παρόμοιος

From LSJ
Revision as of 12:15, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (31)

Πολλὰ τὰ δεινὰ κοὐδὲν ἀνθρώπου δεινότερον πέλει → There are many wondrous things in this world, but none more wondrous than humans

Sophocles, Antigone, 332-3
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παρόμοιος Medium diacritics: παρόμοιος Low diacritics: παρόμοιος Capitals: ΠΑΡΟΜΟΙΟΣ
Transliteration A: parómoios Transliteration B: paromoios Transliteration C: paromoios Beta Code: paro/moios

English (LSJ)

ον Th. 1.80; fem. η Hdt.4.183 ; α Arist. HA616a19, v.l. in Isoc.15.192 : -

   A closely resembling, τινι Hdt.2.73, Th.1.132 ; τινος Cyran.6.    2abs., Hdt. 4.99, Th.1.80 ; παρόμοιόν ἐστιν, ὅπερ καὶ. . D.1.11 ; π.ποιεῖν ὡσπερανεί τις. . Plu.2.4d.    3of numbers, nearly equal, π. τοῖς Ἕλλησι τὸν ἀριθμόν X.HG3.4.13. Adv.-ως Arist. Resp.478b30.    4Gramm., employing assonance : π., τό, = παρομοίωσις, Rutil.2.12 ; κῶλα π. D.H. Comp.22, Demetr. Eloc.25.

German (Pape)

[Seite 526] ion. auch 3 Endungen, fast ähnlich, παρ' ὀλίγον ὅμοιος erkl. Poll. 9, 130; doch ist der Unterschied von dem simplex nicht immer merklich; γλῶσσαν οὐδεμιῇ ἄλλῃ παρομοίην νενομίκασι, Her. 4, 183; παρόμοιοι τοῖς Ἕλλησι τὸν ἀριθμόν, an Zahl fast gleich, Xen. Hell. 3, 4, 13; Dem. 1, 11; Arist. H. A. 9, 14 u. Folgde; πρός τινα, Thuc. 1, 80; ὀλιγαρχικὰ πολιτεύματα δοκοῦντα παρόμοιον ἔχειν τι τοῖς ἀριστοκρατικοῖς, Pol. 6, 3, 11. – Adv., Arist. respir. 17.

Greek (Liddell-Scott)

παρόμοιος: -ον, Θουκ. 1. 80· ἀλλὰ θηλ. -η Ἡρόδ. 4. 183· -α Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 14, 2, διάφ. γραφ. Ἰσοκρ. π. Ἀντιδ. § 192· Ἐπικ. -ομοίιος Χρησμ. Σιβ. 2. 35· - παρὰ πολὺ ὅμοιος, σχεδὸν ὅμοιος, πάνυ ὅμοιος, τινι Ἡρόδ. 2. 73, Θουκ. 1. 132. 2) ἀπολ., Ἡρόδ. 4. 99, Θουκ. 1. 80· παρόμοιόν ἐστιν, ὅπερ καὶ .. Δημ. 12, 9· παρ. ποιεῖν ὡσπερανεὶ ... Πλούτ. 2. 4D. 3) ἐπὶ ἀριθμῶν, σχεδὸν ἴσως, π. τοῖς Ἕλλησι τὸν ἀριθμὸν Ξεν. Ἑλλ. 3. 4, 13· - πρβλ. παρομοίωσις. Ἐπίρρ. -ως, Ἀριστ. π. Ἀναπν. 17. 2.

French (Bailly abrégé)

ος ou α, ον :
qui a quelque ressemblance avec, presque semblable à, τινι ; παρόμοιον ὅπερ DÉM à peu près comme, παρόμοιον ὡσπερανεί PLUT à peu près comme si ; παρόμοιον τοῖς Ἕλλησι τὸν ἀριθμόν XÉN à peu près égaux en nombre avec les Grecs.
Étymologie: παρά, ὅμοιος.

English (Strong)

from παρά and ὅμοιος; alike nearly, i.e. similar: like.

English (Thayer)

παρομοιον (also of three term. (see ὅμοιος, at the beginning)), like: T WH omit; Tr brackets the clause), 13. (Herodotus, Thucydides, Xenophon, Demosthenes, Polybius, Diodorus, others.)

Greek Monolingual

-α, -ο / παρόμοιος, -ον και παρόμοιος, -οία, -ον, ΝΜΑ
ο πολύ ή σχεδόν όμοιος με άλλον, ο παραπλήσιος, ο παρεμφερής (α. «παρόμοια ηχώ θα λαλήσει / του κόσμου την ύστατη μέρα», Σολωμ.
β. «ἀγόρασα ἄλλην μίαν παρομοίαν», Καισ. Δαπ.
γ. «παρόμοιον ἔχειν τι τοῑς αριστοκρατικοῑς», Πολ.)
αρχ.
1. (για αριθμούς) ο σχεδόν ίσος(«παρόμοιοι τοῑς Ἕλλησι τὸν ἀριθμόν», Ξεν.)
2. γραμμ. αυτός που χρησιμοποιεί παρήχησηοὔτε πάρισα τὰ κῶλα ἀλλήλοις εἶναι οὔτε παρόμοια», Δίον. Αλ.)
3. το ουδ. ως ουσ. τὸ παρόμοιον
η παρομοίωση.
επίρρ...
παρομοίως ΝΜΑ και παρόμοια Ν
περίπου όμοια, σχεδόν ίσα, με παρόμοιο τρόπο
νεοελλ.
(ως απάντηση σε ευχή) επίσηςευχαριστώ, παρομοίως»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)- + ὅμοιος.