ὑπερτελής: Difference between revisions

From LSJ

αὐτὸν κέκρουκας τὸν βατῆρα τοῦ λόγου → you have struck the very threshold of the argument, you have struck the most important and chiefmost point

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1")
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=ypertelis
|Transliteration C=ypertelis
|Beta Code=u(pertelh/s
|Beta Code=u(pertelh/s
|Definition=ές, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[overleaping]]: of a beacon, [[leaping over the strait]], <span class="bibl">A.<span class="title">Ag.</span>286</span>. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">2</span> c. gen., [[rising]] or [[appearing above]], τίς οἴκων . . ὑ. . . θεῶν; <span class="bibl">E.<span class="title">Ion</span>1549</span>; <b class="b3">ἄθλων ὑ</b>. [[one who has reached the end]] of his labours, <span class="bibl">S.<span class="title">Tr.</span>36</span>. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> of numbers the sum of whose factors (including unity) [[is greater than themselves]] (such as <span class="bibl">12</span>, because <span class="bibl">1</span> + <span class="bibl">2</span> + <span class="bibl">3</span> + <span class="bibl">4</span> + <span class="bibl">6</span> = <span class="bibl">16</span>), opp. [[ἐλλιπεῖς]], <span class="bibl">Nicom.<span class="title">Ar.</span>1.14</span>, cf. Mart.Cap.7.753; of the [[μονάς]], <span class="title">Theol.Ar.</span>3; cf. ὑπερτέλειος 2. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">2</span> of payments, [[due]], <span class="bibl"><span class="title">PSI</span>1.66.21</span> (v A. D.).</span>
|Definition=ές, <span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[overleaping]]: of a beacon, [[leaping over the strait]], <span class="bibl">A.<span class="title">Ag.</span>286</span>. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">2</span> c. gen., [[rising]] or [[appearing above]], τίς οἴκων . . ὑ. . . θεῶν; <span class="bibl">E.<span class="title">Ion</span>1549</span>; <b class="b3">ἄθλων ὑ</b>. [[one who has reached the end]] of his labours, <span class="bibl">S.<span class="title">Tr.</span>36</span>. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">II</span> of numbers the sum of whose factors (including unity) [[is greater than themselves]] (such as <span class="bibl">12</span>, because <span class="bibl">1</span> + <span class="bibl">2</span> + <span class="bibl">3</span> + <span class="bibl">4</span> + <span class="bibl">6</span> = <span class="bibl">16</span>), opp. [[ἐλλιπεῖς]], <span class="bibl">Nicom.<span class="title">Ar.</span>1.14</span>, cf. Mart.Cap.7.753; of the [[μονάς]], <span class="title">Theol.Ar.</span>3; cf. ὑπερτέλειος 2. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">2</span> of payments, [[due]], <span class="bibl"><span class="title">PSI</span>1.66.21</span> (v A. D.).</span>
}}
}}
{{pape
{{pape

Revision as of 08:40, 13 December 2020

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑπερτελής Medium diacritics: ὑπερτελής Low diacritics: υπερτελής Capitals: ΥΠΕΡΤΕΛΗΣ
Transliteration A: hypertelḗs Transliteration B: hypertelēs Transliteration C: ypertelis Beta Code: u(pertelh/s

English (LSJ)

ές,    A overleaping: of a beacon, leaping over the strait, A.Ag.286.    2 c. gen., rising or appearing above, τίς οἴκων . . ὑ. . . θεῶν; E.Ion1549; ἄθλων ὑ. one who has reached the end of his labours, S.Tr.36.    II of numbers the sum of whose factors (including unity) is greater than themselves (such as 12, because 1 + 2 + 3 + 4 + 6 = 16), opp. ἐλλιπεῖς, Nicom.Ar.1.14, cf. Mart.Cap.7.753; of the μονάς, Theol.Ar.3; cf. ὑπερτέλειος 2.    2 of payments, due, PSI1.66.21 (v A. D.).

German (Pape)

[Seite 1202] ές, 1) übers Ziel gehend, übertreffend; Aesch. Ag. 277; ἄθλων Soph. Trach. 36, der die Kämpfe überstanden hat. – 2) darüber aufgehend, erscheinend, Eur. Ion 1549. – Von Zahlen nennt Nicom. arithm. 1, 14 diejenigen ὑπερτελεῖς, die kleiner als die Summe ihrer genauen Theile od. Maaße sind, z. B. 12, dessen Theile 6 + 4 + 3 + 2 + 1 = 16 sind; so 24 u. ähnliche; Ggstz ἐλλιπής, wie 8, dessen Theile 4 + 2 + 1 = 7 sind.

