χρόνον δ. Arist.<i>EN</i> 1162<sup>a</sup>14, τῶν ξένων κρίσιν ποιεῖν καὶ δοκιμασίαν Plu.<i>Cleom</i>.10, τῶν παίδων Plu.2.9d, τῆς ψυχῆς δ. Luc.<i>Nigr</i>.19, λίθος δοκιμασίας piedra de prueba</i> quizá ref. a una competición de levantamiento de peso, LXX <i>Si</i>.6.21, ἐπείρασαν ... ἐν δοκιμασίᾳ <i>Ep.Hebr</i>.3.9, πύρωσις τῆς δοκιμασίας <i>Didache</i> 16.5, τὸ τοῦ πυρὸς [[βάπτισμα]] τὴν ἐν τῇ κρίσει δοκιμασίαν λέγων Basil.<i>Spir</i>.36.19, πειρασμοὶ ... καὶ δοκιμασίαι tentaciones y pruebas</i> Mac.Aeg.M.34.888C, cf. Cyr.Al.M.69.881B, διὰ τῆς ζάλης καὶ τοῦ πυρὸς τῆς δοκιμασίας a través de la tempestad y del fuego de la prueba</i> Diad.<i>Perf</i>.76, ποιεῖσθαι τὴν [[ἑαυτοῦ]] δοκιμασίαν Chrys.<i>Sac</i>.4.2.45, cf. 6.6.35, δ. γάλακτος Aët.4.5<br /><b class="num">•</b>[[comprobación]], [[verificación]] τὰ δὲ παρεληλυθότα τῶν ἔργων, ἐξ αὐτῶν τῶν πραγμάτων λαμβάνοντα τὴν δοκιμασίαν pero las actuaciones particulares de los protagonistas del pasado, al permitir su comprobación a partir de los propios hechos históricos</i>, Plb.3.31.8, ἀποφαινέσθωσαν ἐπίσταται καὶ [[ἀρχιτέκτων]] τὴν δοκιμασίαν ref. los trabajos contratados para la construcción de un templo <i>ID</i> 502A.20, cf. 504B.3 (ambas III a.C.), <κατὰ> δοκιμασίαν τῶν οἰκοδόμων <i>PSI</i> 176.13 (V d.C.).<br /><b class="num">2</b> [[aprobación]] c. gen. obj. τῶν ὀρθῶς ἐχόντων δ. op. [[ἔλεγχος]] ‘condena’, Hp.l.c., ὁ δῆμος ... ἔχει τὴν κυρίαν περὶ τῆς τῶν νόμων δοκιμασίας Plb.6.14.10.<br /><b class="num">II</b> c. valor institucional<br /><b class="num">1</b> [[examen]], [[prueba]], [[comprobación de legitimidad para acceder a una magistratura]] δοκεῖ δέ μοι ... ἐν δὲ ταῖς δοκιμασίαις δίκαιον εἶναι παντὸς τοῦ βίου λόγον διδόναι me parece que en las pruebas es justo dar cuenta de toda la vida</i> Lys.16.9, ὁ περὶ τῶν δοκιμασιῶν νόμος Lys.26.9, τίνες ... πάντα ἡμῖν ταῦτ' ἐν τῇ πόλει καταστήσουσι τῶν ἀρχῶν τε πέρι καὶ δοκιμασιῶν αὐτῶν; Pl.<i>Lg</i>.753e, (οἱ θεσμοθέται) εἰσάγουσιν δὲ καὶ τὰς δοκιμασίας ταῖς ἀρχαῖς ἁπάσαις Arist.<i>Ath</i>.59.4, cf. 55.2, Isoc.7.38, X.<i>Mem</i>.2.2.13, <i>IG</i> 2<sup>2</sup>.856.5 (III a.C.), 980.18 (II a.C.), ἡ δ. τῶν στρατηγῶν Lys.15.2, cf. Lycurg.<i>Fr</i>.18, ἡ δ. τῶν ἱερέων Pl.<i>Lg</i>.759d, τῶν ἐφήβων antes de su admisión a los derechos de la edad viril, D.44.41, ἡ τῶν ῥητόρων δ. ref. el examen para determinar el derecho a hablar en la ἐκκλησία o en cualquier lugar, Aeschin.1.186<br /><b class="num">•</b>gener. [[certificado de aptitud para ejercer determinadas profesiones]], de notarios públicos <i>PSI</i> 1105.20 (II d.C.), de reclutas, Plb.9.6.6, <i>PLond</i>.982.6 (IV d.C.)<br /><b class="num">•</b>crist., para entrar en el sacerdocio τὴν τῶν ἱερέων δοκιμασίαν Chrys.<i>Sac</i>.3.11.25.<br /><b class="num">2</b> [[revista militar]], [[inspección]] ἐν ταῖς δοκιμασίαις ἡ μὲν τάξις εἴρηται μεθ' ἧς ἂν κάλλιστα ἱππάζοιντο X.<i>Eq.Mag</i>.3.9, κατὰ ... τὴν τῶν ἱππέων δοκιμασίαν D.S.20.36. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:59, 21 August 2017
