χρεία

Revision as of 10:28, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_23)

English (LSJ)

(written χρέα PCair.Zen.25.2,148 (iii B. C.)), Ion. χρείη Call. in PSI11.1216.43, ἡ: (χράομαι, κέχρημαι):—

   A need, want, χρείας ὕπο A.Th.287; ἵν' ἕσταμεν χρείας considering in what great need we are, S.OT1443; χρείᾳ πολεμεῖν to war with necessity, Id.OC 191 (anap.): c. gen., want of... φαρμάκων χρείᾳ κατεσκέλλοντο A.Pr. 481; ἐν χρείᾳ τύχης Id.Th.506; ἐν χρείᾳ δορός in the need or stress of war, S.Aj.963; φορβῆς χρείᾳ Id.Ph.162 (anap.), cf. 1004: ἵππων ἡμῖν χρεία μὲν οὔτε τις πολλῶν οὔτε πολλή [ἐστιν] Pl.Lg.834b; ἦ μὴν ἔτ' ἐμοῦ χρείαν ἕξει will have need of my help, A.Pr.170 (anap.), cf. Call.l.c.; ἀφίκοντο εἰς χρείαν τῆς πόλεως came to feel the need of its assistance, Pl.Mx.244d; ἰατρῶν ἐν χρείαις ἐσόμεθα, ἐν χρείᾳ ἡγεμόνος εἶναι, Pl.R.373d, 566e; ὅτου σε χ. ἔχει S.Ph.646; so τίς χ. σ' ἐμοῦ [ἔχει]; E.Hec.976, cf. χρεώ 1.2: χρείαν ἔχω, c. inf., Ev.Matt.3.14 (folld. by (ίνα, Ev.Jo.2.25); signfs.1.1 and 111 in the same sentence, οὐχ οὕτως χ. ἔχομεν τῆς χ. παρὰ τῶν φίλων ὡς . . Epicur.Sent.Vat.34: prov., χ. διδάσκει, κἂν βραδύς τις ᾖ, σοφόν 'necessity is the mother of invention', E.Fr.715, cf.El.376, Men.263: pl., αἱ χρεῖαι τολμᾶν βιάζονται Antipho 3.2.1; αἱ τοῦ σώματος χ. X. Mem.3.12.5; πρώτη γε καὶ μεγίστη τῶν χ. ἡ τῆς τροφῆς παρασκευή Pl.R.369d; αἱ ἀναγκαῖαι χ. D.23.148, cf. 45.67 (sg.); πολεμικαὶ χ. Arist. Pol.1328b11.    2 want, poverty, S.Ph.175 (lyr.), E.Hel.420, etc.; διὰ τὴν χ. καὶ τὴν πενίαν Ar.Pl.534 (anap.).    3 a request of necessity, opp. ἀξίωσις (a claim of merit), Th.1.37, cf. 33: generally, request, τὴν πρίν γε χ. ἠνύσασθ' ἐμοῦ πάρα A.Pr.700; κἀγὼ . . τοιάνδε σου χ. ἔχω make such a request of or to thee, Id.Ch.481.    II business, ὡς πρὸς τί χρείας; for what purpose? S.OT1174, cf. 1435; χρῆσθαί τινι χρείαν ἣν ἂν ἐθέλωσι Pl.Lg.868b; δοῦναι ἑαυτὸν εἰς τὴν χ. Plb.8.16.11.    