σύ

Revision as of 15:29, 15 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Autenrieth)

English (LSJ)

[ῠ],

   A thou: Pron. of the second pers.:—Ep. nom. τύνη [ῡ] Il.5.485, al. (Lacon. τούνη Hsch.); Aeol. σύ Sapph.Supp.16.6, 21.9; Dor. τύ [ῠ] Pi.O.1.85, Epich.34, al., Theoc.3.33, etc.; Boeot. τού [short syll.] Corinn.Supp.2.83, A.D.Pron.55.6 (also τούν ib. 50.27, 55.6): Nom. σύ, Od.18.31, A.Ag.1035, Ar.Nu.29, etc.; voc., Od.21.193, Ar.Ach.165, Pl.1069.—Gen. σοῦ, h.Hom.29.4, elsewh. only Att., Ar.Ach.302, etc.; enclit. σου, S.Ph.761, OT538, etc.; never in Hom., who uses σεῦ, ll.3.206, al., σέο ib.446, al. (also in Lyr., Archil.(?)inPLit.Lond.54, B.3.65), σεῖο Il.3.137, al.; also σέθεν 1.180, al. (which also occurs in Lyr., Sapph.33, B.10.9, and Trag., A.Th.264, al.), and as enclit. σευ, Il.5.811, al., σεο 1.396: Hdt. has only σέο 1.124, σεο (enclit.) ib.9, σεῦ ibid., 3.42,85, 7.38, σευ (enclit.) 3.36,134, 7.49:—Dor. τεῦ, τευ, Theoc.5.19, 10.36, etc.; rarely τέο, Alcm.17; lengthd. τεοῦ Epich.145, Sophr.84, and τεοῖο Il.8.37, 468; Boeot. τεῦς Corinn.24; Dor. τεοῦς Sophr.59; also τιοῦς A.D. Pron.74.27; τεῦς Theoc.2.126; τοι v.l. in Id.7.25; enclit. τεος Sophr.83; Cret. τέορ Hsch.; other Dor. forms are τίω, τίως, both Rhinth.13, τίος A.D.Pron.75.24.—Dat. σοί, Il.1.158,167, Archil.88, Mimn.8, Sapph.7,99, A.Pr.3, Hdt.3.42, 6.86.ά, 7.52, etc.; Dor. τοί Alcm.86 (oxyt.); Dor., Lesb., and Ion. enclit. τοι Alem.33, Sapph. Frr.2.2,8, Archil.79, Hippon.20, Anacr.44, 75.3, Pi.N.3.76, B.10.104, Hdt.1.115, 3.35,63,85; in Hom., Lesbian Lyr., and Ion. Lyr. and Prose τοι is always enclit., σοί never enclit. (τοί and σοι are not found exc. σοι Od.3.359, 11.381, ς (οι) Il.1.170, and in codd. of Pi.P. 4.270, 9.55; rarer than τοι in Hdt., 3.69, al.); in Att. both σοί and σοι (enclit.) are used (σοί Ar.Nu.361, etc., σοι ib.87, etc.), τοί and τοι are not used; σοι is never elided exc. in Il.1.170, τοι is elided in Od. 1.60,347, Alc.55, Id.Oxy.1788 Fr.15 ii 9, Sapph.28.2; Ep. and Lyr. also τεΐν, Il.11.201, Od.4.619, Epigr. ap. Hdt.5.60,61, Ar.Av.930; also τίν [ῐ], Alcm.16, Pi.P.1.29, 8.68 (dub. l.); τίν [ῑ], Id.I.6(5).4, Theoc.2.20 (τίν before a consonant, Pi.O.10(11).93); also τεΐ Alcm.53; τίνη Rhinth.13.—Acc. σέ, Il.6.256, al.; enclit. σε, 1.26, Sapph.1.2, Supp.23.9, Hdt.3.42, etc.; in late Gr. σέν, Anatolian Studies p.76; Dor. τέ Alcm.52, Pi.O.1.48, Theoc.1.5, Call.Fr.114; τ' v.l. (cod. R) in Ar.Ach.779 (on the accent v. A.D.Pron.54.14, 83.4); τρέ (leg. τϝέ) Hsch.; or (enclit.) τυ IG42(1).121.69 (Epid., iv B.C.), Ar.Eq.1225, Ach.730 (dub. in Ach.779), Theoc.1.56,78, etc.:—also τίν Corinn.4, Cerc.7.6, Theoc.11.39,55,68.    2 in combination with γε, σύ γε, σέ γε, etc. (cf. ἔγωγε), thou at least, for thy part, freq. in Hom. and Att.; Dor. τύγε Epich.