ἀπολίτευτος
καὶ ἤδη γε ἄπειμι παρὰ τὸν ἑταῖρον Κλεινίαν, ὅτι πυνθάνομαι χρόνου ἤδη ἀκάθαρτον εἶναι αὐτῷ τὴν γυναῖκα καὶ ταύτην νοσεῖν, ὅτι μὴ ῥεῖ. ὥστε οὐκέτι οὐδ' ἀναβαίνει αὐτήν, ἀλλ' ἄβατος καὶ ἀνήροτός ἐστιν → and now I depart for my companion, Cleinias since I have learned that for some time now his wife is unclean and she is ill because she does not flow, therefore he no longer sleeps with her but she is unavailable and untilled
English (LSJ)
[ῑ], ον,
A without political constitution (πολιτεία), of nations, Arist.Pol.1327b26. II not fitted for public affairs, unstatesmanlike, Plu.Mar.31; ὑπατεία, λόγοι, Id.Crass. 12, 2.1034b. 2 withdrawn from public life, private, βίος ib.1098d; θάνατος Id.Lyc. 29. 3 not in current use, λέξις Id.2.7a.
German (Pape)
[Seite 312] an Staatsgeschäften nicht theilnehmend, dazu ungeschickt, ἔθνη ἀπ., die keinen Staat bilden können, Arist. Pol. 7, 6; βίος, ein von den Staatsgeschäften zurückgezogenes Leben, Id.; Plut. Mar. 31; vgl. Crass. 12; θάνατος, der für die Staatsverwaltung nicht paßt, darauf nicht Bezug hat, Lyc. 29; λόγος, λέξις, dazu nicht tauglich; ἀπολίτευτα καὶ ἀκοινώνητα πρὸς τοὺς ταπεινοτέρους φρονεῖν, unpopulär, D. Hal. 6, 80.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπολίτευτος: [ῑ] -ον, ἄνευ πολιτικοῦ ὀργανισμοῦ, ἄνευ πολιτείας, ἐπὶ ἐθνῶν, Ἀριστ. Πολ. 7. 7, 2. ΙΙ. ὁ μὴ λαμβάνων μέρος εἰς δημοσίας ὑποθέσεις, ὁ μὴ ἀναμιγνυόμενος εἰς τὰ πολιτικά, ὁ μὴ πολιτικός, Πλουτ. Μάρ. 31· ὁ ἀποσυρθεὶς ἀπὸ τῶν δημοσίων, ἀκατάλληλος πρὸς τὸ πολιτεύεσθαι, βίος, γῆρας ὁ αὐτ. 2. 1098D, κτλ.· ἐπὶ ὑπουργημάτων, γλώσσης, κτλ., ὁ αὐτ. Κράσσ. 12., 2, 7Α, κτλ.· ἀπ. θάνατος, οἷος ὁ τοῦ ἰδιώτου ἀνθρώπου, ὁ αὐτ. Λυκ. 29· ἀπ. λόγοι, γλῶσσα μὴ ἀρέσκουσα εἰς τὸν ὄχλον, ὁ αὐτ. 2. 1034Β.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
1 étranger au gouvernement : βίος ἀπολίτευτος PLUT vie en dehors des affaires publiques;
2 peu fait pour le gouvernement, pour la politique;
3 inutile aux concitoyens, à l’État;
4 impopulaire;
5 qui n’est pas d’usage courant.
Étymologie: ἀ, πολιτεύω.
Spanish (DGE)
-ον
I carente de constitución ἔθνη Arist.Pol.1327b26.
II 1poco apto para la política (Μάριος) Plu.Mar.31.
2 que no tiene relación con la política βίος Plu.2.1098d, θάνατος Plu.Lyc.29.
III impopular ὑπατεία Plu.Crass.12, λόγοι Plu.2.1034b.