ἐγκαθίστημι
Ἔπαινον ἕξεις, ἂν κρατῇς, ὧν δεῖ κρατεῖν → Laus est, si, quibus est imperandum, tu imperes → Lob hast du, wenn du herrschst, worüber zu herrschen gilt
English (LSJ)
A place or establish in, as king or chief, σὲ.. Μυκήναις ἐγκαταστήσω πάλιν E.IT982; ἐ. τινὰς ἡγεμόνας Th.1.4; τινὰ τύραννον D.17.10; also, place as a garrison in a place, v.l. in Id.9.15; φρουράν Plu.Alc.30; of institutions, ἐ. δημοκρατίας Arr.An.1.18.2:—Med., establish for oneself, βασιλείην Hellanic. 79(a) J.
II Pass., with aor. 2, pf. and plpf. Act., to be established as ruler in a place, Lys.2.59, Th.1.122; also αὐλητῶν νόμῳ ἐγκαθεστώτων Id.5.70.
Spanish (DGE)
A tr. en v. act. y aor. med. sigmático
I sin idea de mov.
1 sentar en el trono, proclamar rey c. dat. de lugar σὲ ... Μυκήναις ἐγκαταστήσω πάλιν E.IT 982
•nombrar o proclamar jefe, c. pred. Μίνως ... τοὺς ἑαυτοῦ παῖδας ἡγεμόνας ἐγκαταστήσας Th.1.4, cf. 122, Χαίρωνα τὸν παλαιστὴν τύραννον ἐγκατέστησεν D.17.11, cf. Arr.An.2.1.5, ἴσους ἡγεμόνας ἐγκαταστήσας ταῖς μερίσι D.S.36.4, en v. pas. ὁ γὰρ ἐγκατασταθεὶς ὑπὸ τοῦ βασιλέως φρούραρχος Βακχίδης Str.12.3.11, cf. Aristid.Or.26.49.
2 de instituciones implantar, instaurar, establecer τὰς μὲν ὀλιγαρχίας πανταχοῦ καταλύειν ἐκέλευσεν, δημοκρατίας δὲ ἐγκαθιστάναι Arr.An.1.18.2, ἐν ἑκάστῃ (sc. τῶν πόλεων) τοὺς παρ' αὐτοὺς καλουμένους ἁρμοστὰς ἐγκαθιστάντα D.S.14.10.1
•en aor. med. establecer para sí ὁ βασιλεὺς αὐτῶν Σικελὸς βασιλείην ἐγκαταστησάμενος Hellanic.79, βουλευτήριον D.H.4.26.4
•c. obj. de cargos personales nombrar, asignar δεκαδάρχας κώμαις ἐγκαθιστάς I.BI 4.442, (ὁ βικάριος) πειρᾶται βιαιοτέρᾳ χειρὶ ἐγκαταστῆσαι τὸν διδόμενον (ἐπίσκοπον) Basil.Ep.237.2, cf. Ep.94.
II c. idea de mov. hacia el interior
1 de cuerpos militares [[colocar dentro como guarnición, c. compl. de ciudad expreso o sobreentendido]] φρουράς Isoc.4.163, cf. D.S.11.37.5, 19.67.7, Str.7.4.7, Plb.Alc.30.10, Hld.10.1.2, ἐγκαθίστησιν τῆς οἰκείας δυνάμεως οὐκ ὀλίγην I.BI 4.448
•en aor. med. φρουρὰν ἰσχυρὰν ἐγκαταστησάμενος D.S.15.20.2
•c. dat. de lugar δύναμιν τοῖς φρουρίοις ἐγκαταστήσας I.BI 5.510, cf. 4.438, 4.486, (οἰκημάτοις) ἐγκατέστησαν φύλακας Chrys.M.47.458
•c. otros compl. de lugar περὶ τὴν Λυδίαν ... στρατόπεδον ἐγκαταστήσαντες Isoc.4.165, cf. I.AI 12.326.
2 colocar dentro, introducir gener. c. sent. peyor.: c. ac. πλῆθος ἀντιτέχνων ἐγκαθιστάναι Lib.Or.25.49
•c. ac. y dat. de lugar Ἀντιπάτρου τῷ πλήθει τοὺς ἰδίους ἐγκαθιστάντος φίλους I.AI 16.327, τῆς τῶν Ἑλλήνων ἐλευθερίας ἐχθρὸν ἐγκατεστήσατε τῇ πυλαίᾳ Lib.Decl.17.35
•fig., sin sent. peyor. introducir (τοὺς οἰκέτας) εἰς τὴν τῶν βελτιόνων ἐγκαθιστᾶσι συνήθειαν introducirlos (sc. a los esclavos) en los hábitos de los mejores Lib.Decl.9.26, ἂν μνήμονα νοῦν ἐγκαταστῆσαι θέλῃς Praec.Salubr.64.
3 c. obj. de pers. hacer comparecer σημάνατέ μοι τὸν τύπον ... ἵνα ἐγκατ[α] στήσω (quizá εἰσκατ-) αὐτούς dame las instrucciones para que los haga comparecer, PKöln 317.30 (VI d.C.).
B intr.
I sin idea de mov., en perf. y plusc.
