ἐπαναπαύομαι: Difference between revisions

(4)
mNo edit summary
 
(11 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{pape
{{mdlsj
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0900.png Seite 900]] auf Etwas ausruhen, ruhen, τινί, Hdn. 2, 1, 2 u. a. Sp., bes. N. T.
|mdlsjtxt=Mid. to [[rest upon]], [[depend upon]], τινι and ἐπί τινα NTest.
}}
}}
{{StrongGR
{{StrongGR
|strgr=[[middle]] [[voice]] from [[ἐπί]] and [[ἀναπαύω]]; to [[settle]] on; [[literally]] ([[remain]]) or [[figuratively]] (rely): [[rest]] in ([[upon]]).
|strgr=[[middle]] [[voice]] from [[ἐπί]] and [[ἀναπαύω]]; to [[settle]] on; [[literally]] ([[remain]]) or [[figuratively]] (rely): [[rest]] in ([[upon]]).
}}
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0900.png Seite 900]] auf Etwas ausruhen, ruhen, τινί, Hdn. 2, 1, 2 u. a. Sp., bes. [[NT|N.T.]]
}}
{{bailly
|btext=<b>1</b> [[se reposer sur]], τινι ; se reposer sur qqn, τινι;<br /><b>2</b> <i>en parl. d'un mécanisme</i> [[buter]] <i>ou</i> [[s'arrêter contre]].<br />'''Étymologie:''' [[ἐπί]], [[ἀναπαύω]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἐπαναπαύομαι:'''<br /><b class="num">1</b> [[почивать]], [[покоиться]] (ἐπί τινα NT);<br /><b class="num">2</b> [[опираться]] (τῷ νόμῳ NT).
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 10: Line 19:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐπαναπαύομαι:''' Μέσ., ξεκουράζομαι πάνω σε [[κάτι]], στηρίζομαι πάνω του, <i>τινι</i> και [[ἐπί]] τινα, σε Καινή Διαθήκη
|lsmtext='''ἐπαναπαύομαι:''' Μέσ., ξεκουράζομαι πάνω σε [[κάτι]], στηρίζομαι πάνω του, <i>τινι</i> και [[ἐπί]] τινα, σε Καινή Διαθήκη
}}
{{Chinese
|sngr='''原文音譯''':™panapaÚomai 誒普-安那-袍哦買<br />'''詞類次數''':動詞(2)<br />'''原文字根''':在上-向上-停止 相當於: ([[נוּחַ]]&#x200E; / [[נָחָה]]&#x200E;)  ([[שָׁעַן]]&#x200E;)<br />'''字義溯源''':倚靠,信賴,決定,將要臨,臨;由([[ἐπί]])*=在⋯上,在)與([[ἀναπαύω]])=舒暢)組成;其中 ([[ἀναπαύω]])又由([[ἀνά]])*=上)與([[παύω]])*=止住)組成。參讀 ([[ἀναπαύω]])同義字<br />'''出現次數''':總共(2);路(1);羅(1)<br />'''譯字彙編''':<br />1) 倚靠(1) 羅2:17;<br />2) 將要臨(1) 路10:6
}}
}}

Latest revision as of 06:46, 28 June 2024

Middle Liddell

Mid. to rest upon, depend upon, τινι and ἐπί τινα NTest.

English (Strong)

middle voice from ἐπί and ἀναπαύω; to settle on; literally (remain) or figuratively (rely): rest in (upon).

German (Pape)

[Seite 900] auf Etwas ausruhen, ruhen, τινί, Hdn. 2, 1, 2 u. a. Sp., bes. N.T.

French (Bailly abrégé)

1 se reposer sur, τινι ; se reposer sur qqn, τινι;
2 en parl. d'un mécanisme buter ou s'arrêter contre.
Étymologie: ἐπί, ἀναπαύω.

Russian (Dvoretsky)

ἐπαναπαύομαι:
1 почивать, покоиться (ἐπί τινα NT);
2 опираться (τῷ νόμῳ NT).

Greek Monolingual

(AM ἐπαναπαύω και ἐπαναπαύομαι)
μέσ. βασίζομαι, στηρίζω τις ελπίδες μου («επαναπαύεται στις υποσχέσεις του υπουργού»)
νεοελλ.
1. εφησυχάζω, απαλλάσσομαι από κάθε μέριμνα ή ανησυχία
2. το ρίχνω έξω (επειδή στηρίζομαι σε άλλους)
μσν.
ενεργ.
1. ανακουφίζω κάποιον
2. μέσ. περνώ με μακαριότητα τη μετά θάνατο ζωή
3. (λογ.) μέσ. βασίζομαι, στηρίζομαι σε κάτι
4. μέσ. ξενοιάζω, ησυχάζω
αρχ.
1. ακουμπώ, στηρίζω κάπου
2. μέσ. μένω ικανοποιημένος, αρκούμαι σε κάτι
3. (ειδ. για μηχανή) σταματώ, κάνω στάση
4. παραμένω, διαμένω.

Greek Monotonic

ἐπαναπαύομαι: Μέσ., ξεκουράζομαι πάνω σε κάτι, στηρίζομαι πάνω του, τινι και ἐπί τινα, σε Καινή Διαθήκη

Chinese

原文音譯:™panapaÚomai 誒普-安那-袍哦買
詞類次數:動詞(2)
原文字根:在上-向上-停止 相當於: (נוּחַ‎ / נָחָה‎) (שָׁעַן‎)
字義溯源:倚靠,信賴,決定,將要臨,臨;由(ἐπί)*=在⋯上,在)與(ἀναπαύω)=舒暢)組成;其中 (ἀναπαύω)又由(ἀνά)*=上)與(παύω)*=止住)組成。參讀 (ἀναπαύω)同義字
出現次數:總共(2);路(1);羅(1)
譯字彙編
1) 倚靠(1) 羅2:17;
2) 將要臨(1) 路10:6