προτομή: Difference between revisions

From LSJ

ἀγὼν πρόφασιν οὐκ ἐπιδέχεται οὐδὲ φιλία → no excuse is allowed by a contest or by a friendship

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([a-zA-ZÀ-ÿŒ'œ ]+) :<br" to "$1 $2 :<br")
m (Text replacement - "Theil" to "Teil")
 
(4 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=protomi
|Transliteration C=protomi
|Beta Code=protomh/
|Beta Code=protomh/
|Definition=ἡ, (προτέμνω) <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[front part cut off]]: esp., </span><span class="sense"><span class="bld">1</span> [[head and face of a decapitated animal]] (rarely [[of a decapitated man]], <span class="bibl">[[LXX]] <span class="title">2 Ma.</span> 15.35</span>, and of a boar with human head, Ps.-Plu.<span class="title">Fluv.</span>21.4), γλαύκου <span class="bibl">Antiph.132.4</span>; γρυπός <span class="title">IG</span>12.280.15; λέοντος <b class="b2">Inscr.Deélos</b> 442 <span class="title">B</span> 108 (ii B.C.); ἐλάφου <span class="title">OGI</span>214.41 (Didyma, iii B.C.); λύκου <span class="bibl">D.S.1.18</span>; [[λεόντων]], [[ταύρων]], [[δρακόντων]], ib.<span class="bibl">62</span>; [[Κερβέρου]] ib.<span class="bibl">96</span>; Γοργόνος <span class="bibl">Corn. <span class="title">ND</span>20</span>; χηνίσκων <span class="bibl">Orib.49.4.28</span>; of a dolphin as figurehead, <span class="title">AP</span>7.215 (Anyt.); <b class="b3">π. ἵππου</b>, name of the asterism Eculeus, <span class="bibl">Gem.3.8</span>, Ptol.<span class="title">Alm.</span>7.5. </span><span class="sense"><span class="bld">2</span> [[cup]] in shape of animal's face, <span class="bibl">Philox.5</span>, <span class="title">IG</span> 11(2).287<span class="title">B</span>34, 134 (Delos, iii B.C.). </span><span class="sense"><span class="bld">3</span> [[bust]], ib.14.1518; <b class="b3">αἱ π. τοῦ Καίσαρος</b> the [[imagines]] or [[busts]] of the Emperor on the Roman standards, <span class="bibl">J.<span class="title">AJ</span>18.3.1</span>, cf. <span class="title">IG</span>22.1108.6, <span class="bibl"><span class="title">Ostr.</span>178</span> (ii A.D.), al.; π. τῆς ἀρχῆς Lyd.<span class="title">Mag.</span>3.21.</span>
|Definition=ἡ, ([[προτέμνω]])<br><span class="bld">A</span> [[front part cut off]]: esp.,<br><span class="bld">1</span> [[head and face of a decapitated animal]] (rarely [[of a decapitated man]], [[LXX]] ''2 Ma.'' 15.35, and of a boar with human head, Ps.-Plu.''Fluv.''21.4), γλαύκου Antiph.132.4; γρυπός ''IG''12.280.15; λέοντος Inscr.Deélos 442 ''B'' 108 (ii B.C.); ἐλάφου ''OGI''214.41 (Didyma, iii B.C.); λύκου [[Diodorus Siculus|D.S.]]1.18; [[λεόντων]], [[ταύρων]], [[δρακόντων]], ib.62; [[Κερβέρου]] ib.96; Γοργόνος Corn. ''ND''20; χηνίσκων Orib.49.4.28; of a dolphin as figurehead, ''AP''7.215 (Anyt.); <b class="b3">π. ἵππου</b>, name of the asterism Eculeus, Gem.3.8, Ptol.''Alm.''7.5.<br><span class="bld">2</span> [[cup]] in shape of animal's face, Philox.5, ''IG'' 11(2).287''B''34, 134 (Delos, iii B.C.).<br><span class="bld">3</span> [[bust]], ib.14.1518; <b class="b3">αἱ π. τοῦ Καίσαρος</b> the [[imagines]] or [[busts]] of the Emperor on the Roman standards, J.''AJ''18.3.1, cf. ''IG''22.1108.6, ''Ostr.''178 (ii A.D.), al.; π. τῆς ἀρχῆς Lyd.''Mag.''3.21.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0793.png Seite 793]] ἡ, der vordere oder obere Theil eines Thieres, nach Poll. 1, 189. 2, 47 bei den Thieren dasselbe, was [[πρόσωπον]] bei den Menschen ist; γλαύκου, Antiphan. bei Ath. VII, 295 e; bes. Brustbild, ein Bild, das nur den Obertheil des Menschen bis zum Nabel zeigt, vgl. Antiphil. 13 (Plan. 147); wie es an Schiffen angebracht war, Anyte 12 (XII, 215), oder der Vordertheil des Schiffes selbst.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0793.png Seite 793]] ἡ, der vordere oder obere Teil eines Tieres, nach Poll. 1, 189. 2, 47 bei den Tieren dasselbe, was [[πρόσωπον]] bei den Menschen ist; γλαύκου, Antiphan. bei Ath. VII, 295 e; bes. Brustbild, ein Bild, das nur den Obertheil des Menschen bis zum Nabel zeigt, vgl. Antiphil. 13 (Plan. 147); wie es an Schiffen angebracht war, Anyte 12 (XII, 215), oder der Vordertheil des Schiffes selbst.
}}
}}
{{bailly
{{bailly
|btext=ῆς (ἡ) :<br /><b>I.</b> [[coupe antérieure]] :<br /><b>1</b> face d'un animal (mufle, museau, hure, <i>etc.</i>);<br /><b>2</b> [[image d'un dauphin sculptée à l'avant d'un navire]];<br /><b>II.</b> coupe supérieure ; statue <i>ou</i> figure peinte à mi-corps, buste.<br />'''Étymologie:''' [[προτέμνω]].
|btext=ῆς (ἡ) :<br /><b>I.</b> [[coupe antérieure]] :<br /><b>1</b> face d'un animal (mufle, museau, hure, <i>etc.</i>);<br /><b>2</b> [[image d'un dauphin sculptée à l'avant d'un navire]];<br /><b>II.</b> [[coupe supérieure]] ; statue <i>ou</i> figure peinte à mi-corps, buste.<br />'''Étymologie:''' [[προτέμνω]].
}}
}}
{{elnl
{{elnl
|elnltext=προτομή -ῆς, ἡ [προτέμνω] (afgehakte) dierenkop.
|elnltext=προτομή -ῆς, ἡ [προτέμνω] (afgehakte) dierenkop.
}}
}}
{{elru
{{elru