b esp. military or naval service, ἡ πολεμικὴ χ. καὶ ἡ εἰρηνική the employments of war and of peace, Arist.Pol.1254b32; αἱ κατὰ θάλατταν [χ.], ἡ ἐν τῇ γῇ χ., Plb.6.52.1, 31.21.3; οἱ ἐπὶ τῶν χ. Aristeas 110, LXX 1 Ma.12.45; οἱ πρὸς ταῖς χ. Ju.12.10; οἱ ἐπὶ χρειῶν τεταγμένοι BGU543.1 (i B. C.); in military sense, action, engagement, αἱ κατὰ μέρος χ. Plb.1.84.7, al.    c generally, business, employment, function, Id.3.45.2, etc.; ἡ ἐγκεχειρισμένη χ. the duty assigned, PTeb.741.11 (ii B. C.); οὓς καταστήσομεν ἐπὶ τῆς χ. ταύτης Act.Ap.6.3; χ. πολιτικαί Plu.Mar. 32, etc.    d a business, affair, matter, like χρέος, Plb.2.49.9, al.; τὴν ὑπὲρ τούτων χ. the study of these things, Epicur.Ep.1p.29U.    e χ. ἀναγκαία need of nature, D.S.4.33; τροφῆς χ. Ph.2.472.    III use,    1 as a property, use, advantage, service, χρείης εἵνεκα μηδεμιῆς Thgn.62; τῆς χ. τοῦ παιδὸς ἀποστερηθῆναι Antipho 3.3.4; ἡ χ. τῆς ῥητορικῆς Pl.Grg.480a; πωλοῦντες τὴν τῆς ἰσχύος χ. Id.R.371e; χρείαν ἔχειν τοῖς ἀνθρώποις to be of service to mankind, Id.Smp.204c; τὰ οὐδὲν εἰς χρείαν things of no use or service, D.Prooem. 56.3; χρείαν ἔχει εἴς τι is of service towards... Sosip.1.41; for S.OT 725, v. ἐρευνάω 1: pl., χρεῖαι . . φίλων ἀνδρῶν services rendered by them, Pi.N.8.42; χρείας παρέχεσθαι render services, Decr. ap. D.18.84, IG22.654.15, cf. Plb.1.16.8 (sg.); ἵνα σοι τὰς χ. παρέσχωμαι (sic) PCair.Zen.498 (iii B. C.); μεγάλην παρεῖχε χ. τοῖς κοινοῖς πράγμασιν Plb.3.97.4; παρέχειν χ. to be serviceable, useful, Aristo Stoic.1.79; ἑξήκοντα καὶ τριακόσια χρειῶν γένη παρέχον δένδρον Plu.2.724e; χ. ναυτικαί equipments, Ael.VH2.10.    2 as an action, using, use, κτῆσις καὶ χ. X.Mem.2.4.1, Pl.R.451c; ἐν χρείᾳ εἶναι in use, Id.Phd.87c; κατὰ τὴν χ. for use, Id.R.330c; πρὸς τὴν ἀνθρωπίνην χ. X.Mem.4.2.25; ἡ χ. τῶν λόγων the employment of words, Pl.Sph. 239d, cf. Plt.272d: pl., λάμπει γὰρ ἐν χρείαισιν ὥσπερ . . χαλκός is made bright by constant use, S.Fr.864.    IV of persons, familiarity, intimacy, τινος with one, Antipho 5.63: generally, any relation of business or intercourse, ἐν χρείᾳ τινὶ τῇ πρὸς ἀλλήλους Pl.R.372a; ἡ πρὸς ἀλλήλους χ. Arist.Rh.1376b13; [Νικόμαχος] συνεβίω Ἀμυντᾳ . . ἰατροῦ καὶ φίλου χρείᾳ in the relationship, capacity, D.L.5.1.    V Rhet., pregnant sentence, maxim, freq. illustrated by an anecdote, Sen.Ep.33.7, Hermog.Prog.3, Aphthon,Prog.3, Theon Prog.5, etc.: pl., title of works by Zeno (D.L.6.91), Aristipp., etc.; by Macho, a collection of sayings of courtesans, Ath.13.577d; ἡ τοῦ Κλεομένους χ. Plu.2.218a; χρεῖαι καὶ ἱστορίαι ib.78f.

