ἐπίπεμπτος: Difference between revisions
Ἀναξαγόρας δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνον → Anaxagoras used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Anaxagoras said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep
(5) |
m (Text replacement - "Theil" to "Teil") |
||
(18 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=epipemptos | |Transliteration C=epipemptos | ||
|Beta Code=e)pi/pemptos | |Beta Code=e)pi/pemptos | ||
|Definition= | |Definition=ἐπίπεμπτον, Math., = ''1''+''1''/5, Nicom.''Ar.''1.22, etc.<br><span class="bld">2</span>. of loans [[bearing interest at the rate of]] ''1''/5 [[of the principal]], i.e.20 per cent., [[ναυτικὸν]] [[ἐ]]. X.''Vect.''3.9.<br><span class="bld">II</span>. = [[πέμπτος]], Eup.65, [[LXX]] ''Le.''5.16, al.; [[τοὐπίπεμπτον]] [[one-fifth]] of the votes in a trial, Ar.''Fr.''201. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0968.png Seite 968]] ein Ganzes u. ein Fünftel enthaltend, Nicom. arithm. 1, 23 u. öfter, also vom Verhältniß 5: 6; – ἐπίπεμπτον [[δάνεισμα]], ein Darlehen, wobei man außer dem Kapital den fünften Teil desselben als Zinsen, also zwanzig Procent erhält, der gewöhnliche Seezins, Xen. Vect. 3, 9. – Bei Ar. frg. 17 = [[πέμπτος]], vgl. Harpocr. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἐπίπεμπτος:'''<br /><b class="num">1</b> содержащий единица + одна пятая, т. е. 20% прироста: ἐπίπεμπτον (''[[sc.]]'' [[δάνεισμα]]) Xen. ссуда из 20%;<br /><b class="num">2</b> [[составляющий одну пятую]] Arph. | |||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἐπίπεμπτος''': -ον, = 1 - 1/5, ἐπὶ δανείων φερόντων τόκον τὸ 1/5 τοῦ κεφαλαίου, [[ἤτοι]] 20 τοῖς [[ἑκατόν]], ναυτικὸν ἐπ. Ξεν. Πόροι 3, 9, πρβλ. Βοικχίου Π. Οἰ. 1. 164-186, καὶ ἴδε τὴν λ. [[ἐπίτριτος]]. ΙΙ. = [[πέμπτος]], Εὔπολ. κ. ἀλλ., παρ’ Ἁρπ. τοὐπίπεμπτον, τὸ πέμπτον [[μέρος]] τῶν [[ψήφων]] ἐν δίκῃ, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 17. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἐπίπεμπτος]], -ον) [[επιπέμπω]]<br /><b>μαθημ.</b> αυτός που περιέχει μία ακέραια [[μονάδα]] και επί [[πλέον]] το ένα πέμπτο της (1 <span style="color: red;">+</span> <sup>1</sup> / <sub>5</sub>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>μουσ.</b> ο [[αριθμητικός]] και [[αρμονικός]] [[λόγος]] της συγχορδίας που παράγεται με διαστήματα τρίτης στη [[φυσική]] διατονική [[κλίμακα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[δάνειο]] που περιέχει [[εκτός]] του κεφαλαίου και το ένα πέμπτο του, δηλ. 20% («ᾧ μέν γὰρ ἂν [[δέκα]] μναῖ [[εἰσφορά]] γένηται, [[ὥσπερ]] ναυτικὸν σχεδὸν ἐπίπεμπτον αὐτῷ γίγνεται, [[τριώβολον]] τῆς ἡμέρας λαμβάνοντι», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>2.</b> [[πέμπτος]]<br /><b>3.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τοὐπίπεμπτον</i><br />το ένα πέμπτο τών [[ψήφων]] σε [[δίκη]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 07:45, 10 April 2024
English (LSJ)
ἐπίπεμπτον, Math., = 1+1/5, Nicom.Ar.1.22, etc.
2. of loans bearing interest at the rate of 1/5 of the principal, i.e.20 per cent., ναυτικὸν ἐ. X.Vect.3.9.
II. = πέμπτος, Eup.65, LXX Le.5.16, al.; τοὐπίπεμπτον one-fifth of the votes in a trial, Ar.Fr.201.
German (Pape)
[Seite 968] ein Ganzes u. ein Fünftel enthaltend, Nicom. arithm. 1, 23 u. öfter, also vom Verhältniß 5: 6; – ἐπίπεμπτον δάνεισμα, ein Darlehen, wobei man außer dem Kapital den fünften Teil desselben als Zinsen, also zwanzig Procent erhält, der gewöhnliche Seezins, Xen. Vect. 3, 9. – Bei Ar. frg. 17 = πέμπτος, vgl. Harpocr.
Russian (Dvoretsky)
ἐπίπεμπτος:
1 содержащий единица + одна пятая, т. е. 20% прироста: ἐπίπεμπτον (sc. δάνεισμα) Xen. ссуда из 20%;
2 составляющий одну пятую Arph.
Greek (Liddell-Scott)
ἐπίπεμπτος: -ον, = 1 - 1/5, ἐπὶ δανείων φερόντων τόκον τὸ 1/5 τοῦ κεφαλαίου, ἤτοι 20 τοῖς ἑκατόν, ναυτικὸν ἐπ. Ξεν. Πόροι 3, 9, πρβλ. Βοικχίου Π. Οἰ. 1. 164-186, καὶ ἴδε τὴν λ. ἐπίτριτος. ΙΙ. = πέμπτος, Εὔπολ. κ. ἀλλ., παρ’ Ἁρπ. τοὐπίπεμπτον, τὸ πέμπτον μέρος τῶν ψήφων ἐν δίκῃ, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 17.
Greek Monolingual
-η, -ο (Α ἐπίπεμπτος, -ον) επιπέμπω
μαθημ. αυτός που περιέχει μία ακέραια μονάδα και επί πλέον το ένα πέμπτο της (1 + 1 / 5)
νεοελλ.
μουσ. ο αριθμητικός και αρμονικός λόγος της συγχορδίας που παράγεται με διαστήματα τρίτης στη φυσική διατονική κλίμακα
αρχ.
1. δάνειο που περιέχει εκτός του κεφαλαίου και το ένα πέμπτο του, δηλ. 20% («ᾧ μέν γὰρ ἂν δέκα μναῖ εἰσφορά γένηται, ὥσπερ ναυτικὸν σχεδὸν ἐπίπεμπτον αὐτῷ γίγνεται, τριώβολον τῆς ἡμέρας λαμβάνοντι», Ξεν.)
2. πέμπτος
3. το ουδ. ως ουσ. τοὐπίπεμπτον
το ένα πέμπτο τών ψήφων σε δίκη.