Πυθών: Difference between revisions

From LSJ

Γράμματα μαθεῖν δεῖ καὶ μαθόντα νοῦν ἔχειν → Prudentia opus est, ubi didiceris litteras → Das Lesen lerne, Schreiben, und dann aufgepasst

Menander, Monostichoi, 96
m (Text replacement - "   " to "")
m (Text replacement - " )" to ")")
 
(4 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=Python
|Transliteration C=Python
|Beta Code=*puqw/n
|Beta Code=*puqw/n
|Definition=ῶνος, ἡ,= [[Πυθώ]], <span class="bibl">Il.2.519</span>, <span class="bibl"><span class="title">h.Merc.</span>178</span>, <span class="bibl">Simon.125</span>, <span class="bibl">Pi.<span class="title">O.</span>6.48</span>, <span class="bibl">S.<span class="title">OT</span>152</span> (lyr.), <span class="bibl">Ar.<span class="title">Ra.</span>659</span>, al.
|Definition=ῶνος, ἡ, = [[Πυθώ]], Il.2.519, ''h.Merc.''178, Simon.125, Pi.''O.''6.48, [[Sophocles|S.]]''[[Oedipus Tyrannus|OT]]''152 (lyr.), Ar.''Ra.''659, al.
}}
}}
{{bailly
{{bailly
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{Slater
{{Slater
|sltr=<b>Πῡθών</b> (-ῶνος, -ῶνι, -ῶνα: -ῶνάδε; -ωνόθεν.) <br /><b>1</b> [[Pytho]], [[Delphi]] ἐν δὲ Πυθῶνι χρησθὲν παλαίφατον τέλεσσεν (O. 2.39) Ὀλυμπίᾳ μὲν Πυθῶνι δὲ [[Ἰσθμοῖ]] τε (O. 2.49) πετραέσσας ἐκ Πυθῶνος (O. 6.48) Ὀλυμπίᾳ στεφανωσάμενος καὶ δὶς ἐκ Πυθῶνος (O. 12.18) ἐν δ' [[ἄρα]] μηλοδόκῳ Πυθῶνι (P. 3.27) Λατοίδαισιν Πυθῶνί τ (P. 4.3) Πυθῶνι δίᾳ (P. 7.11) Πυθῶνος ἐν γυάλοις (P. 8.63) ἐν Πυθῶνι ἀγαθέᾳ (P. 9.71) [[ὄφρα]] Θέμιν ἱερὰν Πυθῶνά τε καὶ ὀρθοδίκαν γᾶς ὀμφαλὸν κελαδήσετ (P. 11.9) [[δέξαι]] [[στεφάνωμα]] τόδ' ἐκ Πυθῶνος (P. 12.5) ἐν ἀγαθέᾳ Πυθῶνι κράτησεν (N. 6.35) ματέρι καὶ διδύμοις παίδεσσιν αὐδὰν μανύει Πυθῶνος αἰπεινᾶς ὁμοκλάροις ἐπόπταις (N. 9.5) ἐκράτησε δὲ καί ποθ' Ἕλλανα στρατὸν Πυθῶνι (N. 10.25) ἐν Πυθῶνι πειρᾶσθαι καὶ Ὀλυμπίᾳ ἀέθλων (N. 11.23) -ῶνάδε, ἀλλ' ὁ μὲν Πυθῶνάδ ᾤχετ [[ἰών]] (O. 6.37) πτερόεντα δ' [[ἵει]] γλυκὺν Πυθῶνάδ ὀιστόν (O. 9.12) -ωνό- [[θεν]], ἔχοντα [[Πυθωνόθεν]] τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν [[μέλος]] [[χαρίεν]] (P. 5.105) Πυ]θωνόθ[εν (Pae. 6.72)