1 estar proclamado o establecido τύραννοι δ' ἐγκαθεστᾶσιν Lys.2.59
•fig. ψυχὴν ... ἡγεμόνα καὶ πρωτουργὸν ... ἐγκαθεστῶσαν Plu.2.1013f.
2 estar establecido χωροῦντες ... βραδέως καὶ ὑπὸ αὐλετῶν πολλῶν νόμῳ ἐγκαθεστώτων Th.5.70.
II c. idea de mov. hacia el interior
1 en perf., c. suj. de tropas estar acuartelado en el interior como guarnición οὐ φρουραῖς ἐγκαθεστηκυίαις ἡ δύναμις τῆς πόλεως συνέχεται Aristid.Or.1.323.
2 en v. med. colocarse en medio c. dat. de lugar ἐπειδὰν προτεταγμένων τινῶν κατὰ διαστήματα ἐκ τῶν ἐπιτεταγμένων ἐγκαθιστῶνται αὐτοῖς ἄλλοι Arr.Tact.26.4.
German (Pape)
[Seite 703] (s. ἵστημι), hineinstellen, -setzen; καί σε Μυκήναις ἐγκαταστήσω πάλιν Eur. I. T. 982; bes. = eine Besatzung hineinlegen, φρουρὰς ἐν αὐτοῖς ἐγκαταστήσας Isocr. 4, 163, wie oft Plut., z. B. Alc. 30 Eumen. 3; Anführer, Tyrannen einsetzen, τοὺς παῖδας ἡγεμόνας Thuc. 1, 4; τύραννον Dem. 17, 10; so auch δημοκρατίαν Arr. An. 1, 18, 3. – Dah. im perf. u. aor. II. = eingesetzt sein; τύραννοι ἐγκαθεστᾶσι Lys. 2, 59; αὐλητῶν νόμῳ ἐγκαθεστώτων Thuc. 6, 70; πόλιν τύραννον ἐγκαθεστάναι ἐῶμεν, lassen die Stadt Herrinn sein, 1, 122; – Sp.
French (Bailly abrégé)
f. ἐγκαταστήσω;
1 établir, placer dans : σε Μυκήναις ἐκαταστήσω πάλιν EUR je te rétablirai dans Mycènes ; στρατιώτας DÉM, ἄνδρας PLUT, φρουρὰν ἐγκ. PLUT établir des garnisaires, une garnison dans;
2 établir, instituer (un tyran, un magistrat, un chef, etc.) ; intr. (ao.2, pf. et pqp.) être établi, institué.
Étymologie: ἐν, καθίστημι.
Russian (Dvoretsky)
ἐγκαθίστημι: (fut. ἐγκαταστήσω)
1 ставить, размещать (φρουράς Isocr.; στρατιώτας Dem.; ἄνδρας Plut.);
2 назначать (ἡγεμόνα τινά Thuc.; φρουράρχους Plut.);
3 возвращать (τινὰ Μυκήνας πάλιν Eur.);
4 (в aor., pf. и ppf.) обосноваться, утвердиться (τύραννοι ἐγκαθεστᾶσιν Lys.): τύραννον ἐᾶν τινα ἐγκαθεστάναι Thuc. позволить кому-л. захватить самодержавную власть.
Greek (Liddell-Scott)
ἐγκαθίστημι: μέλλ. -στήσω, καθιστῶ, τοποθετῶ, διορίζω ὡς βασιλέα ἢ ἀρχηγόν, σὲ... Μυκήναις ἐγκαταστήσω πάλιν Εὐρ. Ι. Τ. 982· ἐγκ. τινὰ ἡγεμόνα Θουκ. 1, 4, Δημ. 214. 20· ὡσαύτως, τοποθετῶ ὡς φρουρὰν ἔν τινι τόπῳ, Δημ. 114. 19, κτλ.· ἐπὶ πολιτεύματος, ἐγκ. δημοκρατίαν, Ἀρρ. Ἀνάβ. 1. 18, 3. ΙΙ. Παθ. μετ’ ἀορ. β΄, πρκμ. καὶ ὑπερσ. ἐνεργ., καθίσταμαι τύραννος ἔν τινι τόπῳ, Λυσ. 196. 9, πρβλ. Θουκ. 1. 122· οὕτως, αὐλητῶν νόμῳ ἐγκαθεστώτων ὁ αὐτ. 5. 70.
Greek Monotonic
ἐγκαθίστημι: μέλ. -καταστήσω·
I. τοποθετώ ή διορίζω ως βασιλιά ή αρχηγό, σε Ευρ., Θουκ.· τοποθετώ ως φρουρά σε κάποιο μέρος, σε Δημ.
II. Παθ., με αόρ. βʹ, παρακ. και υπερσ. Ενεργ., γίνομαι τύραννος σε κάποιο μέρος, σε Θουκ.
Middle Liddell
fut. -καταστήσω
I. to place or establish in a place, as king or chief, Eur., Thuc.: to place as a garrison in a place, Dem.
II. Pass., with aor2, perf. and plup. act., to be established in a place, Thuc.
Lexicon Thucydideum
constituere, to station, establish, 1.4.1,
MED. constitui, to be fixed, be determined, 1.122.3, 5.70.1, [vulgo commonly νόμῳ].