[272], Timocr.1 (v.l. τύ γα) ; τύγᾰ Theoc.5.69,71; Boeot. τούγα A.D.Pron.55.6: dat. σοί γε Il.1.557: acc. σέ γε 10.96, etc.:—also σύ περ 24.398.    3 σύ c. inf. (as imper.), Hdt.3.134, 4.163.    II Dual nom. and acc. σφῶϊ, Il.1.336, 4.286, al., you two, both of you; σφώ (not σφῴ, cf. A.D. Pron.85.17), Il.1.574, 11.782, 13.47, S.OC344, 1543, etc.—Gen. and Dat. σφῶϊν, Il.4.341, al.; contr. σφῷν once in Hom., Od.4.62, and always in Att. (Hdn.Gr.1.475) and Trag., e.g. A.Pr. 12, S.OC342, OT1495, Pl.Lg.892e (codd. Pl. have σφῶϊν in Tht. 193c, al., σφῶν Euthd.273e, al.). None of these forms are enclit., A.D.Pron.38.9, 85.12; cod. A of Pl.Lg.658c, 673e, 689a wrongly makes σφῳν enclit.; Ζεὺς σφὼ is prescribed in Il. 15.146 by Hdn.Gr.2.93.—σφῶϊ is never dat.; in Il.4.286 it is the acc. depending on κελεύω; σφῶϊν is never acc.; in Od.23.52 it is dat. commodi.    III Plur. nom. ὑμεῖς, Il.2.75, al. (before a vowel, 4.246, 7.194, al.), Pherecyd.Syr. 11, Democr.29a, Hdt.3.72, etc., ye, you; Aeol. and Ep. ὔμμες Il.1.274, al., Sapph.24, 25; Dor. ὑμές Sophr.60, Ar.Ach.760,761,862; ὑμέν SIG685.118 (Crete, ii B.C.), GDI5155.6 (ibid., ii B.C.); Boeot. οὐμές Corinn.6; a resolved form ὑμέες, Parth.Fr.14, is a poeticlicence (so A.D.Pron.93.3) rather than genuine Ionic (v.l. in Hdt.8.22).— Gen. ὑμῶν, Ar.Ach.143, etc.; ὑμέων (disyll.) Il.7.159, Od.13.7, al., Archil.74.6 (ὑμῶν codd.), Sol.11.5 (v.l. ὑμῶν) ; ὑμέων also Hdt.3.73, 6.130, al.; as trisyll., Herod.2.27; ὑμείων Il.4.348, 7.195, al.; Dor. ὑμέων Sophr.46; also ὑμῶν, A.D.Pron.95.23; Aeol. ὑμμέων Alc. 96; Boeot. οὐμίων Corinn.22.—Dat. ὑμῖν, Od.2.46, Hdt.1.126, etc.; Ion. enclit. ὗμῐν A.D.Pron.97.28, also Dor., Sophr.91; Dor. (not enclit.) ὑμίν [ῐ] Id.92; ὑμίν [ῐ] also in S.Aj.864, 1242, OT991, 1402, Ant.308, El.804, al. (but ὗμιν shd. perh. be restd. where the sense needs an enclitic on the principle stated by A.D.Pron.35.6, 36.5, Synt.130.23); ὕμιν (as enclit.) is prescribed by Hdn.Gr. (2.124) in Il.24.33, by EM432.34 in Od.1.376, 2.141, etc.:—Aeol. and Ep. ὔμμῐ, ὔμμῐν, Od. 2.316, 11.336, al., Hes.Sc.328, Sapph.14, Alc.Supp. 26.9, Pi.O. 11(10).17.—Acc. ὑμᾶς, Ar.Ach.325, etc. (-υ Orph.A.820, v.l. in S.Ph.222; ὗμας or (more prob.) ὕμας is required by the metre in Babr.9.9, 47.11); Ion. ὑμέας (disyll.) Od.21.198, al.; enclit. ὕμεας (disyll.) Herod.2.60 (Pap.); ὑμέας also Hdt.1.126, al.; Aeol. and Ep. ὔμμε Il.23.412, al., Pi.I.6(5).19; also in A.Eu.620 (trim.), and S.Ant.846(lyr.); Dor. ὑμέ Alcm.3, Sophr.52, Ar.Ach.737, Lys.1076, SIG528.3 (Cretan dial., iii B.C.), 622 B 8 (Cretan, ii B.C.).—The pl. is sts. used in addressing one person, when others are included in the speaker's thought, as Od. 12.81, Archil.89. (With σύ cf. Lat. tu, Goth. pu; with τοι Skt. gen. and dat. te; the origin of σφῶϊ is doubtful; with ὑμεῖς cf. Skt. acc. pl. yusmān.)

