ἐρισθενής: Difference between revisions
καὶ κεραμεὺς κεραμεῖ κοτέει καὶ τέκτονι τέκτων, καὶ πτωχὸς πτωχῷ φθονέει καὶ ἀοιδὸς ἀοιδῷ → and potter is ill-disposed to potter, and carpenter to carpenter, and the beggar is envious of the beggar, the singer of the singer
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
m (LSJ1 replacement) |
||
(3 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=eristhenis | |Transliteration C=eristhenis | ||
|Beta Code=e)risqenh/s | |Beta Code=e)risqenh/s | ||
|Definition= | |Definition=ἐρισθενές, [[very mighty]], [[epithet]] of [[Zeus]], Il.13.54, Od.8.289, Hes. ''Th.''4, etc.; also of Poseidon, Id.''Cat.Oxy.''1358 ''Fr.''2.27; of men, A.R.1.41, etc.; of the Furies, Orph.''H.''69.7; ἐ. ἕρμα πόληος ''Epigr.Gr.''452.11 (Syria); ἐ. θέμεθλα ''AP''9.808.6 (Cyrus). | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ής, ές :<br />très fort, très puissant.<br />'''Étymologie:''' ἐρι-, [[σθένος]]. | |btext=ής, ές :<br />[[très fort]], [[très puissant]].<br />'''Étymologie:''' ἐρι-, [[σθένος]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἐρισθενής:'''<br /><b class="num">1</b> [[могущественный]], [[могучий]] ([[Ζεύς]] Hes., Hom.; Ἀλκμανιδᾶν [[γενεά]] Pind. - [[varia lectio|v.l.]] [[εὐρυσθενής]]);<br /><b class="num">2</b> [[мощный]], [[крепкий]] ([[θέμεθλα]] Anth.). | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
Line 27: | Line 30: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἐρισθενής:''' -ές, [[πανίσχυρος]], [[παντοδύναμος]], [[μεγαλοδύναμος]], λέγεται για τον [[Δία]], σε Όμηρ., Ησίοδ.· λέγεται για τις Μαινάδες, σε Ορφ. | |lsmtext='''ἐρισθενής:''' -ές, [[πανίσχυρος]], [[παντοδύναμος]], [[μεγαλοδύναμος]], λέγεται για τον [[Δία]], σε Όμηρ., Ησίοδ.· λέγεται για τις Μαινάδες, σε Ορφ. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=[[ἐρι-]][[σθενής]], ές<br />[[very]] [[mighty]], of [[Zeus]], Hom., Hes.: of the Furies, Orph. | |mdlsjtxt=[[ἐρι-]][[σθενής]], ές<br />[[very]] [[mighty]], of [[Zeus]], Hom., Hes.: of the Furies, Orph. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 10:42, 25 August 2023
English (LSJ)
ἐρισθενές, very mighty, epithet of Zeus, Il.13.54, Od.8.289, Hes. Th.4, etc.; also of Poseidon, Id.Cat.Oxy.1358 Fr.2.27; of men, A.R.1.41, etc.; of the Furies, Orph.H.69.7; ἐ. ἕρμα πόληος Epigr.Gr.452.11 (Syria); ἐ. θέμεθλα AP9.808.6 (Cyrus).
German (Pape)
[Seite 1030] ές, sehr stark, sehr gewaltig, Beiwort des Zeus, Il. 23, 54 u. öfter; Hes. Th. 4 O. 414; Ἀλκμανιδᾶν γενεά Pind. P. 7, 2; sp. D., wie Ap. Rh. 1, 41. 543.
French (Bailly abrégé)
ής, ές :
très fort, très puissant.
Étymologie: ἐρι-, σθένος.
Russian (Dvoretsky)
ἐρισθενής:
1 могущественный, могучий (Ζεύς Hes., Hom.; Ἀλκμανιδᾶν γενεά Pind. - v.l. εὐρυσθενής);
2 мощный, крепкий (θέμεθλα Anth.).
Greek (Liddell-Scott)
ἐρισθενής: -ές, μεγαλοσθενής, μεγαλοδύναμος, ἐπίθ. τοῦ Διός, Ἰλ. Ν. 54, Ὀδ. Θ. 289, Ἡσ. Θ. 4, κτλ.· ἐπὶ ἀνδρῶν, Πινδ. Π 7. 2· ἐρισθενέων Λαπιθάων Ἀπολλ. Ρόδ. Α. 41, ἐρισθενέων μένει ἀνδρῶν αὐτόθι 543· ἐπὶ τῶν Ἐρινύων, Ὀρφεύς· ἐρισθενέεσι θεμέθλοις Ἀνθολ. Π. 9. 800. Ἐπίρρ. -έως, Μάξιμ. π. καταρχ. 540.
English (Autenrieth)
έος (σθένος): most mighty, all-powerful, epithet of Zeus, Il. 19.355, Od. 8.289.
Greek Monolingual
ἐρισθενής, -ές (Α)
(για τον Δία) πολύ ισχυρός, μεγαλοδύναμος («Διός εὔχετ’ ἐρισθενέος πάις εἶναι» — καυχιέται ότι είναι γιος του μεγαλοδύναμου Δία, Ομ. Ιλ.)
επίσης για τον Ποσειδώνα, για τις Ερινύες, για ανθρώπους και για πράγματα.
επίρρ...
ἐρισθενέως
πολύ ισχυρά, με μεγάλη δύναμη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ερι- (επιτ. μόριο) + -σθενής (< σθένος)].
Greek Monotonic
ἐρισθενής: -ές, πανίσχυρος, παντοδύναμος, μεγαλοδύναμος, λέγεται για τον Δία, σε Όμηρ., Ησίοδ.· λέγεται για τις Μαινάδες, σε Ορφ.
Middle Liddell
ἐρι-σθενής, ές
very mighty, of Zeus, Hom., Hes.: of the Furies, Orph.