συμβουλή: Difference between revisions

From LSJ

πενία μόνα τὰς τέχνας ἐγείρει → poverty alone promotes skilled work, necessity is the mother of invention, necessity is the mother of all invention, poverty is the mother of invention, out of necessity comes invention, out of necessity came invention, frugality is the mother of invention

Source
m (LSJ1 replacement)
m (Text replacement - "Pl.''Phdr.''" to "Pl.''Phdr.''")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=symvouli
|Transliteration C=symvouli
|Beta Code=sumboulh/
|Beta Code=sumboulh/
|Definition=ἡ, = [[συμβουλία]], [[Herodotus|Hdt.]]1.157,3.1, Pl.''Phdr.''260d, Call. ''in [[Διηγήσεις]]'' vii 19, etc.: [[proverb|prov.]], <b class="b3">ἱερὸν συμβουλή</b><br><span class="bld">A</span> [[counsel]] is a sacred thing, Ar.''Fr.''33 (v. [[ἱερός]] IV. ''ΙΙ''): pl., συμβουλὰς συμβουλεύειν [[Plato|Pl.]]''[[Gorgias|Grg.]]'' 520d, cf. Din.1.47.<br><span class="bld">II</span> [[deliberation]], [[debate]], εἰς σ. τοὺς φίλους παρακαλεῖν [[Plato|Pl.]]''[[Protagoras|Prt.]]'' 313a; <b class="b3">σ. πολιτικῆς ἀρετῆς</b> [[a debate on]] it, ib.322e; ὅταν περί τινος σ. ᾖ Id.''Grg.''455c; ἕνεκά τινος Id.''Lg.'' 942a.
|Definition=ἡ, = [[συμβουλία]], [[Herodotus|Hdt.]]1.157,3.1, [[Plato|Pl.]]''[[Phaedrus|Phdr.]]''260d, Call. ''in [[Διηγήσεις]]'' vii 19, etc.: [[proverb|prov.]], <b class="b3">ἱερὸν συμβουλή</b><br><span class="bld">A</span> [[counsel]] is a sacred thing, Ar.''Fr.''33 (v. [[ἱερός]] IV. ''ΙΙ''): pl., συμβουλὰς συμβουλεύειν [[Plato|Pl.]]''[[Gorgias|Grg.]]'' 520d, cf. Din.1.47.<br><span class="bld">II</span> [[deliberation]], [[debate]], εἰς σ. τοὺς φίλους παρακαλεῖν [[Plato|Pl.]]''[[Protagoras|Prt.]]'' 313a; <b class="b3">σ. πολιτικῆς ἀρετῆς</b> [[a debate on]] it, ib.322e; ὅταν περί τινος σ. ᾖ Id.''Grg.''455c; ἕνεκά τινος Id.''Lg.'' 942a.
}}
}}
{{pape
{{pape

Revision as of 11:50, 18 September 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συμβουλή Medium diacritics: συμβουλή Low diacritics: συμβουλή Capitals: ΣΥΜΒΟΥΛΗ
Transliteration A: symboulḗ Transliteration B: symboulē Transliteration C: symvouli Beta Code: sumboulh/

English (LSJ)

ἡ, = συμβουλία, Hdt.1.157,3.1, Pl.Phdr.260d, Call. in Διηγήσεις vii 19, etc.: prov., ἱερὸν συμβουλή
A counsel is a sacred thing, Ar.Fr.33 (v. ἱερός IV. ΙΙ): pl., συμβουλὰς συμβουλεύειν Pl.Grg. 520d, cf. Din.1.47.
II deliberation, debate, εἰς σ. τοὺς φίλους παρακαλεῖν Pl.Prt. 313a; σ. πολιτικῆς ἀρετῆς a debate on it, ib.322e; ὅταν περί τινος σ. ᾖ Id.Grg.455c; ἕνεκά τινος Id.Lg. 942a.