German (Pape)

[Seite 960] pronom. personal. der zweiten Person, du, von Hom. an überall; dor. τύ, Pind. oft; ep. auch τύνη, Il. 5, 485. 6, 262. 12, 237 u. sonst; – gen. σοῦ, u. enclitisch σου, Tragg. u. in Prosa überall; ion. u. ep. σέο, Il. 6, 328. 15, 181 u. sonst, Her. 1, 9 u. öfter; auch σεῖο, Il. 3, 137. 365. 15, 569 u. öfter; σεῦ, 3, 206. 18, 77; Pind. Ol. 14, 20 N. 8, 46; Her. 1. 45; σέθεν, Il. 4, 127. 169. 16, 539; Pind. oft u. Tragg., wie Aesch. Spt. 128. 246 Eum. 763 u. sonst; Soph. Phil. 1421 O. C. 250; auch τεοῖο, Il. 8, 37; äol. u. dor. auch τεῦς, τεοῦς, Gramm.; – dat. σοί, Il. 5, 809 u. öfter, u. Folgde überall, u. σοι encl., letztere Form bei Hom. niemals, dafür dor. u. poet. τοι, immer encl., Iliad. 1, 28. 39. 107. 123, wie Her. oft; u. τεΐν, Il. 11, 201 Od. 4, 619. 829. 11, 560. 15, 119; auch τίν, Pind. Ol. 11, 93 u. öfter; der Diphthong οι scheint nie elidirt zu sein, vgl. Heyne Il. T. 7 p. 401 u. Spitzner vers. her. p. 166; – accus. σέ, u. encl. σε, Hom. u. Folgde überall, dor. auch τε, Theocr. 1, 5. Verstärkung σύγε, σοῦγε u. s. w., dor. τύγα, du wenigstens, du freilich, du für deinen Theil.

