μυρρινάκανθος
Τί ἐστι θάνατος; Αἰώνιος ὕπνος, ἀνάλυσις σώματος, ταλαιπωρούντων ἐπιθυμία, πνεύματος ἀπόστασις, πλουσίων φόβος, πενήτων ἐπιθυμία, λύσις μελῶν, φυγὴ καὶ ἀπόκτησις βίου, ὕπνου πατήρ, ἀληθινὴ προθεσμία, ἀπόλυσις πάντων. → What is Death? Everlasting sleep, the dissolution of the body, the desire of those who suffer, the departure of the spirit, the fear of rich men, the desire of paupers, the undoing of the limbs, flight from life and the loss of its possession, the father of sleep, an appointed day sure to be met, the breakup of all things.
English (LSJ)
[ᾰκ], ὁ, = μυρσίνη ἀγρία, Glossaria.
Greek (Liddell-Scott)
μυρρῐνάκανθος: ἡ ἀκανθώδης μύρτος, Ruscus aculeatus, Γλωσσ.· - ὡσαύτως κεντρομυρρίνη καὶ ὀξυμυρρίνη, Λακων. μυρταλίς. 2) = μυρρίς, Διοσκ. Δ. 116 (ἐκ τῶν νόθων).
Greek Monolingual
μυρρινάκανθος, ἡ (Α)
ακανθώδης μύρτος, η άγρια μυρσίνη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μυρρίνη + ἄκανθος.
German (Pape)
ἡ, der der Myrte ähnliche, stachelige Strauch, ruscus, Mäusedorn, Myrtendorn, Diosc. – Lakon. μυρταλίς.
Translations
Ruscus aculeatus
Arabic: سَفَنْدَر; Bulgarian: залист; Catalan: galzeran; Cornish: kelynnen vyghan; English: butcher's broom, butcher's-broom, kneeholy, knee holly, kneeholm, Jew's myrtle, sweet broom, pettigree; Esperanto: rusko; Finnish: ruskus; Galician: xilbarbeira; Georgian: თაგვისარა; German: Mäusedorn; Greek: λαγομηλιά; Ancient Greek: ἄγονον, ἄκαιρον, ἄκορον, ἀνάγγελος, γορυνίας, γοργυνθίας, ἱερόμυρτος, κατάγγελος, κατάγγελος, κεντρομυρρίνη, κεντρομυρσίνη, μυάκανθος, μυρρινάκανθος, μυρσίνη ἀγρία, μυρτάκανθος, ξυλομυρσίνη, ὀξυμυρρίνη, ὀξυμυρσίνη, χαμαιμυρσίνη, χαμαιμύρτη, χαμαίπιτυς; Irish: giolcach nimhe; Latin: ruscum; Mingrelian: ბარცხი; Persian: مورد اسفرم; Polish: myszopłoch, ruszczyk, iglica; Russian: иглица, иглица колючая, мышиный тёрн; Serbo-Croatian: vèprina, kòstrika, vèprinac, nadlist, zalist; Venetian: rosco
ar: سفندر مدبب; az: ponti bigəvəri; bar: kosmanstaud; bg: бодлив залист; br: bug; ca: galzeran; co: caracutellu; da: musetorn; de: Stechender mäusedorn; eo: pika rusko; et: torkav ruskus; eu: erratz; fa: کولهخاس; fi: pikkuruskus; ga: giolcach nimhe; gl: xilbarbeira; gv: guilckagh; he: עצבונית החורש; hr: bodljikava veprina; hsb: wšědna myšaca wěcha; hu: szúrós csodabogyó; io: rusko; ja: ナギイカダ; kab: arereǧ; nap: avrusca; pl: myszopłoch kolczasty; sh: bodljikava veprina; ta: இலையடி பழச்செடி; tr: tavşanmemesi; uk: рускус колючий; vec: bruschi; zh: 假葉樹