German (Pape)

[Seite 1370] ἡ, 1) das Gebrauchen, – a) als Handlung: Gebrauch, Anwendung, u. als Eigenschaft: Brauchbarkeit, dah. Nutzen, Vortheil, Genuß; zuerst bei Theogn. 62 u. Pind. N. 8, 42; τὸ εἴρειν λόγου χρεία ἐστί Plat. Crat. 408 a; καὶ κτῆσις γυναικῶν καὶ παίδων Rep. V, 451 c; ἱματίου ἐν χρείᾳ τε ὄντος καὶ φορουμένου, im Gebrauch sein, Phaed. 87 c; τίς ἡ μεγάλη χρεία ὲστὶ τῆς ῥητορικῆς, der große Nutzen, Gorg. 480 a; καὶ κτῆσις Xen. Mem. 2, 4,1; πρὸς τὴν ἀνθρωπίνην χρείαν 4, 2,25; καρπῶν χρεῖαι Isocr. 4, 29; Dem. Lpt. 15. – b) Umgang, Verkehr, Gemeinschaft mit Menschen, Antipho 5, 63; auch im feindlichen Sinne, Treffen, Krieg, Pol. 2, 33, 5. 69, 4 u. oft; ἡ ἐμβατική, ἡ ἐν τῇ γῇ, 3, 95, 5. 32, 2,3. – c) übh. womit man sich beschäftigt, was man treibt, Gewerbe, Handel, Geschäft, Pol. oft u. Sp. – d) in der Rhetorik eine Chrie, eine Sentenz od. ein Gemeinplatz, ein bedeutender Ausspruch auf einen bestimmten Fall angewendet und nach bestimmten Regeln ausgeführt, Hermogen. progymn. u. a. Rhett. Wir besitzen noch solche Chrien von Hermogenes und Aphthonius. Vgl. auch D. L. 2, 85 Ath. XII, 577. – 2) das Bedürfen, Nöthighaben, Bedürfniß, Noth, Mangel; φαρμάκων χρείᾳ κατεσκέλλοντο Aesch. Prom. 479; ἐν χρείᾳ τύχης Spt. 488; Soph. Phil. 176. 992; διὰ τὴν χρείαν καὶ τὴν πενίαν ζητεῖν ὁπόθεν βίον ἕξει Ar. Plut. 534; dah. Verlangen, Sehnsucht wonach, ἦ μὴν ἔτ' ἐμοῦ χρείαν ἕξει μακάρων πρύτανις Aesch. Prom. 169; τοιάνδε σου χρείαν ἐχω Ch. 474; Wunsch, Prom. 702; θανόντ' ἂν οἰμώξειαν ἐν χρείᾳ δορός Soph. Ai. 942; Phil. 162 u. öfter; τίς χρεία σ' ἐμοῦ Eur. Hec. 976; εἰ ἐμοῦ χρείαν ἔχεις Med. 1319; Suppl. 127; die Nothwendigkeit, ἵν' ἂν μὴ χρείᾳ πολεμῶμεν Soph. O. C. 191; ἵν' ἕσταμεν χρείας O. R. 1443; αἱ χρεῖαι βιάζονται τολμᾶν Antipho 3 β 1; αἱ ἀναγκαῖαι χρεῖαι Dem. 23, 148; ἐν πάσαις ταῖς τοῦ σώματος χρείαις, in allen Verrichtungen, bei denen man des Leibes bedarf, Xen. Mem. 3, 12, 5; ποιήσει δὲ τὴν πόλιν ἡ ἡμετέρα χρεία Plat. Rep. II, 369 c; ἢ ῥαψῳδοῦ δοκεῖ σοι πολλὴ χρεία εἶναι τοῖς Ἕλλησιν lon 541 c; ὡς οὐδὲν ἔτι ποδῶν χρείας οὔσης Tim. 92 a; ἵν' ἐν χρείᾳ ἡγεμόνος ὁ δῆμος ᾖ Rep. VIII, 566 e, u. oft; περὶ τῶν οὐδὲν εἰς χρείαν ἀκούειν, von Dingen, an denen Nichts gelegen ist, Dem. prooem. 56.