Greek (Liddell-Scott)

ὑπερτελής: -ές, γεν. έος, ὁ πέραν τοῦ σκοποῦ, ἐξικνούμενος, ὑπερτ. τε, ὑψούμενος ὑψηλὰ (ἐπὶ τοῦ φρυκτοῦ), Αἰσχύλ. Ἀγ. 286, 2) μετὰ γεν., ἐγειρόμενος ἢ φαινόμενος ὑπεράνω, τίς οἵκων ὑπ. θεός; Εὐρ. Ἴων. 1549· ἄθλων ὑπερτελής, ὁ κατορθώσας νὰ φθάσῃ εἰς τὸ τέλος τῶν ἀγώνων, Σοφ. Τραχ. 36. ΙΙ. ἀριθμοί τινες καλοῦνται ὑπερτελεῖς ἢ ὑπερτέλειοι, ὅταν τὰ μέρη αὐτῶν συντεθέντα ὦσι μείζονα τῶν ὅλων, π.χ. τὰ μέρη τοῦ 12: διότι τούτου τὸ ἥμισυ εἶναι 6, τὸ τρίτον 4, τὸ τέταρτον 3, τὸ ἕκτον 2, τὸ δωδέκατον 1, ἅτινα συντεθέντα γίνονται 16, ὅπερ εἶναι μεῖζον τοῦ 12· ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ ἐλλιπεῖς, Νικομ. Ἀριθμ. 87, κλπ.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
1 qui dépasse le but;
2 qui touche au but : ἄθλων SOPH qui atteint le terme de ses travaux.
Étymologie: ὑπέρ, τέλος.

Greek Monolingual

-ές, ΜΑ
1. (ιδίως για πυρσό) αυτός που φθάνει πέρα από τον στόχο («ὑπερτελής τε, πόντον ὥστε νωτίσαι», Αισχύλ.)
2. (για τον Θεό) ο απόλυτα τέλειος, υπερτέλειος
αρχ.
1. αυτός που φαίνεται πάνω από κάποιον ή από κάτι άλλο («τίς οἴκων θυοδόκων ὑπερτελὴς ἀντήλιον πρόσωπον ἐκφαίνει θεῶν;», Ευρ.)
3. (για πρόσ.) (σε συνεκφορά με τη λ. ἄθλων) αυτός που κατόρθωσε να φτάσει στο τέλος τών αγώνων
4. (για ενοίκιο) αυτός που καταβάλλεται κατά τη διάρκεια της καθορισμένης προθεσμίας
5. (για αριθμό) αυτός που είναι μικρότερος από το άθροισμα τών παραγόντων, τών διαιρετών του, όπως λ.χ. ο αριθμός 12, του οποίου οι παράγοντες, το 6, το 4, το 3, το 2 και το 1, όταν προστεθούν, δίνουν άθροισμα 16, το οποίο είναι μεγαλύτερο του 12.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ- + -τελής (< τέλος), πρβλ. συν-τελής].

Greek Monotonic

ὑπερτελής: -ές (τέλος), γεν. -έος,
1. αυτός που υψώνεται πάνω από τις δυσκολίες, σε Αισχύλ.
2. με γεν., αυτός που ανατέλλει ή εμφανίζεται πάνω από κάτι, σε Ευρ.· ἄθλων ὑπερτελής, αυτός που έχει φθάσει στο τέλος των αγώνων, των κόπων, σε Σοφ.

Russian (Dvoretsky)

ὑπερτελής:
I 2 τέλος I, 10]
1) далеко видный (ὥς τις ἥλιος Aesch.);
2) достигший: τῶν ἄθλων ὑ. Soph. доведший борьбу до конца.
II 2 τέλλω поднимающийся, возвышающийся (οἴκων Eur.).

Middle Liddell

ὑπερ-τελής, ές τέλος
1. leaping over the strait, Aesch.
2. c. gen. rising or appearing above, Eur.; ἄθλων ὑπερτελής having reached the end of labours, Soph.