ἀπομαντεύομαι: Difference between revisions
ἐπείγει γάρ με τοὐκ θεοῦ παρόν → the divine summons urges me | what has come from the god urges me | the power of the god is present, hurrying me on
m (Text replacement - "vermuthen" to "vermuten") |
m (Text replacement - "mdlsjtxt=<br />" to "mdlsjtxt=") |
||
Line 32: | Line 32: | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt= | |mdlsjtxt=Dep. to [[announce]] as a [[prophet]], τὸ μέλλον ἥξειν Plat. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 11:45, 3 March 2024
English (LSJ)
divine by instinct, presage, τὸ μέλλον ἥξειν Pl.R. 516d; τι εἶναι ib.505e; τρίτον ἀ. τι τὸ ὄν Id.Sph.250c, cf. Plot.5.5.12, Jul. Or.4.149c.
Spanish (DGE)
1 presagiar, intuir, adivinar c. ac. u or. complet. τὸ μέλλον ἥξειν Pl.R.516d, cf. 505e, ὥσπερ ἀπομεμαντευμένα, ὡς ἄνευ αὐτοῦ οὐ δύναται εἰδέναι Plot.5.5.12, τοῦτο Ὅμηρος ... ἀπεμαντεύσατο Iul.Or.11.149c
•c. doble ac. τρίτον ... τι τὸ ὄν Pl.Sph.250c
•abs., Pl.Ly.216d
•c. gen. τῆς διανοίας αὐτοῦ Gal.13.473, τῆς γνώμης αὐτοῦ Gal.15.204.
2 hablar irracionalmente, desvariar πολλὰ καὶ δεινά D.C.59.9.3, καὶ ἀπομαντευόμενος λέγεις ὅ τι ἄν σοι ἐπὶ θυμὸν ἔλθοι Iust.Phil.Dial.9.1, cf. Didym.M.39.984B.
German (Pape)
[Seite 314] Dep. med., woraus ahnen, vermuten, Plat. Lys. 216 d Soph. 205 c u. öfter; Sp.
French (Bailly abrégé)
conjecturer ; prédire.
Étymologie: ἀπό, μαντεύω.
Russian (Dvoretsky)
ἀπομαντεύομαι: прорицать, предсказывать (τι Plat.).
Greek (Liddell-Scott)
ἀπομαντεύομαι: ἀποθ. προαγγέλλω ὡς προφήτης, προλέγω, προφητεύω, τὸ μέλλον ἥξειν Πλάτ. Πολ. 516D· τι εἶναι αὐτόθι 505Ε· ὡς τρίτον ἀπ. τι τὸ ὄν ὁ αὐτ. Σοφ. 250C. Τὸ οὐσιαστ. ἀπομάντευμα, Ἱππ. Ἐπιστ. 4.
Greek Monolingual
ἀπομαντεύομαι (Α)
προλέγω, προφητεύω.
Greek Monotonic
ἀπομαντεύομαι: αποθ., εξαγγέλλω, προλέγω ως προφήτης, προφητεύω, προαγγέλλω, τὸ μέλλον ἥξειν, σε Πλάτ.