Greek (Liddell-Scott)

χρεία: Ἰων. χρείη, ἡ· (χράομαι, χρέος) - χρῆσις, Λατιν. usus, καὶ τοῦτο, 1) χρῆσις, ὠφέλεια, κέρδος, χρησιμότης, χρείης εἵνεκα μηδεμιῆς Θέογνις 62· τῆς χρείας τοῦ παιδὸς ἀποστερηθῆναι Ἀντιφῶν 122. 44· ἡ χρ. τῆς ῥητορικῆς Πλάτ. Γοργ. 480Α· πωλοῦντες τὴν τῆς ἰσχύος χρείαν ὁ αὐτ. ἐν Πολ. 371Ε· χρείαν ἔχω τινί, εἶμαι ὠφέλιμοςχρήσιμος εἴς τινα, ὁ αὐτ. Συμπ. 204C· τὰ οὐδὲν εἰς χρείαν, τὰ ἄχρηστα, ἀνωφελῆ πράγματα, Δημ. 1462. 16· χρείαν ἔχει εἴς τι, εἶναι ὠφέλιμον εἴς τι, Σωσίπατρος ἐν «Καταψευδομένῳ» 1. 41· - περὶ τοῦ Σοφ. Οἰδ. Τύρ. 725, ἴδε ἐν λ. ἐρευνάω Ι·- πληθ., χρεῖαι ... φίλων ἀνδρῶν, αἱ ὑπ’ αὐτῶν γενόμεναι ὑπηρεσίαι, ἡ ὠφέλεια αὐτῶν, Πινδ. Ν. 8. 71· χρείας ἢ χρείαν τινὶ παρέχεσθαι παρὰ Δημ. 253. 15, καὶ συχν. παρὰ Πολυβ., κτλ.· ἑξήκοντα καὶ τριακόσια χρειῶν γένη παρέχον δένδρον Πλούτ. 2. 724Ε· χρεῖαι ναυτικαὶ, ἐξοπλισμοί, Αἰλ. Ποικ. Ἱστ. 10. 2) ὡς ἐνέργεια, χρῆσις, μεταχείρισις, κτῆσις καὶ χρ. Ξεν. Ἀπομν. 2. 4, 1, Πλάτ. Πολ. 451C· ἐν χρείᾳ εἶναι, ἐν χρήσει, ὁ αὐτ. ἐν Φαίδωνι 87C· κατὰ τὴν χρείαν, τὴν χρῆσιν, ὁ αὐτ. ἐν Πολ. 330C· πρὸς τὴν ἀνθρωπίνην χρ. Ξεν. Ἀπομν. 4. 2, 25· λόγου χρεία, τρόπος τοῦ μεταχειρίζεσθαι τὸν λόγον, Πλάτ. Κρατ. 408Α· πρβλ. Σοφιστ. 239D·- πληθ., λάμπει γὰρ ἐν χρείαισιν ὥσπερ ... χαλκός, γίνεται λαμπρὸς ἐκ τῆς συνεχοῦς χρήσεως, Σοφ. Ἀποσπ. 742.