|sltr=<b>Πῡθών</b> (-ῶνος, -ῶνι, -ῶνα: -ῶνάδε; -ωνόθεν.) <br /><b>1</b> [[Pytho]], [[Delphi]] ἐν δὲ Πυθῶνι χρησθὲν παλαίφατον τέλεσσεν (O. 2.39) Ὀλυμπίᾳ μὲν Πυθῶνι δὲ [[Ἰσθμοῖ]] τε (O. 2.49) πετραέσσας ἐκ Πυθῶνος (O. 6.48) Ὀλυμπίᾳ στεφανωσάμενος καὶ δὶς ἐκ Πυθῶνος (O. 12.18) ἐν δ' [[ἄρα]] μηλοδόκῳ Πυθῶνι (P. 3.27) Λατοίδαισιν Πυθῶνί τ (P. 4.3) Πυθῶνι δίᾳ (P. 7.11) Πυθῶνος ἐν γυάλοις (P. 8.63) ἐν Πυθῶνι ἀγαθέᾳ (P. 9.71) [[ὄφρα]] Θέμιν ἱερὰν Πυθῶνά τε καὶ ὀρθοδίκαν γᾶς ὀμφαλὸν κελαδήσετ (P. 11.9) [[δέξαι]] [[στεφάνωμα]] τόδ' ἐκ Πυθῶνος (P. 12.5) ἐν ἀγαθέᾳ Πυθῶνι κράτησεν (N. 6.35) ματέρι καὶ διδύμοις παίδεσσιν αὐδὰν μανύει Πυθῶνος αἰπεινᾶς ὁμοκλάροις ἐπόπταις (N. 9.5) ἐκράτησε δὲ καί ποθ' Ἕλλανα στρατὸν Πυθῶνι (N. 10.25) ἐν Πυθῶνι πειρᾶσθαι καὶ Ὀλυμπίᾳ ἀέθλων (N. 11.23) -ῶνάδε, ἀλλ' ὁ μὲν Πυθῶνάδ ᾤχετ [[ἰών]] (O. 6.37) πτερόεντα δ' [[ἵει]] γλυκὺν Πυθῶνάδ ὀιστόν (O. 9.12) -ωνό- [[θεν]], ἔχοντα [[Πυθωνόθεν]] τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν [[μέλος]] [[χαρίεν]] (P. 5.105) Πυ]θωνόθ[εν (Pae. 6.72)
}}
}}
{{Thayer
{{Thayer
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ῶνος, ἡ, Α<br />η [[Πυθώ]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Παράλληλος τ. του [[Πυθώ]], πιθ. [[κατά]] τα τοπωνύμια σε -<i>ών</i> (<b>πρβλ.</b> <i>Αὐλών</i>)].
|mltxt=-ῶνος, ἡ, Α<br />η [[Πυθώ]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> Παράλληλος τ. του [[Πυθώ]], πιθ. [[κατά]] τα τοπωνύμια σε -<i>ών</i> (<b>πρβλ.</b> <i>Αὐλών</i>)].
}}
}}
{{lsm
{{lsm
Line 26: Line 26:
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''Πῡθών:''' ῶνος ἡ (Hom., HH, Pind., Soph., Arph. = [[Πυθώ]]): [[πνεῦμα]] Πυθῶνος (v. l. к Πύθωνος) NT дух Дельфийского прорицалища, т. е. дар прорицания.
|elrutext='''Πῡθών:''' ῶνος ἡ (Hom., HH, Pind., Soph., Arph. = [[Πυθώ]]): [[πνεῦμα]] Πυθῶνος ([[varia lectio|v.l.]] к Πύθωνος) NT дух Дельфийского прорицалища, т. е. дар прорицания.
}}
}}
{{elnl
{{elnl
|elnltext=Πυθών -ῶνος, ἡ Pytho (streek rond Delphi, zie ook Πυθώ ).
|elnltext=Πυθών -ῶνος, ἡ Pytho (streek rond Delphi, zie ook Πυθώ).
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=Πῡθών, ῶνος, ἡ, = Πῡθώ, Il., Pind., Soph., etc.]
|mdlsjtxt=Πῡθών, ῶνος, ἡ, = Πῡθώ, Il., Pind., Soph., etc.]
}}
}}