Latest revision as of 07:40, 10 April 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προτομή Medium diacritics: προτομή Low diacritics: προτομή Capitals: ΠΡΟΤΟΜΗ
Transliteration A: protomḗ Transliteration B: protomē Transliteration C: protomi Beta Code: protomh/

English (LSJ)

ἡ, (προτέμνω)
A front part cut off: esp.,
1 head and face of a decapitated animal (rarely of a decapitated man, LXX 2 Ma. 15.35, and of a boar with human head, Ps.-Plu.Fluv.21.4), γλαύκου Antiph.132.4; γρυπός IG12.280.15; λέοντος Inscr.Deélos 442 B 108 (ii B.C.); ἐλάφου OGI214.41 (Didyma, iii B.C.); λύκου D.S.1.18; λεόντων, ταύρων, δρακόντων, ib.62; Κερβέρου ib.96; Γοργόνος Corn. ND20; χηνίσκων Orib.49.4.28; of a dolphin as figurehead, AP7.215 (Anyt.); π. ἵππου, name of the asterism Eculeus, Gem.3.8, Ptol.Alm.7.5.
2 cup in shape of animal's face, Philox.5, IG 11(2).287B34, 134 (Delos, iii B.C.).
3 bust, ib.14.1518; αἱ π. τοῦ Καίσαρος the imagines or busts of the Emperor on the Roman standards, J.AJ18.3.1, cf. IG22.1108.6, Ostr.178 (ii A.D.), al.; π. τῆς ἀρχῆς Lyd.Mag.3.21.

German (Pape)

[Seite 793] ἡ, der vordere oder obere Teil eines Tieres, nach Poll. 1, 189. 2, 47 bei den Tieren dasselbe, was πρόσωπον bei den Menschen ist; γλαύκου, Antiphan. bei Ath. VII, 295 e; bes. Brustbild, ein Bild, das nur den Obertheil des Menschen bis zum Nabel zeigt, vgl. Antiphil. 13 (Plan. 147); wie es an Schiffen angebracht war, Anyte 12 (XII, 215), oder der Vordertheil des Schiffes selbst.

French (Bailly abrégé)

ῆς (ἡ) :
I. coupe antérieure :
1 face d'un animal (mufle, museau, hure, etc.);
2 image d'un dauphin sculptée à l'avant d'un navire;
II. coupe supérieure ; statue ou figure peinte à mi-corps, buste.
Étymologie: προτέμνω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

προτομή -ῆς, ἡ [προτέμνω] (afgehakte) dierenkop.

