Λ

From LSJ
Revision as of 10:59, 31 January 2021 by Spiros (talk | contribs) (LSJ2 replacement)

To χάρις ὑμῖν οὕτω τίθησιν κτλ. → Thus he writes joy to you all, etc. (Cramer's Catena on 1 Thessalonians 1.1)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Λ Medium diacritics: Λ Low diacritics: Λ Capitals: Λ
Transliteration A: L Transliteration B: L Transliteration C: L Beta Code: *l

English (LSJ)

λ, λάμβδα, or better λάβδα (v. sub voc.), τό, indecl., twelfth (later eleventh) letter of the Gr. alphabet; as numeral λʹ = 30, but ͵λ = 30 000.

Greek Monotonic

Λ: λ, λάμβδα ή λάβδα, τό, άκλιτο, το ενδέκατο γράμμα του ελλ. αλφαβ.· ως αριθμητικό λʹ = 30, αλλά ͵λ = 30.000.
1. σε Αττ., το λ ενίοτε αντικαθίσταται από το ρ, όπως κλίβανος, κρίβανος, γλώσσαλγος, γλώσσαργος, ναύκραρος, ναύκληρος, ἀλκ-ή, ἀρκεῖν· ομοίως, ὁλᾷς, Θέωλος, κόλαξ, λόγω τραυλίζουσας προφοράς του Αλκιβιάδη, αντί ὁρᾷς, Θέωρος, κόραξ, σε Αριστοφ.
2. σε Δωρ., το λ γίνεται ν, όπως ἦνθον, φίντατος, αντί ἦλθον, φίλτατος, ενώ στην Αττ., το λ ενίοτε αντικαθιστά το ν, όπως λίτρον, πλεύμων, αντί νίτρον, πνεύμων.
3. στην αρχή λέξεως το λ εκπίπτει, όπως εἴβω αντί λείβω, αἰψηρός, ἀφύσσω, ἄχνη αντί λαιψηρός, λαφύσσω, λάχνη.
4. οι Επικ. ποιητές διπλασιάζουν το λ, χάριν του μέτρου, ιδίως μετά την αύξηση, όπως ἔλλαβε, ἐλλιτάνευε, και στα σύνθετα όπου το βʹ συνθετικό αρχίζει από λ, όπως στο τρίλλιστος· ο Όμηρος, όπου υπάρχουν δυο λ, αποβάλλει το ένα, όπου το μέτρο το απαιτεί, όπως στο Ἀχιλεύς.
5. το δ ενίοτε γίνεται λ, πρβλ. Δ, δ II. 5.
6. το γ και το λ εναλλάσσονται στα μόγις, μόλις.
7. το ν πριν απο το λ γίνεται λ, όπως στα συλλαμβάνω, ἐλλείπω.

Russian (Dvoretsky)

Λ: λ λάμβδα или λάβδα (11-я буква греч. алфавита, соотв. лат. l): λʹ или -λ = 30, ͵λ = 30000.