νουθεσία: Difference between revisions
(strοng) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(19 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=nouthesia | |Transliteration C=nouthesia | ||
|Beta Code=nouqesi/a | |Beta Code=nouqesi/a | ||
|Definition=Ion. | |Definition=Ion. [[νουθεσίη]], ἡ, = [[νουθέτησις]] ([[admonition]], [[warning]]), Ar.''Ra.''1009, Hp.''Ep.''17, ''AP'' 11.32 (Honest.), Plu.''Lyc.''25, Diog.Oen.33, Aret.''CA''1.2. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ας (ἡ) :<br />[[action d'avertir]], [[d'admonester]].<br />'''Étymologie:''' cf. [[νουθετέω]]. | |||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=ἡ, = [[νουθέτησις]]; Ar. <i>Ran</i>. 1009; Plut. <i>Lyc</i>. 25 und andere Spätere; aber [[νουθετεία]], welchesPoll. 9.139 aus Plat. [[anführt]], ist zweifelhaft, vgl. Lobeck <i>Phryn</i>. 521. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''νουθεσία:''' ион. νουθεσίη ἡ Arph., Plut., Anth. = [[νουθέτησις]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''νουθεσία''': ἡ, = [[νουθέτησις]], Ἀριστοφ. Βάτρ. 1009, Πλουτ. Σόλων 25, κτλ.· - [[νουθετία]] ἐν Α. Β. 21 κ. Φωτ., μνημονεύεται δὲ καὶ ἐκ τοῦ Πλάτ. ὑπὸ | |lstext='''νουθεσία''': ἡ, = [[νουθέτησις]], Ἀριστοφ. Βάτρ. 1009, Πλουτ. Σόλων 25, κτλ.· - [[νουθετία]] ἐν Α. Β. 21 κ. Φωτ., μνημονεύεται δὲ καὶ ἐκ τοῦ Πλάτ. ὑπὸ Πολυδ. Θ΄, 139. Ὁ δὲ [[τύπος]] νουθετεία [[εἶναι]] ἡμαρτημένος, ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 132. | ||
}} | }} | ||
{{StrongGR | {{StrongGR | ||
|strgr=from [[νοῦς]] and a derivative of [[τίθημι]]; [[calling]] [[attention]] to, i.e. (by [[implication]]) [[mild]] [[rebuke]] or [[warning]]: [[admonition]]. | |strgr=from [[νοῦς]] and a derivative of [[τίθημι]]; [[calling]] [[attention]] to, i.e. (by [[implication]]) [[mild]] [[rebuke]] or [[warning]]: [[admonition]]. | ||
}} | |||
{{Thayer | |||
|txtha=νουθεσιας, ἡ ([[νουθετέω]], [[which]] [[see]]); [[admonition]], [[exhortation]]: κυρίου, [[such]] as belongs to the Lord (Christ) or [[proceeds]] from him, Winer's Grammar, 189 (178)). ([[Aristophanes]] ran. 1009; Diodorus 15,7; [[besides]] in [[Philo]], Josephus, and [[other]] [[recent]] writings for [[νουθέτησις]] and νουθετια, forms [[more]] [[common]] in the earlier writings cf. Lob. ad Phryn., p. 512; (Winer's Grammar, 24).) (Cf. Trench, § xxxii.) | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η (ΑΜ [[νουθεσία]], Α και [[νουθετία]] και ιων. τ. νουθεσίη, Μ και [[νουθεσία]]) [[νουθετώ]]<br />[[συμβουλή]], [[παραίνεση]] και [[ιδίως]] [[εκείνη]] με ελαφρό τόνο μομφής, [[δασκάλεμα]], ορμήνευμα<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> [[έλεγχος]], [[επιτίμηση]]<br /><b>2.</b> [[διδασκαλία]]<br /><b>3.</b> [[καθοδήγηση]]. | |||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''νουθεσία:''' ἡ, = [[νουθέτησις]], σε Αριστοφ. | |||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[[νουθεσία]], ἡ, = [[νουθέτησις]], Ar.] | |||
}} | |||
{{Chinese | |||
|sngr='''原文音譯''':nouqes⋯a 奴-帖西阿<br />'''詞類次數''':名詞(3)<br />'''原文字根''':心思-安置(著)<br />'''字義溯源''':警戒,警告,教導,勸告;由([[νοῦς]])*=悟性)與([[τίθημι]])*=處所,設立)組成<br />'''出現次數''':總共(3);林前(1);弗(1);多(1)<br />'''譯字彙編''':<br />1) 警戒(3) 林前10:11; 弗6:4; 多3:10 | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:02, 25 August 2023
English (LSJ)
Ion. νουθεσίη, ἡ, = νουθέτησις (admonition, warning), Ar.Ra.1009, Hp.Ep.17, AP 11.32 (Honest.), Plu.Lyc.25, Diog.Oen.33, Aret.CA1.2.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
action d'avertir, d'admonester.
Étymologie: cf. νουθετέω.
German (Pape)
ἡ, = νουθέτησις; Ar. Ran. 1009; Plut. Lyc. 25 und andere Spätere; aber νουθετεία, welchesPoll. 9.139 aus Plat. anführt, ist zweifelhaft, vgl. Lobeck Phryn. 521.
Russian (Dvoretsky)
νουθεσία: ион. νουθεσίη ἡ Arph., Plut., Anth. = νουθέτησις.
Greek (Liddell-Scott)
νουθεσία: ἡ, = νουθέτησις, Ἀριστοφ. Βάτρ. 1009, Πλουτ. Σόλων 25, κτλ.· - νουθετία ἐν Α. Β. 21 κ. Φωτ., μνημονεύεται δὲ καὶ ἐκ τοῦ Πλάτ. ὑπὸ Πολυδ. Θ΄, 139. Ὁ δὲ τύπος νουθετεία εἶναι ἡμαρτημένος, ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 132.
English (Strong)
from νοῦς and a derivative of τίθημι; calling attention to, i.e. (by implication) mild rebuke or warning: admonition.
English (Thayer)
νουθεσιας, ἡ (νουθετέω, which see); admonition, exhortation: κυρίου, such as belongs to the Lord (Christ) or proceeds from him, Winer's Grammar, 189 (178)). (Aristophanes ran. 1009; Diodorus 15,7; besides in Philo, Josephus, and other recent writings for νουθέτησις and νουθετια, forms more common in the earlier writings cf. Lob. ad Phryn., p. 512; (Winer's Grammar, 24).) (Cf. Trench, § xxxii.)
Greek Monolingual
η (ΑΜ νουθεσία, Α και νουθετία και ιων. τ. νουθεσίη, Μ και νουθεσία) νουθετώ
συμβουλή, παραίνεση και ιδίως εκείνη με ελαφρό τόνο μομφής, δασκάλεμα, ορμήνευμα
μσν.
1. έλεγχος, επιτίμηση
2. διδασκαλία
3. καθοδήγηση.
Greek Monotonic
νουθεσία: ἡ, = νουθέτησις, σε Αριστοφ.
Middle Liddell
νουθεσία, ἡ, = νουθέτησις, Ar.]
Chinese
原文音譯:nouqes⋯a 奴-帖西阿
詞類次數:名詞(3)
原文字根:心思-安置(著)
字義溯源:警戒,警告,教導,勸告;由(νοῦς)*=悟性)與(τίθημι)*=處所,設立)組成
出現次數:總共(3);林前(1);弗(1);多(1)
譯字彙編:
1) 警戒(3) 林前10:11; 弗6:4; 多3:10