English (LSJ)
ἡ,
A examination, scrutiny: 1 of magistrates after election, to see if they fulfil the legal requirements of legitimacy, full citizenship, etc., ἡ δ. τῶν στρατηγῶν Lys.15.2, cf. 16.9 (pl.); τῶν ἱερέων Pl.Lg.759d; δ. εἰσάγειν ταῖς ἀρχαῖς Arist.Ath.59.4 (pl.), cf. IG 22.856,980. 2 δ. τῶν ἱππέων passing muster, X.Eq.Mag.3.9 (pl.). 3 δ. (sc. ἐφήβων), before admission to the rights of manhood, D.44.41, v. l. in 57.62. 4 δ. τῶν ῥητόρων a judicial process to determine the right of a man to speak in the ἐκκλησία or in the law-courts, Aeschin.1.2. 5 examination of recruits, PLond.3.982.6 (iv A. D.). 6 generally, test, δ. ἱκανήν [τινος] λαβεῖν make full trial of, Is.7.34 (but, receive assurance of... Plb.3.31.8); ἡ κατὰ τὸν χρόνον δ. Arist.EN1162a14; κρίσιν καὶ δ. τινῶν ποιεῖν Plu.Cleom.10; λίθος δοκιμασίας LXXSi.6.21; δ. οἰκοδόμων PSI3.176 (v A. D.).
German (Pape)
[Seite 653] ἡ, Prüfung, Untersuchung; nach B. A. 235 ἡ κατὰ τῶν στρατηγῶν καὶ τῶν ἀρχόντων καὶ τῶν ῥητόρων ἐξέτασις, ob sie den gesetzlichen Bestimmungen über Geburt, Vermögen u. dgl. genügen, um ein solches Amt zu verwalten. In Athen fand solche δοκιμασία Statt – a) bes. bei den jungen Leuten, welche in die Bürgerrolle eingetragen wurden, Dem. 57, 42. Nach B. A. a. a. O. δοκιμάζονται οἱ ἐφ' ἡλικίας όρφανοί, εἰ δύνανται τὰ πατρῷα παρὰ τῶν ἐπιτρόπων ἀπολαμβάνειν. – b) bei den Beamten, die nach der Wahl stattfindet und sich darauf bezieht, ob der Kandidat auch das vollständige Bürgerrecht besitzt u. keiner dasselbe beeinträchtigenden Anklage unterworfen ist; τῶν στρατηγῶν Lys. 15, 2; vgl. 16, 9; ὁ περὶ τῶν δοκιμασιῶν νόμος 26, 9; δοκιμασίαν ἐπαγγέλλειν τινί Aesch. 1, 2, was B. A. 185 u. 241 erkl. wird: καταγγέλλειν δίκην ἑταιρήσεώς τινα. – Auch die Ritter waren einer solchen Controle unterworfen, Xen. Oec. 9, 15; Hipparch. 3, 9. Dah. auch = Musterung.
Greek (Liddell-Scott)
δοκιμᾰσία: ἡ, ἐξέτασις, δοκιμασία, ἔρευνα. 1) ἐπὶ τῶν ἀρχόντων μετὰ τὴν ἐκλογήν, ὅπως φανῇ ἂν ἔχωσι τὰ ὑπὸ τοῦ νόμου ἀπαιτούμενα προσόντα, πλήρη τὰ πολιτικὰ δικαιώματα, κτλ., ἡ δ. τῶν στρατηγῶν Λυσ. 144. 24, πρβλ. 146. 25· τῶν ἱερέων Πλάτ. Νόμ. 759D· δ. εἰσάγειν ταῖς ἀρχαῖς Ἀριστ. Ἀποσπ. 378. 2) δ. τῶν ἱππέων, ἡ στρατολόγησις αὐτῶν καὶ ἐξέτασις, Ξεν. Ἱππ. 3, 9. 3) δ. τῶν ἐφήβων, πρὶν παραδεχθῶσιν αὐτοὺς εἰς τὴν ἐξάσκησιν τῶν δικαιωμάτων τῶν ἀνδρῶν, Δημ. 1318. 13. 4) δ. τῶν ῥητόρων, δικαστικὴ ἐνέργεια πρὸς ἐξακρίβωσιν τοῦ δικαιώματος τοῦ ὁμιλεῖν ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ ἢ ἐν τοῖς δικαστηρίοις, Αἰσχίν. 1. 9 κἑξ.· τὰ στεροῦντά τινα τοῦ δικαιώματος τοῦ ὁμιλεῖν ἀναφέρονται αὐτόθι 4. 40 κἑξ.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
épreuve, essai ; à Athènes docimasie, vérification de l’aptitude ou de l’éligibilité, ou particul. procédure au cours de laquelle les magistrats sortant de charge devaient rendre compte de leur gestion, notamment financière.
