τριάκοντα

From LSJ
Revision as of 21:19, 11 November 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "οἱ" to "οἱ")

πολλὰ γάρ σε θεσπἰζονθ' ὁρῶ κοὐ ψευδόφημα (Sophocles' Oedipus Coloneus 1516f.) → For I see in you much prophecy, and nothing false

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρῐάκοντα Medium diacritics: τριάκοντα Low diacritics: τριάκοντα Capitals: ΤΡΙΑΚΟΝΤΑ
Transliteration A: triákonta Transliteration B: triakonta Transliteration C: triakonta Beta Code: tria/konta

English (LSJ)

[ᾱκ], symbol: λʹ, Ep. and Ion. τρῐήκ-, late Gr. τρῐάντα (q.v.), οἱ, αἱ, τά, indecl.; but gen. A τριηκόντων Hes.Op.696, also in later Ep., Call.Fr.67; dat. τριηκόντεσσιν AP11.41 (Phld.):—thirty, Il.2.516, IG12.1.9, etc.; τ. καὶ ἕνα thirty-one, ib.42(1).71.9 (Epid., iii B. C.). II οἱ τ., esp., 1 at Sparta, a council of war of thirty, X.Ages.1.7, HG3.4.2,20, 4.1.5, al. 2 at Athens, the Thirty, commonly called the thirty tyrants, appointed on the taking of Athens (404 B.C.), ib.2.3.2, IG22.6.12, Pl.Ap.32c, Arist.Rh.1400a18. 3 certain magistrates, v. τεσσαράκοντα; οἱ λογισταὶ οἱ τ. (IG12.91.8) are sometimes called simply οἱ τ., IG12.191.1, 193.1. [In late Epigr. ᾰκ, AP11.298, etc.]

French (Bailly abrégé)

numéral indécl.
trente ; οἱ τριάκοντα les Trente, càd les trente tyrans, à Athènes.
Étymologie: τρεῖς, -κοντα.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

τριᾱ́κοντα, Ion. τριήκοντα [τρεῖς, δέκα] meestal indecl., soms decl.: gen. Ion. τριηκόντων, dertig; subst. οἱ τριάκοντα de Dertig (in Athene tiranniek regime in 404; in Sparta commissie van 30 Spartiaten).

Russian (Dvoretsky)

τριάκοντα: (ᾱκ), ион. τριήκοντα οἱ, αἱ, τά indecl. (редко gen. τριηκόντων Hes., Anth., dat. τριηκόντεσσιν Anth.) тридцать: οἱ τ. Xen. (в Спарте) совет тридцати (при царе), Plat. (в Афинах) тридцать тираннов.

Greek (Liddell-Scott)

τριάκοντα: [ᾱ], Ἐπικ. καὶ Ἰων. τριήκ-, οἱ, αἱ, τά, ἄκλιτ.· ἀλλ’ ὅμως ὑπάρχει γεν. τριηκόντων ἐν χρήσει παρ’ Ἡσ. ἐν Ἔργ. κ. Ἡμ. 694, καὶ παρὰ μεταγεν. μιμηταῖς, οἷον Καλλ. ἐν Ἀποσπ. 67· δοτ. τριηκόντεσσιν Ἀνθ. Π. 11. 41. - ὡς καὶ νῦν, κοινῶς «τριάντα», Λατ. triginta, Ὅμ., κλπ. ΙΙ. οἱ τριάκοντα, ἰδίως, 1) ἐν Σπάρτῃ, οἱ παρὰ τοῖς βασιλεῦσι διοριζόμενοι ὡς σύμβουλοι Σπαρτιᾶται πολίται, Ξεν. Ἀγησ. 1, 7, Ἑλλην. 3. 4, 2, κλπ. 2) ἐν Ἀθήναις, οἱ τριάκοντα, οἱ κοινῶς καλούμενοι τριάκοντα τύραννοι, οἱ διορισθέντες κατὰ τὴν ἅλωσιν τῶν Ἀθηνῶν (404 π. Χ.), αὐτόθι 2. 3, 2, Πλάτ. Ἀπολ. 32C, κλπ. 3) ἄρχοντές τινες, ἴδε τεσσαράκοντα. - Καθ’ Ἡσύχ.: «τριάκοντα· οὗτοι ἐχειροτονοῦντο δικασταὶ Ἀθήνησιν, οἵτινες ἐζημίουν τοὺς μὴ παραγενομένους τῶν πολιτῶν εἰς ἐκκλησίαν», ἴδε καὶ Φώτ. ἐν λέξ. [Ἐν μεταγεν. ἐπιγράμμασιν ᾰ, Ἰακώψ. εἰς Ἀνθ. Π. 617, 705, 806].