Latest revision as of 12:20, 13 October 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Πῡθών Medium diacritics: Πυθών Low diacritics: Πυθών Capitals: ΠΥΘΩΝ
Transliteration A: Pythṓn Transliteration B: Pythōn Transliteration C: Python Beta Code: *puqw/n

English (LSJ)

ῶνος, ἡ, = Πυθώ, Il.2.519, h.Merc.178, Simon.125, Pi.O.6.48, S.OT152 (lyr.), Ar.Ra.659, al.

French (Bailly abrégé)

ῶνος (ἡ) :
c. Πυθώ.

English (Slater)

Πῡθών (-ῶνος, -ῶνι, -ῶνα: -ῶνάδε; -ωνόθεν.)
1 Pytho, Delphi ἐν δὲ Πυθῶνι χρησθὲν παλαίφατον τέλεσσεν (O. 2.39) Ὀλυμπίᾳ μὲν Πυθῶνι δὲ Ἰσθμοῖ τε (O. 2.49) πετραέσσας ἐκ Πυθῶνος (O. 6.48) Ὀλυμπίᾳ στεφανωσάμενος καὶ δὶς ἐκ Πυθῶνος (O. 12.18) ἐν δ' ἄρα μηλοδόκῳ Πυθῶνι (P. 3.27) Λατοίδαισιν Πυθῶνί τ (P. 4.3) Πυθῶνι δίᾳ (P. 7.11) Πυθῶνος ἐν γυάλοις (P. 8.63) ἐν Πυθῶνι ἀγαθέᾳ (P. 9.71) ὄφρα Θέμιν ἱερὰν Πυθῶνά τε καὶ ὀρθοδίκαν γᾶς ὀμφαλὸν κελαδήσετ (P. 11.9) δέξαι στεφάνωμα τόδ' ἐκ Πυθῶνος (P. 12.5) ἐν ἀγαθέᾳ Πυθῶνι κράτησεν (N. 6.35) ματέρι καὶ διδύμοις παίδεσσιν αὐδὰν μανύει Πυθῶνος αἰπεινᾶς ὁμοκλάροις ἐπόπταις (N. 9.5) ἐκράτησε δὲ καί ποθ' Ἕλλανα στρατὸν Πυθῶνι (N. 10.25) ἐν Πυθῶνι πειρᾶσθαι καὶ Ὀλυμπίᾳ ἀέθλων (N. 11.23) -ῶνάδε, ἀλλ' ὁ μὲν Πυθῶνάδ ᾤχετ ἰών (O. 6.37) πτερόεντα δ' ἵει γλυκὺν Πυθῶνάδ ὀιστόν (O. 9.12) -ωνό- θεν, ἔχοντα Πυθωνόθεν τὸ καλλίνικον λυτήριον δαπανᾶν μέλος χαρίεν (P. 5.105) Πυ]θωνόθ[εν (Pae. 6.72)

English (Thayer)

Πύθωνος, ὁ, Python;
1. in Greek mythology the name of the Pythian serpent or dragon that dwelt in the region of Pytho at the foot of Parnassus in Phocis, and was said to have guarded the oracle of Delphi and been slain by Apollo.
2. equivalent to δαιμόνιον μαντικον (Hesychius, under the word), a spirit of divination: πνεῦμα Πύθωνος, or more correctly (with L T Tr WH) πνεῦμα πύθωνα (on the union of two substantives one of which has the force of an adjective see Matthiae, p. 962,4; (Kühner, § 405,1; Lob. Paralip. 344 f)), a ventriloquist, appealing to Plutarch, who tells us (mor., p. 414e. de def. orac. 9) that in his time ἐγγαστριμυθοι were called πυθωνες; (cf. Meyer).

Greek Monolingual

-ῶνος, ἡ, Α
η Πυθώ.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ Παράλληλος τ. του Πυθώ, πιθ. κατά τα τοπωνύμια σε -ών (πρβλ. Αὐλών)].

Greek Monotonic

Πῡθών: -ῶνος, ἡ, =Πῡθώ, σε Ομήρ. Ιλ., Πίνδ., Σοφ. κ.λπ.

Russian (Dvoretsky)

Πῡθών: ῶνος ἡ (Hom., HH, Pind., Soph., Arph. = Πυθώ): πνεῦμα Πυθῶνος (v.l. к Πύθωνος) NT дух Дельфийского прорицалища, т. е. дар прорицания.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

Πυθών -ῶνος, ἡ Pytho (streek rond Delphi, zie ook Πυθώ).

Middle Liddell

Πῡθών, ῶνος, ἡ, = Πῡθώ, Il., Pind., Soph., etc.]