ἄμποτε: Difference between revisions
ἀλλ’ οὔτε πολλὰ τραύματ’ ἐν στέρνοις λαβὼν θνῄσκει τις, εἰ μὴ τέρμα συντρέχοι βίου, οὔτ’ ἐν στέγῃ τις ἥμενος παρ’ ἑστίᾳ φεύγει τι μᾶλλον τὸν πεπρωμένον μόρον → But a man will not die, even though he has been wounded repeatedly in the chest, should the appointed end of his life not have caught up with him; nor can one who sits beside his hearth at home escape his destined death any the more
(6_14) |
|||
(8 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=ampote | |Transliteration C=ampote | ||
|Beta Code=a)/mpote | |Beta Code=a)/mpote | ||
|Definition=i. e. <b class="b3">ἄν ποτε</b>, with opt., | |Definition=i.e. <b class="b3">ἄν ποτε</b>, with opt., o that! Sch. rec. [[Aeschylus|A.]]''[[Prometheus Vinctus|Pr.]]''971. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=c. opt. (ἄν ποτε) [[ojalá que]] Sch.A.<i>Pr</i>.971. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἄμποτε''': ὅ ἐ, ἄν ποτε, μετ’ εὐκτ., ὤ [[εἴθε]]! Σχόλ. εἰς Αἰσχύλ. Πρ. 971. | |lstext='''ἄμποτε''': ὅ ἐ, ἄν ποτε, μετ’ εὐκτ., ὤ [[εἴθε]]! Σχόλ. εἰς Αἰσχύλ. Πρ. 971. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=και άμποτες <b>επιφών.</b> (Μ [[ἄμποτε]] και ἄμποτες)<br />[[είθε]], [[μακάρι]], ο Θεός να δώσει.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἄν</i> <span style="color: red;">+</span> [[ποτέ]]. Ο τ. απαντά για πρώτη [[φορά]], και [[μάλιστα]] με ευχετική [[σημασία]], ως [[σχόλιο]] ([[ἄμποτε]] ἴδοιμι</i>) του στίχου 971 του <i>Προμηθέα</i> του Αισχύλου «χλιδῶντας ὧδε τοὺς ἐμοὺς ἐγὼ ἐχθροὺς ἴδοιμι» (<b>Αισχ.</b> Πρ. 971), [[καθώς]] [[επίσης]] και λίγο [[παρακάτω]] ως [[σχόλιο]] ([[ἄμποτε]] νοσοίην) της ευκτικής: <i>Νοσοῖμ</i>’ <i>ἄν</i> του στίχου 978 του ιδίου έργου. Ο τ. προήλθε πιθ. από τους υποθετικούς λόγους τους εισαγόμενους με το <i>ἄν [[ποτέ]] «αν [[καμιά]] [[φορά]]», με [[παράλειψη]] της αποδόσεως και με συμφυρμό με τα ευχετικά τύπου «να είχα», «να μπορούσα» κ.ά. ([[πρβλ]]. «αν [[ποτέ]] είχα, θα σού έδινα» κατέληξε «[[άμποτε]] να είχα»). Στη νεοελλ. [[εκτός]] από [[επιφώνημα]] που εκφράζει [[ευχή]], χρησιμοποιείται [[ακόμη]] ως υποθετ. [[σύνδεσμος]] και ως ερωτηματικό [[μόριο]] που εκφράζει [[απορία]] ή [[ερώτηση]]. Παράλληλα υπάρχει και τ. <i>άμποτες</i>, ήδη μσν. ([[πρβλ]]. [[ποτέ]]<br /><i>ποτές</i>)]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 09:20, 7 February 2024
English (LSJ)
i.e. ἄν ποτε, with opt., o that! Sch. rec. A.Pr.971.
Spanish (DGE)
c. opt. (ἄν ποτε) ojalá que Sch.A.Pr.971.
Greek (Liddell-Scott)
ἄμποτε: ὅ ἐ, ἄν ποτε, μετ’ εὐκτ., ὤ εἴθε! Σχόλ. εἰς Αἰσχύλ. Πρ. 971.
Greek Monolingual
και άμποτες επιφών. (Μ ἄμποτε και ἄμποτες)
είθε, μακάρι, ο Θεός να δώσει.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἄν + ποτέ. Ο τ. απαντά για πρώτη φορά, και μάλιστα με ευχετική σημασία, ως σχόλιο (ἄμποτε ἴδοιμι) του στίχου 971 του Προμηθέα του Αισχύλου «χλιδῶντας ὧδε τοὺς ἐμοὺς ἐγὼ ἐχθροὺς ἴδοιμι» (Αισχ. Πρ. 971), καθώς επίσης και λίγο παρακάτω ως σχόλιο (ἄμποτε νοσοίην) της ευκτικής: Νοσοῖμ’ ἄν του στίχου 978 του ιδίου έργου. Ο τ. προήλθε πιθ. από τους υποθετικούς λόγους τους εισαγόμενους με το ἄν ποτέ «αν καμιά φορά», με παράλειψη της αποδόσεως και με συμφυρμό με τα ευχετικά τύπου «να είχα», «να μπορούσα» κ.ά. (πρβλ. «αν ποτέ είχα, θα σού έδινα» κατέληξε «άμποτε να είχα»). Στη νεοελλ. εκτός από επιφώνημα που εκφράζει ευχή, χρησιμοποιείται ακόμη ως υποθετ. σύνδεσμος και ως ερωτηματικό μόριο που εκφράζει απορία ή ερώτηση. Παράλληλα υπάρχει και τ. άμποτες, ήδη μσν. (πρβλ. ποτέ
ποτές)].