φιλέλλην: Difference between revisions
νεκρὸν ἐάν ποτ' ἴδηις καὶ μνήματα κωφὰ παράγηις κοινὸν ἔσοπτρον ὁρᾶις· ὁ θανὼν οὕτως προσεδόκα → whenever you see a body dead, or pass by silent tombs, you look into the mirror of all men's destiny: the dead man expected nothing else | if you ever see a corpse or walk by quiet graves, that's when you look into the mirror we all share: the dead expected this
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
mNo edit summary |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=filellin | |Transliteration C=filellin | ||
|Beta Code=file/llhn | |Beta Code=file/llhn | ||
|Definition=ηνος, ὁ, ἡ, | |Definition=ηνος, ὁ, ἡ, [[philhellene]], [[fond of the Hellenes]], mostly of foreign princes, as [[Amasis]], Hdt.2.178, cf. Plu.Ant.23; of [[Parthian]] kings, ''BMus.Cat.Coins'', Parthia p.14, etc.; φιλέλλην [[Ἀρσάκης]] PAvrom.1A2 (i B. C.); also of [[Nero]], SIG814.41 (Acraephiae, i A. D.); also of Hellenic tyrants, as [[Jason]] of [[Pherae]], Isoc. 5.122: generally of Hellenic patriots, Pl.R.470e; of [[Hippocrates]], ''Sor.Vit.Hippocr''.8; καλὸν Ἕλληνα ὄντα φιλέλληνα εἶναι X.Ages.7.4; μᾶλλον φιλέλλην ib.2.31, Isoc.4.96; μάλιστα φιλέλλην, of the subjects of [[Evagoras]], Id.9.50; coupled with [[φιλοβασιλεύς]], ''Com.Adesp''. in ''Gött.Nachr''.1922.31. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''φῐλέλλην''': ηνος, ὁ, ἡ, ὁ ἀγαπῶν τοὺς Ἕλληνας, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἐπὶ ξένων ἡγεμόνων, [[οἷον]] τοῦ Ἀμάσιος, Ἡρόδ. 2. 178, πρβλ. Πλουτ. Ἀντών. 23· φέρεται [[συχνάκις]] ἐπὶ νομισμάτων τῶν Πάρθων βασιλέων, Eckhel. Num. 1. 3, σελ. 528 κἑξ., κλπ.· ― [[ὡσαύτως]] ὡς ἐπίθ. Ἑλλήνων τυράννων, [[οἷον]] Ἰάσονος τῶν Φερῶν, καὶ Εὐαγόρου τῆς Κύπρου, Ἰσοκρ. 107Α, 199Α· ― [[εἶτα]] [[καθόλου]] ἐπὶ παντὸς φιλοπάτριδος Ἕλληνος, Πλάτ. Πολ. 470Ε· καλὸν Ἕλληνα [[ὄντα]] φιλέλληνα [[εἶναι]] Ξεν. Ἀγησ. 7. 4· [[μᾶλλον]] | |lstext='''φῐλέλλην''': ηνος, ὁ, ἡ, ὁ ἀγαπῶν τοὺς Ἕλληνας, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἐπὶ ξένων ἡγεμόνων, [[οἷον]] τοῦ Ἀμάσιος, Ἡρόδ. 2. 178, πρβλ. Πλουτ. Ἀντών. 23· φέρεται [[συχνάκις]] ἐπὶ νομισμάτων τῶν Πάρθων βασιλέων, Eckhel. Num. 1. 3, σελ. 528 κἑξ., κλπ.· ― [[ὡσαύτως]] ὡς ἐπίθ. Ἑλλήνων τυράννων, [[οἷον]] Ἰάσονος τῶν Φερῶν, καὶ Εὐαγόρου τῆς Κύπρου, Ἰσοκρ. 107Α, 199Α· ― [[εἶτα]] [[καθόλου]] ἐπὶ παντὸς φιλοπάτριδος Ἕλληνος, Πλάτ. Πολ. 470Ε· καλὸν Ἕλληνα [[ὄντα]] φιλέλληνα [[εἶναι]] Ξεν. Ἀγησ. 7. 4· [[μᾶλλον]] φιλέλλην [[αὐτόθι]] 2. 31, Ἰσοκρ. 60D· [[μάλιστα]] φιλέλλην ὁ αὐτ. 199Α. Πρβλ. [[φιλαθήναιος]]. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 177. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |
Revision as of 20:02, 15 August 2022
English (LSJ)
ηνος, ὁ, ἡ, philhellene, fond of the Hellenes, mostly of foreign princes, as Amasis, Hdt.2.178, cf. Plu.Ant.23; of Parthian kings, BMus.Cat.Coins, Parthia p.14, etc.; φιλέλλην Ἀρσάκης PAvrom.1A2 (i B. C.); also of Nero, SIG814.41 (Acraephiae, i A. D.); also of Hellenic tyrants, as Jason of Pherae, Isoc. 5.122: generally of Hellenic patriots, Pl.R.470e; of Hippocrates, Sor.Vit.Hippocr.8; καλὸν Ἕλληνα ὄντα φιλέλληνα εἶναι X.Ages.7.4; μᾶλλον φιλέλλην ib.2.31, Isoc.4.96; μάλιστα φιλέλλην, of the subjects of Evagoras, Id.9.50; coupled with φιλοβασιλεύς, Com.Adesp. in Gött.Nachr.1922.31.
German (Pape)
[Seite 1275] ηνος, die Hellenen liebend, Hellenenfreund; Her. 2, 178; Plat. Rep. V, 470 e; Xen. Ages. 2, 30; Isocr. 4, 96 u. A.; auch ihre Sprache, Literatur liebend, Plut. u.a. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
φῐλέλλην: ηνος, ὁ, ἡ, ὁ ἀγαπῶν τοὺς Ἕλληνας, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἐπὶ ξένων ἡγεμόνων, οἷον τοῦ Ἀμάσιος, Ἡρόδ. 2. 178, πρβλ. Πλουτ. Ἀντών. 23· φέρεται συχνάκις ἐπὶ νομισμάτων τῶν Πάρθων βασιλέων, Eckhel. Num. 1. 3, σελ. 528 κἑξ., κλπ.· ― ὡσαύτως ὡς ἐπίθ. Ἑλλήνων τυράννων, οἷον Ἰάσονος τῶν Φερῶν, καὶ Εὐαγόρου τῆς Κύπρου, Ἰσοκρ. 107Α, 199Α· ― εἶτα καθόλου ἐπὶ παντὸς φιλοπάτριδος Ἕλληνος, Πλάτ. Πολ. 470Ε· καλὸν Ἕλληνα ὄντα φιλέλληνα εἶναι Ξεν. Ἀγησ. 7. 4· μᾶλλον φιλέλλην αὐτόθι 2. 31, Ἰσοκρ. 60D· μάλιστα φιλέλλην ὁ αὐτ. 199Α. Πρβλ. φιλαθήναιος. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 177.
French (Bailly abrégé)
ηνος (ὁ, ἡ)
ami des Grecs, de leur langue, de leur littérature.
Étymologie: φίλος, Ἕλλην.
Greek Monotonic
φῐλέλλην: -ηνος, ὁ, ἡ, αυτός που αγαπά τους Έλληνες, σε Ηρόδ., Πλάτ.
Russian (Dvoretsky)
φιλέλλην: ηνος adj. любящий Грецию, преданный Греции (ἄνδρες Isocr.; Καῖσαρ Plut.): καλὸν Ἓλληνα ὄντα φιλέλληνα εἶναι Xen. хорошо, если грек является греческим патриотом.