Greek (Liddell-Scott)

σύ: προσωπ. ἀντων. τοῦ β΄ προσώπου ὡς καὶ νῦν, κοινῶς «ἐσύ»· Ἐπικ. ὀνομ. τύνη Ἰλ. Ε. 485, κ. ἀλλ. (Λακων. τούνη, Ἡσύχ.)· Αἰολ. καὶ Δωρ. τὺ Σαπφ. 1. 13, Πίνδ., Ἐπίχ., Θεόκρ. κλπ· βοιωτ. τού, ἴδε ἐν λ. Ὁ ἐξ ἀρχῆς τύπος αὐτῆς ἦτο τύ, αἰτ. τὲ (ἀντὶ τϝέ)· πρβλ. Σανσκρ. tva, tvam, Ζεν. tum (t) ὅθεν τεός δηλ. τεϝός (σός), Σανσκρ. tav-as, Ζεν. thva (tu- u) Λατ. tu, tus· Λιθ. tu, taváss· Σλαυ. ty, tvoj· Γοτθ. thu, theis (thine)· Ἀρχ. Σκανδιναυ. καὶ Ἀγγλο-Σαξονικ. bu, κλπ.) [ῠ, πλὴν ἐν τῇ Ἐπικ. ὀνομ. τύνη· Δωρικ. δοτ. τῖν Θεόκρ. 2. 20., 333, κτλ., καὶ (αἰτ. κατὰ τὴν παλαιὰν γραφήν, - Ἕρμανν. κλπ. τίν γ΄) Πινδ. 1. 6 (5). 5· ἀλλὰ τῐν, Ἀλκμὰν 19, Πινδ. Π. 1. 56., 8. 97, κλπ. - Ἔτι καὶ παρ’ Ἐπικ. φαίνεται ὅτι δὲν ἔπασχεν ἔκθλιψιν ἡ δοτ. σοὶ ἢ τοί, Heyne Ἰλ. Τ. 7, σ. 401]. Ὀνομ. σύ, Ὀδ. Σ. 31, κτλ.· κλητ., Φ. 193, Ἀριστοφάν. Πλ. 1069. - Γεν. σοῦ, ἐγκλιτ. σου, οὐδέποτε παρ’ Ὁμ. ὅστις ἔχει σεῦ, σέο, σεῖο· ὡσαύτως σέθεν (ὅπερ ὁμοίως ἀπαντᾷ παρὰ τοῖς Λυρ. καὶ Τραγ.), καὶ ὡς ἐγκλιτ. σευ, σεο· ὁ Ἡρόδ. ἔχει μόνον σεο (ἐγκλιτ.), σεῦ· - Δωρικ. τεῦ, τευ Θεόκρ. 5. 19, κλπ.· σπανίως τέο, Ἀλκμὰν 51· ἐκτεταμ. τεοῦ Ἐπίχ. 157 Ahr., Σώφρων 76, καὶ (ἐν Ἰλ. Θ. 37, 468) τεοῖο· - Αἰολ. καὶ Δωρ. τεῦς Κόριννα 24· καὶ τεοῦς Σώφρονος Ἀποσπ. 76 ἐγκλιτ. τεος ὁ αὐτ. 77· Κρητ. τέορ, «τέορ· σοῦ Κρῆτες» Ἡσύχ.· - ἕτεροι Δωρ. τύποι εἶναι τίω, τίως, τίος, Ἀπολλώνιος περὶ Ἀντωνυμ. 96C, πρβλ. Ahrens D. Dor. σ. 250. - Δοτ. σοί, Ἰωνικ. καὶ Δωρ. τοί· ὁ Ὅμ. καὶ ὁ Ἡρόδ. χρῶνται τῇ δοτ. τοι μόνον ὡς ἐγκλιτ., σοὶ δὲ ὅταν τονιζομένη προσλαμβάνῃ ἔμφασιν· παρὰ τοῖς Ἀττ. ἀμφότερα σοὶ καὶ σοι (ἐγκλιτ.) - Δωρ. τεΐν, τίν, ὧν ὁ πρότερος τύπος καὶ ἐν Ἰλ. Λ. 201, Ὀδ. Δ. 619, Ἐπιγραφ. παρ’ Ἡροδ. 5. 60, 61, κτλ.