ἀπηλιώτης: Difference between revisions
αἰτήσεις ἀκοὐεις σῶν ἱκετῶν· ταχἐως συνδραμεῖς ἀναπαὐων εὐεργετῶν· ἰάματα παρἐχεις, Ἱερἀρχα, τῇ πρὀς Θεὀν παρρησἰᾳ κοσμοὐμενος → You hear the prayers of your suppliants; quickly you come to their assistance, bringing relief and benefits; you provide the remedies, Archbishop, since you are endowed with free access to God.
m (Text replacement - "(sc. " to "(''sc.'' ") |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?:<br \/>)([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1$2.<br") |
||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ου (ὁ) :<br />vent d'est.<br />'''Étymologie:''' [[ἀπό]], [[ἥλιος]]. | |btext=ου (ὁ) :<br />[[vent d'est]].<br />'''Étymologie:''' [[ἀπό]], [[ἥλιος]]. | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru |
Revision as of 15:40, 8 January 2023
English (LSJ)
(with or without ἄνεμος), ου, ὁ, east wind, Hdt.4.22, 7.188, E.Cyc.19, Th.3.23; opp. ζέφυρος, Arist.Mete.363b13, cf.Mu. 394b23, Vent.973a13, al.—The Ion. form ἀπηλιώτης is retained in Att., and appears on the Tower of Andronicus Cyrrhestes, CIG 518; ἀφηλιώτης on a later table of the winds, IG14.1308, and in Latin authors, Catull.26.3, SenecaQN5.16.4, Gell.2.22.8.
Spanish (DGE)
-ου, ὁ
• Alolema(s): tard. ἀφηλιώτης IG 14.1308, Apio en I.Ap.2.2, Cat.26.3
I 1viento del cuadrante este, viento de levantec. ἄνεμος Hdt.4.22, 7.188, E.Cyc.19, sin ἄνεμος Th.3.23, op. Ζέφυρος Arist.Mete.363b13, cf. Mu.394b24, Vent.973a13, LXX Iu.7.18, Ez.21.3, CIG 518 (Torre de Andronico o de los vientos), IG 14.1308, Cat.l.c., Seneca QN 5.16.4, Gell.2.22.8
•del Εὖρος Arist.Fr.250.
2 el Este, Oriente frec. en pap. para indicar demarcaciones POxy.2185.3 (I d.C.), 2722.25 (II d.C.), Apio en I.Ap.2.10, PBerl.Borkowski 7.7 (III/IV d.C.), Cosm.Ind.Top.2.79.
II el Sur Sm. en Thdt.M.81.1005C.
German (Pape)
[Seite 290] ὁ, ἄνεμος, Ostwind, Her. 4, 22 u. öfter; Eur. Cycl. 19 u. Folgde; eigtl. = von der Sonne her, ion. für ἀφηλιώτης; Arist. mund. 4 meteorol. 2, 6.
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
vent d'est.
Étymologie: ἀπό, ἥλιος.
Russian (Dvoretsky)
ἀπηλιώτης: ου ὁ (sc. ἄνεμος) восточный ветер Her., Eur., Thuc., Arst., Plut.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπηλιώτης: (μετὰ τῆς λεξ. ἄνεμος ἢ καὶ ἄνευ αὐτῆς) ου, ὁ, ὁ ἀνατολικὸς ἄνεμος, Λατ. subsolanus, Ἡρόδ. 4. 22., 7. 188 (ἔνθα ἴδε Wessel), Εὐρ. Κύκλ. 19, Θουκ. 3. 23: ἀντίθ. τῷ ζέφυρος Ἀριστ. Μετεωρ. 2. 6, 6, πρβλ. π. Κόσμ. 4. 12, Ἀνέμ. Θέσ. 3. κ. ἐξ.: ― Ἐπίθ. ἀπηλιωτικός, ή, ον, ἐκ τοῦ μέρους τοῦ ἀπηλιώτου, ὁ αὐτ. Μετεωρ. 2. 6, 21. ― Ὁ τύπος ἀπηλιώτης διετηρήθη παρ’ Ἀττ. καὶ σῴζεται γεγραμμένος ἐπὶ τοῦ Πύργου τοῦ Ἀνδρονίκου Κυρρήστου ἐν Ἀθήναις, Συλλ. Ἐπιγρ. 518· ἀφηλιώτης, εὕρηται μόνον ἐπὶ μεταγενεστέρου τινος πίνακος τῶν ἀνέμων, αὐτόθι 6180 (ἴδε ἐν λ. ἥλιος).
Greek Monolingual
ἀπηλιώτης, ο (Α)
(με ή χωρίς τη λ. άνεμος) ο ανατολικός άνεμος, ο λεβάντες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < απ(ο)- + ηλιώτης («αυτός που ανήκει στον ήλιο»), με ιωνική ψίλωση].
Greek Monotonic
ἀπηλιώτης: -ου, ὁ (ἥλιος), άνεμος που φυσά από την κατεύθυνση από την οποία ανατέλλει ο ήλιος, δηλ. ο ανατολικός άνεμος, Λατ. subsolanus, σε Ηρόδ., Θουκ.
Middle Liddell
ἥλιος
the wind that comes from the rising sun, the east wind, Lat. subsolanus, Hdt., Thuc.
English (Woodhouse)
Mantoulidis Etymological
(= ὁ ἀνατολικός ἄνεμος). Ἀπό τό ἀπό + ἥλιος.