Λ
English (LSJ)
λ, λάμβδα, or better λάβδα (v. sub voc.), τό, indecl., twelfth (later eleventh) letter of the Gr. alphabet; as numeral λʹ = 30, but ͵λ = 30 000.
Greek Monotonic
Λ: λ, λάμβδα ή λάβδα, τό, άκλιτο, το ενδέκατο γράμμα του ελλ. αλφαβ.· ως αριθμητικό λʹ = 30, αλλά ͵λ = 30.000.
1. σε Αττ., το λ ενίοτε αντικαθίσταται από το ρ, όπως κλίβανος, κρίβανος, γλώσσαλγος, γλώσσαργος, ναύκραρος, ναύκληρος, ἀλκ-ή, ἀρκεῖν· ομοίως, ὁλᾷς, Θέωλος, κόλαξ, λόγω τραυλίζουσας προφοράς του Αλκιβιάδη, αντί ὁρᾷς, Θέωρος, κόραξ, σε Αριστοφ.
2. σε Δωρ., το λ γίνεται ν, όπως ἦνθον, φίντατος, αντί ἦλθον, φίλτατος, ενώ στην Αττ., το λ ενίοτε αντικαθιστά το ν, όπως λίτρον, πλεύμων, αντί νίτρον, πνεύμων.
3. στην αρχή λέξεως το λ εκπίπτει, όπως εἴβω αντί λείβω, αἰψηρός, ἀφύσσω, ἄχνη αντί λαιψηρός, λαφύσσω, λάχνη.
4. οι Επικ. ποιητές διπλασιάζουν το λ, χάριν του μέτρου, ιδίως μετά την αύξηση, όπως ἔλλαβε, ἐλλιτάνευε, και στα σύνθετα όπου το βʹ συνθετικό αρχίζει από λ, όπως στο τρίλλιστος· ο Όμηρος, όπου υπάρχουν δυο λ, αποβάλλει το ένα, όπου το μέτρο το απαιτεί, όπως στο Ἀχιλεύς.
5. το δ ενίοτε γίνεται λ, πρβλ. Δ, δ II. 5.
6. το γ και το λ εναλλάσσονται στα μόγις, μόλις.
7. το ν πριν απο το λ γίνεται λ, όπως στα συλλαμβάνω, ἐλλείπω.
Russian (Dvoretsky)
Λ: λ λάμβδα или λάβδα (11-я буква греч. алфавита, соотв. лат. l): λʹ или -λ = 30, ͵λ = 30000.
German (Pape)
λ, λάμβδα, auch λάβδα, elfter Buchstab des griechischen Alphabets, als Zahlzeichen λʹ = 30, ͵λ = 30 000.
Es tritt im Attischen zuweilen statt ν ein, λίτρον, πλεύμων für νίτρον, πνεύμων, Greg.Cor. 147 und Lobeck zu Phryn. 305, wie bei den Doriern es mit ν vertauscht wird, βέντιον, φίντατος für βέλτιον und φίλτατος, Schaefer zu Greg.Cor. 199, 354 und Valcken zu Phalar. p. XXIII; wird auch mit ρ vertauscht, γλώσσαλγος und κεφάλαλγος wird γλώτταργος, κεφάλαργος, vgl. κλίβανος und κρίβανος und s. Lobeck Phryn. 179, 652.
Im Anfange des Wortes fällt es zuweilen weg, εἴβω für λείβω (vgl. αἰψηρός und λαιψηρός, ἀλαλή und λαλαγή, ἄχνη und λάχνη), vgl. Greg. C. 446.
Bei den epischen Dichtern wird es nach dem Augment und in Zusammensetzungen verdoppelt, ἔλλαβε, πολύλλιστος, ἀπολλήξεις. Seltener ist der Wechsel von γ und λ in μόγις und μόλις, γήϊον und λήϊον (?), – von δ und λ, wie man δασύς und λάσιος vergleicht, lacryma und δάκρυον.