· τὸ δεύτερον παρὰ τῷ Ἀλκμᾶνι 19, Πινδ. Ο. 10 (11). 114, Θεόκρ., κλπ., πρβλ. Ahrens σελ. 254. - Αἰτ. σέ, ἐγκλιτ. σε, Ὅμηρ. κλπ.· Δωρικ. τὲ Ἀλκμὰν 36, Θεόκρ. 1. 5· ἢ (ἐγκλιτ.) τυ, πρβλ. Ἀριστοφάν. Ἱππ. 1225, Θεόκρ. 56, 78, κτλ. 2) ἐπεκτείνεται συντιθέμενον μετὰ τοῦ ἐγκλιτ. γε, σύγε, σοῦγε, κτλ., (ὡς τὸ ἔγωγε), πολλάκις παρ’ Ὁμηρ. καὶ συχν. παρὰ τοῖς Ἀττικ.· Δωρικ. τύγε Ἐπίχαρμ. 125 Ahr., Τιμόκρ. 1· τύγα Θεόκρ. 5. 69, 71· δοτ. σοίγε· αἰτ. σέγε Ὅμ.· - ὡσαύτως σύπερ, Ἰλ. Ω. 398. 3) ἐν τῷ πεζῷ λόγῳ τοῦ Ἡροδ. σὺ κεῖται μετ’ ἀπαρ., ὡς μετὰ προστ., Γ. 134, Δ. 163. ΙΙ. Δυϊκ. ὀνομ. καὶ αἰτ. σφῶι (ἴδε τϝέ, ἐν λ. σύ), σεῖς οἱ δύο, «οἱ δυό σας», Ὅμ. καὶ Ἰων.· σφὼ (οὐχὶ σφῲ) Ἰλ. Α. 574., Λ. 782, κτλ., καὶ Ἀττ.· - γενικ. καὶ δοτικ. σφῶιν συχν. παρ’ Ὁμ.· συνῃρ. σφῷν ἅπαξ παρ’ Ὁμήρ., Ὀδ. Δ. 62, καὶ ἀεὶ παρὰ τοῖς Ἀττ., οἷον Αἰσχύλ. Πρ. 12, πρβλ. Piers. εἰς Μοῖρ. 266. Οὐδεὶς τῶν τύπων τούτων εἶναι ἐγκλιτικός - ἐνομίσθη ὑπό τινων ὅτι τὸ σφῶι καὶ σφῶιν ἐναλλάσσονται· ἀλλ’ ἐν Ἰλ. Δ. 286, σφῶι εἶναι ἡ αἰτ. ἡ ἐξαρτωμένη ἐκ τοῦ κελεύω· καὶ ἐν Ὀδ. Ψ. 52. σφῶιν εἶναι δοτικ. χαριστικὴ ἐξαρτωμένη ἐκ τοῦ ἦτορ· ἴδε Buttm Lexil. ἐν λ. νῶι 7, 8. ΙΙΙ. Πληθ. ὀνομ. ὑμῖν; (πρβλ. Σανσκρ. yusl me, Γοτθ. καὶ Λιθ. jus)· Ἀγγλ. ye, you, Ὅμ., κλπ.· Αἰολ. καὶ Ἐπικ. ῠμμες Ὅμηρ., Σαπφὼ 26· Δωρικ. ὑμὲς Σώφρων 33, πρβλ. Ἀριστοφάν. Ἀχ. 760, 761, 862· Βοιωτ. οὐμὲς Κόριννα 6· - ἀσυναίρετος Ἰων. τύπος ὑμέες μνημονεύεται ἔν τινι ἑξαμέτρῳ τοῦ Παρθενίου (παρ’ Ἀπολλωνίῳ περὶ Ἀντωνυμ. 378) καὶ ἕτερος παρὰ τῷ Τζέτζῃ (Ἀνέκδ. Ὀξ. τ. 3. 333), ἀλλὰ πιθ. προῆλθεν ἐξ ἁμαρτήματος τῶν ἀντιγραφέων, ἴδε Dind. D al. Hdt. σ. xx. - γεν. ὑμῶν, Ἀττ.· παρ’ Ὁμ. ὑμέων (δισύλλ.) καὶ ὑμείων, Ἰλ. Η. 159, κτλ., Δ. 348., κτλ.