English (Strong)

the decade of τρεῖς; thirty: thirty.

Greek Monolingual

οι, τα / τριάκοντα, οἱ, αἱ, τὰ, ΝΜΑ, και ιων. τ. τρίηκοντα Α
(απόλ. αριθμτ.)
1. αυτοί που αποτελούνται από τρεις δεκάδες, τριάντα («oἱ δὲ ἔστησαν αὐτῷ τριάκοντα ἀργύρια», ΚΔ)
2. (με το αρθρ.) οι τριάκοντα
α) (στη Σπάρτη) τριάντα πολίτες διορισμένοι από τους βασιλείς ως σύμβουλοι τους
β) (στην Αθήνα) τριάντα άρχοντες στους οποίους ανατέθηκε η διοίκηση τών Αθηνών μετά την κατάληψή τους από τους Λακεδαιμονίους κατά το τέλος του Πελοποννησιακού Πολέμου, αλλ. τριάκοντα τύραννοι
γ) (στη Ρώμη) περιληπτική ονομασία είκοσι εννέα αντιαυτοκρατόρων στις διάφορες επαρχίες της αυτοκρατορίας επί τών αυτοκρατόρων Βαλεριανού και Γαλλιηνού
δ) ονομασία άλλων αρχόντων στην Αθήνα («τριάκοντα
οὗτοι ἐχειροτονοῦν το δικασταὶ Ἀθήνησιν, οἵτινες ἐζημίουν τοὺς μὴ παραγενομένους τῶν πολιτῶν ἐκκλησίαν», Ησύχ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. τριᾱ- του τρεῖς, τρία (πρβλ. τριᾱ-κόσιοι) + -κοντα (< ΙΕ τ. dkomt «δεκάδα» με δυσερμήνευτη κατάλ. -α, πρβλ. πεντή-κοντα). Προβλήματα, ωστόσο, γεννά η μορφή τριᾱ- του α' συνθετικού (πρβλ. τρια-κόσιοι), που εμφανίζεται μόνο στην Ελληνική (πρβλ. λατ. triginta). Κατά μία άποψη, το θ. τρια- ανάγεται στο ουδ. τρία, ενώ, κατ' άλλους, είναι προϊόν αναλογίας (πρβλ. τεσσαρά-κοντα: τετρά-κοντα)].

Greek Monotonic

τριάκοντα: [ᾱ], Ιων. τριήκοντα, οἱ, αἱ, τά, άκλιτο, με γεν. τριηκόντων σε χρήση, στον Ησίοδ.· δοτ. τριηκόντεσσιν, σε Ανθ.·
I. τριάντα, Λατ. triginta, σε Όμηρ. κ.λπ.
II. οἱ τριάκοντα·
1. στη Σπάρτη, οι τριάντα παρά τους βασιλείς, διοριζόμενοι ως σύμβουλοι, Σπαρτιάτες πολίτες, σε Ξεν.
2. στην Αθήνα, οἱ Τριάκοντα, οι κοινώς καλούμενοι τριάντα τύραννοι, αυτοί που διορίσθησαν κατά την άλωση των Αθηνών (404 π.Χ.), σε Πλάτ. κ.λπ.

Middle Liddell

[indecl., with a gen. τριηκόντων in Hes.; dat. τριηκόντεσσιν Anth.]
I. thirty, Lat. triginta, Hom., etc.
II. οἱ τριάκοντα,
1. at Sparta, the council of thirty, assigned to the kings, Xen.
2. at Athens, the Thirty, commonly called the thirty tyrants, appointed on the taking of Athens (B C. 404), Plat., etc.

Chinese

原文音譯:tri£konta 特里阿寬他
詞類次數:形容詞(11)
原文字根:三 十
字義溯源:三十;源自(τρεῖς / Τρεῖς ταβέρναι)*=三)
出現次數:總共(11);太(5);可(2);路(1);約(2);加(1)
譯字彙編
1) 三十(8) 太13:8; 太13:23; 可4:8; 可4:20; 路3:23; 約5:5; 約6:19; 加3:17;
2) 三十塊(2) 太27:3; 太27:9;
3) 三十個(1) 太26:15