укреплять: Difference between revisions

From LSJ

οὕτω τι βαθὺ καὶ μυστηριῶδες ἡ σιγὴ καὶ νηφάλιον, ἡ δὲ μέθη λάλον → silence is something profound and mysterious and sober, but drunkenness chatters

Source
(7)
 
m (Text replacement - "]] ;;" to "]],")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{ruel
{{ruel
|rueltext=[[ἀλδαίνω]], [[κορύσσω]], [[ἐπισχύω]], [[σθενόω]], [[στερεόω]], [[διαστηρίζω]], [[ἐξοικοδομέω]], [[καταρρινέω]], [[κλείω]], [[κλῄω]], [[στομόω]], [[ῥιζόω]], [[ἀσφαλίζω]], [[ἐκβεβαιόομαι]], [[τειχίζω]], [[περιχαρακόω]], [[φράσσω]], [[φράττω]], [[φράγνυμι]], [[σωματοποιέω]], [[καταστηρίζω]], [[ὑποστηρίζω]], [[στυλόομαι]], [[ἄρδω]], [[συνισχυρίζω]], [[καθάπτω]], [[ἐνδέω]], [[προσεπιρρώννυμι]], [[τονόω]], [[προσεδαφίζω]], [[κατασκευάζω]], [[ὑπερείδω]], [[καταλαμβάνω]], [[διαλαμβάνω]], [[μεγαλύνω]], [[καταρριζόω]], [[ὀχυρόω]], [[ἐπιρρώννυμι]], [[ἐνδυναμόω]], [[κρατύνω]], [[καρτύνω]], [[ἰσχυροποιέω]], [[στηρίζω]], [[ἀποχυρόω]], [[ἐποχυρόω]], [[κατασφαλίζω]], [[ὀχυροποιέομαι]], [[βεβαιόω]], [[δυναμόω]], [[ἐπισφοδρύνω]], [[στερροποιέομαι]]
|rueltext=[[ἀλδαίνω]], [[κορύσσω]], [[ἐπισχύω]], [[σθενόω]], [[στερεόω]], [[διαστηρίζω]], [[ἐξοικοδομέω]], [[καταρρινέω]], [[κλείω]], [[κλῄω]], [[στομόω]], [[ῥιζόω]], [[ἀσφαλίζω]], [[ἐκβεβαιόομαι]], [[τειχίζω]], [[περιχαρακόω]], [[φράσσω]], [[φράττω]], [[φράγνυμι]], [[σωματοποιέω]], [[καταστηρίζω]], [[ὑποστηρίζω]], [[στυλόομαι]], [[ἄρδω]], [[συνισχυρίζω]], [[καθάπτω]], [[ἐνδέω]], [[προσεπιρρώννυμι]], [[τονόω]], [[προσεδαφίζω]], [[κατασκευάζω]], [[ὑπερείδω]], [[καταλαμβάνω]], [[διαλαμβάνω]], [[μεγαλύνω]], [[καταρριζόω]], [[ὀχυρόω]], [[ἐπιρρώννυμι]], [[ἐνδυναμόω]], [[κρατύνω]], [[καρτύνω]], [[ἰσχυροποιέω]], [[στηρίζω]], [[ἀποχυρόω]], [[ἐποχυρόω]], [[κατασφαλίζω]], [[ὀχυροποιέομαι]], [[βεβαιόω]], [[δυναμόω]], [[ἐπισφοδρύνω]], [[στερροποιέομαι]], [[πυκάζω]], [[προσερείδω]], [[προσλαμβάνω]], [[ἐρείδω]]
}}
}}

Latest revision as of 18:40, 18 October 2019