· Αἰολ. ὐμμέων Ἀλκαῖ. 93· Βοιωτ. οὐμίων Κόριννα 22. - Δοτ. ὑμῖν, Ὁμ., κτλ.· παρὰ Τραγικ. ὡσαύτως ὑμὶν [ῐ] Σοφ. Αἴ. 864, Ἠλ. 1328, κτλ., ἢ, ὥς τινες τῶν γραμμ. ἔγραφον, ὗμῐν· οἱ αὐτοὶ γραμμ. ἔγραφον ὕμιν (ὡς ἐγκλιτ.) ἐν Ὀδ. Α. 376, Β. 141, κτλ., ἴδε Ἐτυμ. Μέγ. 432. - Αἰολ. καὶ Ἐπικ. ὔμμῐ, ὔμμῐν Ὀδ. Β. 316., Λ. 335, κτλ., Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 328, Σαπφὼ 17, καὶ Πίνδ. - Αἰτ. ὑμᾶς, Ἀττ.· ἀλλ’ ὁ Ὅμ. χρῆται τῷ Ἰωνικ. τύπῳ ὑμέας (δισύλλ.) Αἰολ. καὶ Ἐπικ. ὔμμε Ἰλ. Λ. 781, κ. ἀλλ.· Πινδ. Ι. 5 (6). 28· ὡσαύτως ἐν Αἰσχύλ. Εὐμ. 620 (τρίμετρ. ἰαμβ.), καὶ Σοφ. Ἀντ. 864 (Λυρ.) Δωρ. ὑμὲ Ἀλκμὰν 37, Σώφρων 99. - Ὁ πληθυν. ἐνίοτε εἶναι ἐν χρήσει ὅταν ᾖ ὁ λόγος πρὸς ἓν πρόσωπον, ἐν ᾧ ὁ λέγων περιλαμβάνει καὶ ἑτέρους ἐν τῇ διανοίᾳ του, οἷον Ὀδ. Μ. 81 κἑξ., πρβλ. Böckh Expl. Pind. II. 7. 17, Tibull, 1. 3. 1· καὶ ἴδε ἐν λ. ὑμέτερος ἐν τέλ. - Ἐν τῷ παρηκμακότι Ἑλληνισμῷ ἀπαντᾷ τὸ σᾶς = ὑμᾶς, ὑμῶν ὡς καὶ νῦν, τὴν ἁγίαν βασιλείαν σας Κ. Πορ. Ἔκθ. Βασ. Τάξ. 36· Θεὸς φυλάξῃ σας, εὐλογῶν τὸν γάμον σας 380, πάντα ἐχθρόν σας δουλώσῃ 383, κτλ.

French (Bailly abrégé)

σοῦ, σοί, σέ;
plur. ὑμεῖς, ὑμῶν, ὑμῖν, ὑμᾶς;
duel σφῶϊ ou σφώ, gén.-dat. σφῶϊν ou σφῷν;
tu, toi ; vous, vous deux.
Étymologie: sg. σύ, primitiv. τύ, cf. lat. tu, skr. tva, tvam ; acc. σε ou τέ pour *τϜέ ; plur. ὑμεῖς pour ὑμέες, *ὑμμέες, *ὑσμέες, cf. skr. jushmê ; duel σφῶϊ de même orig. que le sg.

English (Autenrieth)

gen. σέο, σεῦ, σεῖο, σέθεν, dat. σοί, τοί, τεΐν, acc. σέ: thou, thee. Most of the oblique forms are either enclitic or accented; σεῖο and σοί are never enclitic, τοί is always enclitic; in connection with αὐτός all forms retain their accent. The pron. is frequently strengthened by γέ or πέρ.