3) ἐπὶ προσώπων, οἰκειότης, στενὴ φιλία, τινός, μετά τινος, Ἀντιφῶν 136. 40· καθόλου, πᾶσα σχέσις συναλλαγῆς, ἐν χρείᾳ τινὶ πρὸς ἀλλήλους Πλάτ. Πολ. 372Α· ἡ πρὸς ἀλλήλους χρ. Ἀριστ. Ρητ. 1. 15, 22. 4) ἐν τῇ ῥητορικῇ, ῥητὸν ἢ ἄξίωμα ἢ παράγγελμαἀπόφθεγμα λαμβανόμενον ἔκ τινος ἄλλου συγγραφέως καὶ ἀναπτυσσόμενον κατά τινας κανόνας· τοιαῦται χρεῖαι σώζονται ἐκ τοῦ Ἑρμογένους καὶ τοῦ Ἀφθονίου· Μάχων δὲ ὁ κωμικὸς ποιητὴς καὶ γραμματικὸς ἔκαμεν ὁμοίαν συλλογὴν τῶν ἀποφθεγμάτων τῶν Ἑλληνίδων ἑταιρῶν, ὧν πολλὰ διέσωσεν ἡμῖν ὁ Ἀθήναιος· πρβλ. σ. 577D, Διογ. Λαέρτ. 2. 78F, 218Α. ΙΙ. ὡς τὸ Λατ. opus, ἀνάγκη, ἔλλειψις, χρείας ὕπο Αἰσχύλ. Θήβ. 286· ἵν’ ἕσταμεν χρείας, εἰς τὸν βαθμὸν τῆς ἀνάγκης εἰς ἣν εὑρισκόμεθα, Σοφ. Οἰδ. Τύρ. 1443· καὶ μὴ χρείᾳ πολεμῶμεν, καὶ μὴ πολεμῶμεν κατὰ τῆς ἀνάγκης, ὁ αὐτ. ἐν Οἰδ. ἐπὶ Κολ. 191·πρβλ. ὑποσπανίζομαι·- καὶ μετὰ γεν., ἀνάγκη, ἔλλειψις, φαρμάκων χρείᾳ κατεσκέλλοντο Αἰσχύλ. Πρ. 481· χρείαν ἔχειν τινὸς αὐτόθι 169· ἐν χρείᾳ τύχης ὁ αὐτὸς ἐπὶ Θήβ. 506· ἐν χρείᾳ δορός, ἐν τῇ ἀνάγκῃ ἢ τῇ στενοχωρίᾳ πολέμου, Σοφ. Αἴ. 963· φορβῆς χρείᾳ ὁ αὐτ. ἐν Φιλ. 162, πρβλ. 1004· οὕτω χρεία ἐστὶ [γίγνεταί] μοί τινος, Λατ. opus est mihi aliqua re, Πλάτ., πρβλ. Νόμ. 834Β ἦ μὴν ἔτι μου χρείαν ἕξει, θὰ ἔχῃ ἀνάγκην τῆς βοηθείας μου, Αἰσχύλ. Πρ. 169· ἐς χρείαν τῆς πόλεως ἀφίκοντο, ἦλθον εἰς κατάστασιν νὰ αἰσθανθῶσι τὴν ἀνάγκην τῆς βοηθείας αὐτῆς, Πλάτ. Μενέξ. 244D· ἐν χρείᾳ εἶναι ἢ γίγνεσθαί τινος ὁ αὐτ. ἐν Πολ. 566Ε, κ. ἀλλ.· χρ. ἔχει μέ τινος Σοφ. Φιλ. 648, Εὐρ. Μήδ. 1319· οὕτω δέ, τίς χρ. σ’ ἐμοῦ [ἔχει]; ὁ αὐτ. ἐν Ἑκ. 976· πρβλ. χρεὼ Ι. 4· χρείαν ἔχω, μετ’ ἀπαρ., Εὐαγγ. κ. Ματθ. γ΄, 14· - παροιμ., χρ. διδάσκει, κἂν βραδύς τις ἦ, σοφόν, ὡς τὸ ἡ πενία τέχνας κατεργάζεται, Εὐρ. Ἀποσπ. 708, πρβλ. Ἠλ. 376 καὶ Μένανδρον ἐν «Καρχηδονίῳ» 6· - αἱ τοῦ σώματος χρ. Ξεν. Ἀπομν. 3. 12, 5· πρώτη γε καὶ μεγίστη τῶν χρ. ἡ τῆς τροφῆς παρασκευὴ Πλάτ. Πολ. 369D, πρβλ. 373D· αἱ ἀναγκαῖαι χρ. Δημ. 668, τέλ., πρβλ. 1122. 1· αἱ πολεμικαὶ χρ. Ἀριστ. Προβλ. 6. 8, 14.2) τὸ ἀποτέλεσμα τῆς ἀνάγκης, ἔνδεια, Σοφ. Φιλ. 175, Εὐρ. Ἑλ. 420, κλπ.· διὰ τὴν χρ. καὶ τὴν πενίαν Ἀριστοφ. Πλ. 534.