Étymologie: δοκιμάζω.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
• Alolema(s): jón. -ίη Hp.Epid.6.3.12
I 1prueba, examen δοκιμασίαν ἱκανὴν λαβών Is.7.34, δ. τῶν συνόντων Isoc.2.27, ἡ κατὰ τὸν χρόνον δ. Arist.EN 1162a14, τῶν ξένων κρίσιν ποιεῖν καὶ δοκιμασίαν Plu.Cleom.10, τῶν παίδων Plu.2.9d, τῆς ψυχῆς δ. Luc.Nigr.19, λίθος δοκιμασίας piedra de prueba quizá ref. a una competición de levantamiento de peso, LXX Si.6.21, ἐπείρασαν ... ἐν δοκιμασίᾳ Ep.Hebr.3.9, πύρωσις τῆς δοκιμασίας Didache 16.5, τὸ τοῦ πυρὸς βάπτισμα τὴν ἐν τῇ κρίσει δοκιμασίαν λέγων Basil.Spir.36.19, πειρασμοὶ ... καὶ δοκιμασίαι tentaciones y pruebas Mac.Aeg.M.34.888C, cf. Cyr.Al.M.69.881B, διὰ τῆς ζάλης καὶ τοῦ πυρὸς τῆς δοκιμασίας a través de la tempestad y del fuego de la prueba Diad.Perf.76, ποιεῖσθαι τὴν ἑαυτοῦ δοκιμασίαν Chrys.Sac.4.2.45, cf. 6.6.35, δ. γάλακτος Aët.4.5
•comprobación, verificación τὰ δὲ παρεληλυθότα τῶν ἔργων, ἐξ αὐτῶν τῶν πραγμάτων λαμβάνοντα τὴν δοκιμασίαν pero las actuaciones particulares de los protagonistas del pasado, al permitir su comprobación a partir de los propios hechos históricos, Plb.3.31.8, ἀποφαινέσθωσαν ἐπίσταται καὶ ἀρχιτέκτων τὴν δοκιμασίαν ref. los trabajos contratados para la construcción de un templo ID 502A.20, cf. 504B.3 (ambas III a.C.), <κατὰ> δοκιμασίαν τῶν οἰκοδόμων PSI 176.13 (V d.C.).
2 aprobación c. gen. obj. τῶν ὀρθῶς ἐχόντων δ. op. ἔλεγχος ‘condena’, Hp.l.c., ὁ δῆμος ... ἔχει τὴν κυρίαν περὶ τῆς τῶν νόμων δοκιμασίας Plb.6.14.10.
II c. valor institucional
1 examen, prueba, comprobación de legitimidad para acceder a una magistratura δοκεῖ δέ μοι ... ἐν δὲ ταῖς δοκιμασίαις δίκαιον εἶναι παντὸς τοῦ βίου λόγον διδόναι me parece que en las pruebas es justo dar cuenta de toda la vida Lys.16.9, ὁ περὶ τῶν δοκιμασιῶν νόμος Lys.26.9, τίνες ... πάντα ἡμῖν ταῦτ' ἐν τῇ πόλει καταστήσουσι τῶν ἀρχῶν τε πέρι καὶ δοκιμασιῶν αὐτῶν; Pl.Lg.753e, (οἱ θεσμοθέται) εἰσάγουσιν δὲ καὶ τὰς δοκιμασίας ταῖς ἀρχαῖς ἁπάσαις Arist.Ath.59.4, cf. 55.2, Isoc.7.38, X.Mem.2.2.13, IG 22.856.5 (III a.C.), 980.18 (II a.C.), ἡ δ. τῶν στρατηγῶν Lys.15.2, cf. Lycurg.Fr.18, ἡ δ. τῶν ἱερέων Pl.Lg.759d, τῶν ἐφήβων antes de su admisión a los derechos de la edad viril, D.44.41, ἡ τῶν ῥητόρων δ. ref. el examen para determinar el derecho a hablar en la ἐκκλησία o en cualquier lugar, Aeschin.1.186
•gener. certificado de aptitud para ejercer determinadas profesiones, de notarios públicos PSI 1105.20 (II d.C.), de reclutas, Plb.9.6.6, PLond.982.6 (IV d.C.)
•crist., para entrar en el sacerdocio τὴν τῶν ἱερέων δοκιμασίαν Chrys.Sac.3.11.25.
2 revista militar, inspección ἐν ταῖς δοκιμασίαις ἡ μὲν τάξις εἴρηται μεθ' ἧς ἂν κάλλιστα ἱππάζοιντο X.Eq.Mag.3.9, κατὰ ... τὴν τῶν ἱππέων δοκιμασίαν D.S.20.36.