Russian (Dvoretsky)

προτομή:
1 (у животных), морда (λύκου, λεόντων Diod.);
2 бюст (ἀνθρώπου Plut.);
3 носовая часть корабля, нос Anth.

Greek Monolingual

η, ΝΜΑ προτέμνω
γλυπτική αναπαράσταση της κεφαλής και του επάνω μέρους του ανθρώπινου κορμού μέχρι τον ομφαλό, κν. μπούστο (α. «στους εθνικούς ήρωες η πατρίδα στήνει προτομές» β. «κάπρον χρύσεον εἰς ἀνθρώπου προτομήν», Πλούτ.)
νεοελλ.
στρ. το πρόσθιο άκρο του σωλήνα τών πυροβόλων
αρχ.
1. το μπροστινό ή ανώτατο μέρος ενός πράγματος και, κυρίως, το πρόσωπο ή η κεφαλή ζώου (α. «λύκου προτομή», Διόδ.
β. «προτομὴ Κέρβερος» Διόδ.)
2. κύπελο που έχει σχήμα ρύγχους ζώου
3. η πλώρη πλοίου
4. (κατά το λεξ. Σούδ.) (για πολεμική μηχανή) το μπροστινό μέρος
5. φρ. «προτομὴ ἵππου» — ονομασία αστερισμού.

Greek Monotonic

προτομή: ἡ (προτέμνω),·
1. το μπροστινό ή το ψηλότερο μέρος ενός πράγματος, προτομή ή εικόνα, σε Ανθ.
2. μπροστινό μέρος πλοίου, πλώρη, στον ίδ.

Greek (Liddell-Scott)

προτομή: ἡ, (προτέμνω) τὸ πρόσθιον ἢ ἀνώτατον μέρος πράγματός τινος· μάλιστα δέ, 1) τὸ πρόσωπον ἢ ἡ κεφαλὴ ζώου (ἐπειδὴλέξις πρόσωπον κυρίως τίθεται ἐπὶ ἀνθρώπων), γλαύκου προτομὴ Ἀντιφάν. ἐν «Κύκλωπι»1. 4· γρυπὸς Συλλ. Ἐπιγρ. 139. 11· ἐλάφου αὐτόθι 3852. 42· λύκου Διόδ. 1. 18· λεόντων, ταύρων αὐτόθι 62· Κερβέρου αὐτόθι 96· ― περὶ τοῦ χωρίου τοῦ Φιλοξ. παρ᾿ Ἀθην. 476Ε, ἴδε Meineke εἰς Κωμικ. Ἀποσπ. 3, σ. 645. 2) ὡς καὶ νῦν, Ἀνθ. Πλαν. 147, πρβλ. Πλούτ. 2. 1161Ε, Συλλ. Ἐπιγρ. 6220· αἱ προτομαὶ τοῦ Καίσαρος, αἱ ἐπὶ τῶν Ρωμαϊκῶν σημαιῶν, Ἰωσήπ. Ἰουδ. Πόλ. 18, 3, 1. 3) ἡ πρῷρα πλοίου, τὸ πρόσθεν μέρος αὐτοῦ, Ἀνθ. Π. 7. 215. ― «προτομαί· εἰκόνες βασιλέων» Ἡσύχ.: προσέτι: «προτομή· εἰκὼν βασιλική, ἕως τοῦ ὀμφαλοῦ τοῦ σώματος εἶδος». ― Κατὰ Σουΐδ.: «προτομαί, βασιλικαὶ εἰκόνες. καὶ προτομαὶ λεόντων, καὶ ὁμοίως ἐπὶ τῶν ἄλλων, κυρίως δὲ ἐπὶ τῶν ἀλόγων ζῴων ἡ προτομὴ λέγεται· «τοῖς δὲ τῶν πλοίων ἄκροις τετραπόδων προτομὰς ἀποτυπώσας χαλκῷ περιέλαβε διὰ τὸ τῶν ἐμβόλων χρειῶδες» ― προσέτι: «προτομὴ ἐπὶ ζῴων ἀλόγων οὕτω λέγεται ὡς ἐπὶ ἀνθρώπου πρόσωπον. καὶ ἐπὶ κριοῦ μηχανικοῦ προτομὴ λέγεται τὸ πρόσθεν μέρος».

Middle Liddell

προτομή, ἡ, προτέμνω
1. the foremost or upper part of anything: a bust or half-figure, Anth.
2. the forepart of a ship, Anth.

Mantoulidis Etymological

(=τό ἐπάνω μέρος ἑνός πράγματος, τό κεφάλι ἀγάλματος). Ἀπό τό προτέμνωπρό + τέμνω.