German (Pape)

[Seite 980] ἡ, = συμβουλία, Rath, Berathung, ἔγνωσαν συμβουλῆς πέρι ἐς θεὸν ἀνῷσαι, Her. 1, 157; ὅταν στρατηγῶν αἱρέσεως πέρι συμβουλὴ ᾖ, Plat. Gorg. 455 c; εἰς συμβουλὴν τοὺς φίλους παρακαλεῖν, Prot. 313 a; συμβουλὰς συμβουλεύειν, Gorg. 520 d; ἱερὰ συμβουλὴ λεγομένη, Ep. V, 321 c, wie Xen. An. 5, 6, 4, vgl. Luc. rhet. praec. 1; Hesych. sagt ἐπὶ τοῦ ὅτι δεῖ καθαρῶς συμβουλεύειν.

French (Bailly abrégé)

ῆς (ἡ) :
conseil.
Étymologie: σύμβουλος.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

συμβουλή -ῆς, ἡ, ook ξυμβουλή [σύν, βουλή] raad(geving), advies:. συμβουλὰς συμβουλεύειν adviezen geven Plat. Grg. 520d. beraad, overleg; met gen., met περί + gen., met ἕνεκα + gen. over iets.

Russian (Dvoretsky)

συμβουλή:
1 совет, наставление Her., Xen., Plat.;
2 совещание, совместное обсуждение (τινος, περί и ἕνεκά τινος, εἰς συμβουλὴν παρακαλεῖν τινα Plat.).

Greek Monolingual

η, ΝΜΑ, και διαλ. τ. συβουλή Ν
παραίνεση, προτροπή, υπόδειξη (α. «τά αποφεύγω... με συμβουλή του γιατρού» β. «ἔγνωσαν συμβουλῆς πέρι ἐς θεὸν ἀνοῑσαι τὸν ἐν Βραγχίδῃσι», Ηρόδ.
γ. «ὑπὸ μιᾱς ἀθέσμου συμβουλῆς», Τριώδ.)
αρχ.
σύσκεψη, συζήτηση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + βουλή «σκέψη» (πρβλ. προβουλή)].

Greek Monotonic

συμβουλή: ἡ,
I. = συμβουλία, σε Ηρόδ., Ξεν. κ.λπ.
II. συμβουλή, σύσκεψη, συμβούλιο, συνδιάσκεψη, παραίνεση, συζήτηση, σε Πλάτ.

Greek (Liddell-Scott)

συμβουλή: ἡ, = συμβουλία, Ἡρόδ. 1. 157, Ξεν. Ἀν. 5. 6, 4, Πλάτ., κλπ.· ― παροιμ., ἱερὸν συμβουλή, ἡ συμβουλὴ εἶναι ἱερὸν πρᾶγμα, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 104, πρβλ. Πλάτ. Ἐπιστ. 321C· ― πληθ., συμβουλὰς συμβουλεύειν ὁ αὐτ. ἐν Γοργ. 520D, κ. ἀλλ. Ι. σύσκεψις, συζήτησις, εἰς ξ. παρακαλεῖν τινα ὁ αὐτ. ἐν Πρωτ. 313Α· ξ. πολιτικῆς ἀρετῆς, συζήτησις περὶ πολ. ἀρετῆς, αὐτόθι 322Ε· ὅταν περί τινος ξ. ᾖ ὁ αὐτ. ἐν Γοργ. 455C· ἕνεκά τινος ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 942Α· εἰς ξ. καλεῖν τινας ὁ αὐτ. ἐν Πρωτ. 313Α.

Middle Liddell

συμβουλή, ἡ, = συμβουλία, Hdt., Xen., etc.]
II. counsel, consultation, deliberation, debate, Plat.

Mantoulidis Etymological

Ἀπό τό σύν + βουλή τοῦ βούλομαι, ὅπου δές γιά περισσότερα παράγωγα.