3) ἀπαίτησις ἀνάγκης, ἀντίθετον τῷ ἀξίωσις (ἀπαίτησις δικαιώματος ἢ ἀξίας), Θουκ. 1. 37, πρβλ. 33· καθόλου, αἴτησις, παράκλησις, τὴν πρίν γε χρείαν ἠνύσασθ’ ἐμοῦ πάρα Αἰσχύλ. Πρ. 700· κἀγὼ .. τοιάνδε σου χρείαν ἔχω, τοιαύτην αἴτησιν σοὶ παρουσιάζω, ὁ αὐτ. ἐν Χο. 481. 4) ἀναγκαία ἢ ἰδιαιτέρα τις ἀσχολία, ἀπαίτησις, ὡς πρὸς τί χρείας; πρὸς τίνα σκοπόν; Σοφ. Οἰδ. Τύρ. 1174, πρβλ. 1755· χρῆσθαί τινι χρείαν ἣν ἂν ἐθέλωσι Πλάτ. Νόμ. 868Β· δοῦναι ἑαυτὸν εἰς τὴν χρ. Πολύβ. 8. 18, 11· - μάλιστα, στρατιωτικὴ ἢ ναυτικὴ ὑπηρεσία, ἡ πολεμικὴ χρ. καὶ ἡ εἰρηνική, αἱ ἀπαιτήσεις τοῦ πολέμου καὶ τῆς εἰρήνης, Ἀριστ. Πολιτικ. 1. 6, 10· ἡ κατὰ θάλατταν χρ., ἡ ἐν τῇ γῇ χρ. Πολύβ. 6. 52, 1., 32. 2, 3· ἐντεῦθεν ἐπὶ συμπλοκῶν, μάχης, αἱ κατὰ μέρος χρεῖαι ὁ αὐτ. 1. 84, 7, κτλ.· καθόλου, πᾶσα ἐργασία, ἐνέργεια, ἀσχολία ὁ αὐτ. 3. 45, 2, κλπ.· χρ. πολιτικαὶ Πλουτ. Μάρκ. 32, κλπ.· - ὑπόθεσις, ἐργασία, ἀντικείμενον ἐνεργείας, ἔργον, ὡς τὸ χρέος, Πολύβ. 2. 49, κ. ἀλλ., Καιν. Διαθ. 5) ἡ φυσικὴ ἀνάγκη, ὡς ἐπί τινα χρ. ἀναγκαίαν Διόδ. 4. 33, εἰσῆλθον εἰς θάκους ὡς διὰ χρείαν τῆς γαστρὸς Ἀθαν. ἐν Ἐπιστολῇ πρὸς Θεραπ. (Ι. 581, 688C), Ἐπιφάν. ΙΙ. 103D, κλπ.· οὕτω παρὰ Βυζ., παρ’ οἷς (ὡς καὶ νῦν) σημαίνει καὶ τὸ μέρος τὸ πρὸς ἐκπλήρωσιν τῆς φυσικῆς ἀνάγκης χρήσιμον, ἀφοδευτήριον, ἀπόπατος. - Καθ’ Ἡσύχ.: «θακεύουσι· κάθηνται εἰς τὰς χρείας»· - εὗρον αὐτὴν τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ εἰς τὸν σωλῆνα τῶν χρειῶν Ἰω. Μόσχ. ἐν Λειμωναρίῳ 43, Κ. Πορφυρ. Ἔκθ. Βασ. Τάξ. 699, 13.