Κυπρογενής

From LSJ
Revision as of 15:50, 1 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)-([\w]+)<\/b>" to "$1-$2")

πᾶσά τε ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης καὶ τῆς ἄλλης ἀρετῆς πανουργία, οὐ σοφία φαίνεται → every knowledge, when separated from justice and the other virtues, ought to be called cunning rather than wisdom | every form of knowledge when sundered from justice and the rest of virtue is seen to be plain roguery rather than wisdom

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Κυπρογενής Medium diacritics: Κυπρογενής Low diacritics: Κυπρογενής Capitals: ΚΥΠΡΟΓΕΝΗΣ
Transliteration A: Kyprogenḗs Transliteration B: Kyprogenēs Transliteration C: Kyprogenis Beta Code: *kuprogenh/s

English (LSJ)

ές, (γενέσθαι)

   A Cyprus-born, K. Κυθέρεια h.Hom.10.1: standing alone, Hes.Th.199 (acc. -γενέα (prob.)), Sol.26, Pi.O. 10(11).105, etc.:—fem. Κυπρο-γένεια, ἡ, Κ. Ἀφροδίτη Ar.Lys.551; K. θεά Panyas.13.3: abs., Pi.P.4.216, Plu.Art.28:—Aeol. Κυπρογένηα Sapph.Supp.14.8, Alc.60, Theoc.30.31.

Greek (Liddell-Scott)

Κυπρογενής: -ες, (γενέσθαι) ἐν Κύπρῳ γεννηθείς, ἐπίθετ. τῆς Ἀφροδίτης, Ὁμ. Ὕμν. 9, Σόλων 2. 1, Πίνδ., κλ.· ― θηλ. Κυπρογένεια, ἡ, ἐν Κύπρῳ γεννηθεῖσα, Κ. Ἀφροδίτη Ἀριστοφ. Λυσ. 551· Κ. θεὰ Πανύασ. παρ’ Ἀθην. 36D· ἀπολ., Πινδ. Π. 4. 384, Πλουτ. Ἀρτοξ. 28· Κυπρογενέα, μετὰ συνιζήσεως τοῦ -έα, Ἡσ. Θ. 199.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
né à Chypre.
Étymologie: Κύπρος, γίγνομαι.

English (Slater)

Κυπρογενής,-γένεια pro subs.,
   1 the Cyprusborn, Aphrodite. πότνια δ' ὀξυτάτων βελέων Κυπρογένεια (P. 4.216) σὺν Κυπρογενεῖ (O. 10.105)

Greek Monotonic

Κυπρογενής: -ές (γίγνομαι), γεννημένος στην Κύπρο, λέγεται για την Αφροδίτη, σε Ομηρ. Ύμν. κ.λπ.· θηλ. Κυπρο-γένεια, , σε Πίνδ.

Russian (Dvoretsky)

Κυπρογενής: рожденная на Кипре (эпитет Афродиты) HH, Hes., Pind.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

Κυπρογενής -ές [Κύπρος, γίγνομαι] geboren op Cyprus.

Middle Liddell

Κυπρο-γενής, ές γίγνομαι
Cyprus-born, of Aphrodite, Hhymn., etc.:—fem. Κυπρο-γένεια, ἡ, Pind.